Η αξιωματική αντιπολίτευση σε μια προσπάθεια να αναδείξει την δική της πολιτική στο εργασιακό πεδίο, να αποδομήσει τον νομοθέτημα του υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηδάκη και την πρωτοβουλία της κυβέρνησης και φυσικά, να καθυστερήσει την ψήφιση του σχεδίου νόμου από τη Βουλή, εξετάζει να καταθέσει πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης, σύμφωνα με πληροφορίες.

Όπως έχει παρατηρηθεί, το τελευταίο διάστημα ο Αλέξης Τσίπρας έχει «σηκώσει» το θέμα του νέου εργασιακού χάρτη, καθώς όπως έχει τονίσει στις τελευταίες του δηλώσεις, η κυβέρνηση «έχει κηρύξει τον πόλεμο στον κόσμο της εργασίας».

Αυτόν τον «πόλεμο» αναμένεται να τον μεταφέρει στη Βουλή σε μια προσπάθεια να επιβραδύνει την συζήτηση και ψήφιση του από την Ολομέλεια, αλλά και να κερδίσει τις εντυπώσεις προβάλλοντας και καταγράφοντας μέσα από τη διαδικασία της προτάσεως μομφής, τις θέσεις και τις λύσεις του ΣΥΡΙΖΑ στα εργασιακά θέματα.

Σε κάθε περίπτωση στη Κουμουνδούρου μελετάνε πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο της προτάσεως μομφής κατά της κυβέρνησης, καθώς χρονικά και πολιτικά είναι το σωστό timing, η κατάλληλη στιγμή, με το κατάλληλό θέμα, για να δημιουργήσουν εντυπώσεις.

Τώρα θεωρούν πως είναι ο κατάλληλος πολιτικός χρόνος, καθώς έχει παρέλθει και το 6μηνο από την προηγουμένη πρότασης μομφής που είχαν καταθέσει εναντίον του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταικούρα τον Οκτώβριο του 2020 η οποία και καταψηφίστηκε από το Σώμα.

Το εργασιακό νομοσχέδιο αναμένεται να κατατεθεί σήμερα Παρασκευή και να εισαχθεί στην Ολομέλεια την ερχόμενη εβδομάδα, άρα η κίνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ για να καταθέσει την πρότασή μομφής δεν θα καθυστερήσει.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής δεν μπορεί να υποβληθεί εκ νέου πρόταση μομφής, εάν δεν έχει συμπληρωθεί χρόνος έξι μηνών, από την απόρριψη προηγούμενης όμοιας πρότασης, εκτός αν υπογράφεται από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών.

Τι σημαίνει Πρόταση Μομφής και ποια διαδικασία ακολουθείτε

Στην πολιτική «γλώσσα», με την πρόταση μομφής, η Βουλή ουσιαστικά αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της.

Το καθεστώς που διέπει κοινοβουλευτικά τη διαδικασία της πρότασης δυσπιστίας περιγράφεται στο άρθρο 84 του Συντάγματος και αναλυτικότερα στο άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής.

Υπό τον όρο «πρόταση μομφής» ή «πρόταση δυσπιστίας» αναφέρεται η πρόταση που καταθέτει κόμμα της αντιπολίτευσης στη Βουλή των Ελλήνων, με σκοπό το Σώμα να άρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση ή από μέλος της.

Το καθεστώς που διέπει τη διαδικασία της πρότασης μομφής περιγράφεται πρωτίστως στο άρθρο 84 του Συντάγματος και με πιο αναλυτικό τρόπο στο άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής.

Βάσει του άρθρου 84, η πρόταση δυσπιστίας κατατίθεται, εφόσον φέρει την υπογραφή του 1/6 του όλου αριθμού των βουλευτών (δηλαδή από 50 βουλευτές) και πρέπει να περιλαμβάνει με σαφήνεια τα θέματα, για τα οποία οι βουλευτές αίρουν την εμπιστοσύνη τους από την κυβέρνηση εν συνόλω ή από κάποιο μέλος της.

Οι βουλευτές καταθέτουν την πρόταση μομφής προς τον Πρόεδρο της Βουλής κατά τη διάρκεια μιας δημόσιας συνεδρίασης του Σώματος.

Σε περίπτωση που η πρόταση υπογράφεται, όπως προαναφέρθηκε, από τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό βουλευτών, τότε η Βουλή διακόπτει τις εργασίες της για δύο ημέρες, εκτός κι αν η κυβέρνηση ζητήσει να ξεκινήσει αμέσως η συζήτηση για την πρόταση δυσπιστίας.

Σε ό,τι αφορά τα χρονικά περιθώρια, ο Κανονισμός της Βουλής επισημαίνει πως η συζήτηση στην Ολομέλεια ολοκληρώνεται το αργότερο τη δωδεκάτη νυκτερινή της τρίτης ημέρας από την έναρξή της με ονομαστική ψηφοφορία. Σύμφωνα, πάντα με το άρθρο 142 του Κανονισμού της Βουλής, η συζήτηση επί της πρότασης δυσπιστίας ξεκινά με την ομιλία δύο τουλάχιστον βουλευτών από εκείνους που την υπέγραψαν.

Παράλληλα, μέχρι το τέλος της ομιλίας των δύο βουλευτών, συντάσσεται ο πλήρης κατάλογος των ομιλητών που θα τοποθετηθούν ενώπιον της Ολομέλειας. Προκειμένου να γίνει δεκτή η πρόταση μομφής εναντίον της κυβέρνησης εν συνόλω ή κατά κάποιου μέλους, θα πρέπει να έχει υπερψηφιστεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (151 βουλευτές).