Παρασκήνιο από τις κλειστές συσκέψεις του Τσίπρα: Συνεργάτες του θεωρούν τον Μητσοτάκη αποτελεσματικό και με διεθνές κύρος - Τι λένε για τις δημοσκοπήσεις
Ανησυχία στον ΣΥΡΙΖΑ για τις χαμηλές πτήσεις στα γκάλοπ – Τα μηνύματα και η ελπίδα
Η ιστορία των δημοσκοπήσεων είναι αρκετά πονεμένη για τον Αλέξη Τσίπρα. Λίγες ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές του 2019, ο Χριστόφορος Βερναρδάκης τού παρουσίαζε έρευνες σύμφωνα με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πολύ κοντά με τη Ν.Δ. και «το παιχνίδι παιζόταν». Μετά τη δεινή ήττα των εκλογών, ο κ. Τσίπρας όχι απλώς απομάκρυνε από το περιβάλλον του τον κ. Βερναρδάκη, αλλά ζήτησε από ανθρώπους που εμπιστεύεται, όπως ο πρώην γραμματέας του υπουργείου Εσωτερικών Κώστας Πουλάκης, να ανασυγκροτήσουν την ομάδα που μελετά τις δημοσκοπήσεις, αλλά και να μην του λένε πράγματα που είναι εύηχα. Το τελευταίο, λοιπόν, διάστημα επιθυμούν στην Κουμουνδούρου να κάνουν ουσιαστική δουλειά στο κομμάτι των ερευνών, αναλύοντας ενδελεχώς τις τάσεις της κοινής γνώμης, αλλά και τα ποιοτικά στοιχεία. Η συστηματική δουλειά γίνεται και μέσα από την απευθείας επικοινωνία των συνεργατών του κ. Τσίπρα με (κάποιους από) τους ερευνητές.
Στην παρούσα φάση, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η κυβέρνηση απολαμβάνει μια παρατεταμένη περίοδο χάριτος, η οποία οφείλεται στην πανδημία και κάνει σημαντικά τμήματα της κοινωνίας να συσπειρώνονται γύρω της. Διέκριναν μια πτώση της αποδοχής της, που ξεκίνησε από τον Ιανουάριο, η οποία, όμως, διεκόπη τον Απρίλιο, λόγω της επιτυχούς διαδικασίας των εμβολιασμών, της σύγκρουσης του κ. Δένδια με τον Τούρκο ομόλογό του στην Αγκυρα, αλλά και του κλίματος ευφορίας που δημιουργήθηκε στην κοινωνία λόγω του ανοίγματος της οικονομίας.
Τότε, λένε, θα γίνει και το πρώτο ουσιαστικό «ταμείο» σε σχέση με την πρόθεση ψήφου. Μολονότι δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την καθήλωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, ευελπιστούν ότι αυτό θα αλλάξει συν τω χρόνω.
Στις αναλύσεις τους οι επιτελείς του κ. Τσίπρα έχουν διαπιστώσει ότι το «μπετοναρισμένο» ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτό που συγκέντρωσε στις ευρωεκλογές του 2019. Δηλαδή, ένα ποσοστό πέριξ του 23%, το οποίο σε όλες τις δημοσκοπήσεις είναι ανησυχητικά μη αυξανόμενο από τον Ιούλιο του 2019. Κοινώς, ένα ποσοστό κοντά στο 8% που είχε ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές του 2019 δεν δείχνει καθόλου ικανοποιημένο από την επιλογή του, ταυτόχρονα όμως δεν έχει μετακινηθεί σε άλλον πολιτικό φορέα.
Στη σύγκριση που επιχειρούν μεταξύ του πρωθυπουργού και του Αλέξη Τσίπρα έχουν καταλήξει ότι το «ισχυρό χαρτί» του κ. Μητσοτάκη είναι πως θεωρείται αποτελεσματικός και έχει διεθνές κύρος.
Αντιστοίχως, για τον πρώην πρωθυπουργό η συνολική εικόνα των πολιτών είναι πως βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη και είναι πιο ευαίσθητος στα κοινωνικά θέματα. Το πλέον αδύνατο σημείο, ωστόσο, για τον κ. Τσίπρα και το κόμμα του είναι αφενός τα κυβερνητικά πεπραγμένα του, αφετέρου ο αντιπολιτευτικός του λόγος. Στη βάση αυτή, οι επιτελείς της Κουμουνδούρου που ασχολούνται με τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων έχουν διαπιστώσει την εξής αντίφαση: πως, ενώ οι προτάσεις που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ συναντούν ευρύτερα ακροατήρια, η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών αποδοκιμάζει τον αντιπολιτευτικό του λόγο, κάτι που αποτυπώνεται κυρίως στα χαμηλά ποσοστά της πρόθεσης ψήφου.
Η ερμηνεία που δίνουν στην Κουμουνδούρου είναι πως «πληρώνει» σε πολύ μεγάλο βαθμό την αρνητική αποτίμηση των πολιτών της κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ότι πολλά από όσα λέει στην αντιπολίτευση δεν μπορεί να γίνουν πράξη. Παραλλήλως, με έμμεσο τρόπο παραδέχονται πως υπάρχουν μια σειρά από στελέχη που προκαλούν αποστροφή στους ψηφοφόρους και θα πρέπει να βγουν τελείως από το κάδρο. «Δεν πιάνει ο μπρουτάλ λόγος», λέει χαρακτηριστικά ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα.
Υπάρχει, τέλος, και ένα στοιχείο που δεν μπορούν να αξιολογήσουν και το οποίο έχει να κάνει με τον εκλογικό νόμο. Επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά από το 1974 θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική, οπότε θα είναι ένα κρίσιμο ερώτημα το πώς θα αντιδράσουν οι πολίτες στην εντελώς διαφορετική στρατηγική που θα έχει ο κ. Μητσοτάκης με τον κ. Τσίπρα στο θέμα της συγκρότησης κυβέρνησης.
Εκφράζουν, δε, τον προβληματισμό τους για το αν θα έχει μεγαλύτερη απήχηση η θέση του κ. Μητσοτάκη πως θα πάει σε δεύτερες εκλογές με πλειοψηφικό σύστημα, αν δεν είναι αυτοδύναμος, ή του κ. Τσίπρα, που λέει πως, αν είναι πρώτος, θα συγκροτήσει προοδευτική κυβέρνηση συνασπισμού.
Στην παρούσα φάση, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η κυβέρνηση απολαμβάνει μια παρατεταμένη περίοδο χάριτος, η οποία οφείλεται στην πανδημία και κάνει σημαντικά τμήματα της κοινωνίας να συσπειρώνονται γύρω της. Διέκριναν μια πτώση της αποδοχής της, που ξεκίνησε από τον Ιανουάριο, η οποία, όμως, διεκόπη τον Απρίλιο, λόγω της επιτυχούς διαδικασίας των εμβολιασμών, της σύγκρουσης του κ. Δένδια με τον Τούρκο ομόλογό του στην Αγκυρα, αλλά και του κλίματος ευφορίας που δημιουργήθηκε στην κοινωνία λόγω του ανοίγματος της οικονομίας.
Η έμμεση παραδοχή πως υπάρχουν μια σειρά από στελέχη που προκαλούν αποστροφή στους ψηφοφόρους και θα πρέπει να βγουν τελείως από το κάδροΟι συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού ισχυρίζονται ότι η κυβέρνηση θα υποστεί μεγάλη φθορά από τον εργασιακό νόμο, σημειώνοντας ότι, με βάση τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους, περίπου το 1/3 των ψηφοφόρων της Ν.Δ. είναι αρνητικοί με τις αλλαγές που έγιναν. Στο πλαίσιο αυτό, σημειώνουν ότι ο αντίκτυπος των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις σε συνδυασμό με τις αρνητικές παρενέργειες της πανδημίας στο πεδίο της οικονομίας θα αποτυπωθούν στις δημοσκοπήσεις του φθινοπώρου.
Τότε, λένε, θα γίνει και το πρώτο ουσιαστικό «ταμείο» σε σχέση με την πρόθεση ψήφου. Μολονότι δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την καθήλωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, ευελπιστούν ότι αυτό θα αλλάξει συν τω χρόνω.
Στις αναλύσεις τους οι επιτελείς του κ. Τσίπρα έχουν διαπιστώσει ότι το «μπετοναρισμένο» ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτό που συγκέντρωσε στις ευρωεκλογές του 2019. Δηλαδή, ένα ποσοστό πέριξ του 23%, το οποίο σε όλες τις δημοσκοπήσεις είναι ανησυχητικά μη αυξανόμενο από τον Ιούλιο του 2019. Κοινώς, ένα ποσοστό κοντά στο 8% που είχε ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ στις εθνικές εκλογές του 2019 δεν δείχνει καθόλου ικανοποιημένο από την επιλογή του, ταυτόχρονα όμως δεν έχει μετακινηθεί σε άλλον πολιτικό φορέα.
Στη σύγκριση που επιχειρούν μεταξύ του πρωθυπουργού και του Αλέξη Τσίπρα έχουν καταλήξει ότι το «ισχυρό χαρτί» του κ. Μητσοτάκη είναι πως θεωρείται αποτελεσματικός και έχει διεθνές κύρος.
Αντιστοίχως, για τον πρώην πρωθυπουργό η συνολική εικόνα των πολιτών είναι πως βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη και είναι πιο ευαίσθητος στα κοινωνικά θέματα. Το πλέον αδύνατο σημείο, ωστόσο, για τον κ. Τσίπρα και το κόμμα του είναι αφενός τα κυβερνητικά πεπραγμένα του, αφετέρου ο αντιπολιτευτικός του λόγος. Στη βάση αυτή, οι επιτελείς της Κουμουνδούρου που ασχολούνται με τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων έχουν διαπιστώσει την εξής αντίφαση: πως, ενώ οι προτάσεις που κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ συναντούν ευρύτερα ακροατήρια, η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών αποδοκιμάζει τον αντιπολιτευτικό του λόγο, κάτι που αποτυπώνεται κυρίως στα χαμηλά ποσοστά της πρόθεσης ψήφου.
Η ερμηνεία που δίνουν στην Κουμουνδούρου είναι πως «πληρώνει» σε πολύ μεγάλο βαθμό την αρνητική αποτίμηση των πολιτών της κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ότι πολλά από όσα λέει στην αντιπολίτευση δεν μπορεί να γίνουν πράξη. Παραλλήλως, με έμμεσο τρόπο παραδέχονται πως υπάρχουν μια σειρά από στελέχη που προκαλούν αποστροφή στους ψηφοφόρους και θα πρέπει να βγουν τελείως από το κάδρο. «Δεν πιάνει ο μπρουτάλ λόγος», λέει χαρακτηριστικά ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα.
Υπάρχει, τέλος, και ένα στοιχείο που δεν μπορούν να αξιολογήσουν και το οποίο έχει να κάνει με τον εκλογικό νόμο. Επισημαίνουν ότι για πρώτη φορά από το 1974 θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική, οπότε θα είναι ένα κρίσιμο ερώτημα το πώς θα αντιδράσουν οι πολίτες στην εντελώς διαφορετική στρατηγική που θα έχει ο κ. Μητσοτάκης με τον κ. Τσίπρα στο θέμα της συγκρότησης κυβέρνησης.
Εκφράζουν, δε, τον προβληματισμό τους για το αν θα έχει μεγαλύτερη απήχηση η θέση του κ. Μητσοτάκη πως θα πάει σε δεύτερες εκλογές με πλειοψηφικό σύστημα, αν δεν είναι αυτοδύναμος, ή του κ. Τσίπρα, που λέει πως, αν είναι πρώτος, θα συγκροτήσει προοδευτική κυβέρνηση συνασπισμού.