Σε ένα πολύτιμο εργαλείο άσκησης διπλωματίας και ήπιας ισχύος εξελίσσονται τα αδιάθετα εμβόλια για την Ελλάδα. Αυτό φαίνεται από τις αποφάσεις που ελήφθησαν μέσα στο καλοκαίρι για τα αδιάθετα εμβόλια που είχε στην κατοχή της η Ελλάδα, τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σε Μέση Ανατολή και Βαλκάνια, αντίστοιχα.

Κυριάκος Μητσοτάκης και βασιλιάς Αμπντάλα της Ιορδανίας συναντήθηκαν στις 28 Ιουλίου, επιβεβαιώνοντας τις καλές σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ Αθήνας και Αμμάν. Η Ιορδανία άλλωστε βρίσκεται σε στρατηγική θέση στη Μέση Ανατολή, συνορεύοντας με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, χώρες με τις οποίες η Ελλάδα διατηρεί άριστες σχέσεις, σε διαφορετικά επίπεδα με την καθεμία. Η ένταξη δε της Ιορδανίας σε τριμερή συνεργασία με την Κύπρο αναβαθμίζει τη σχέση της με την Ελλάδα και τον ρόλο των χωρών της περιφερειακής συγκρότησης στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η είδηση, ωστόσο, προκύπτει από την πρωτοβουλία που ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κάνοντας γνωστό ότι η Ελλάδα ενισχύει την Ιορδανία με αποστολή 150.000 δόσεων εμβολίων με τη μορφή δωρεάς. Οι θάνατοι στην Ιορδανία από την πανδημία έχουν ξεπεράσει τους 10.000, με την αραβική χώρα να μην έχει πρόσβαση στην πληθώρα εμβολίων που έχει η Ελλάδα λόγω της Ευρωπαϊκής Ενωσης, τη στιγμή που καθημερινά ανακοινώνονται υψηλά κρούσματα. Στην ίδια συνάντηση έγινε συζήτηση και για τη στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να αναφέρεται στα μέτρα που χρησιμοποίησε η χώρα μας.

Η διπλωματία των εμβολίων έχει εγκαινιαστεί από την Αθήνα ήδη από τα μέσα Ιουνίου, όταν δωρίστηκαν από 20.000 δόσεις εμβολίων AstraZeneca σε Τίρανα και Σκόπια. Στην άφιξη των εμβολίων στα αεροδρόμια των δύο χωρών έδωσαν το «παρών» οι πρέσβεις της Ελλάδας σε αυτές τις χώρες, ενώ στις δηλώσεις των υπουργών Υγείας Αλβανίας και Σκοπίων υπάρχει ένας κοινός τόπος: οι ευχαριστίες προς την ελληνική κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό.

Στη συνέχεια, τόσο η Αλβανία όσο και τα Σκόπια απέστειλαν αίτημα στήριξης στον Μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με την Ελλάδα να ανταποκρίνεται άμεσα με πρωτοβουλία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Την ελληνική πρωτοβουλία χαιρέτισε και ο επίτροπος αρμόδιος για τη διαχείριση κρίσεων, Γιάνες Λέναρτσιτς, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ευχαριστώ την Ελλάδα για την προσφορά της προς τις γειτονικές της χώρες». Τα εμβόλια έφτασαν άμεσα στις γείτονες χώρες, με την Αθήνα να κάνει πράξη τη ρητορική περί σχέσεων καλής γειτονίας.

Αυτό επιβεβαίωσε και ο υπουργός Υγείας των Σκοπίων, Βένκο Φίλιπτσε, παραλαμβάνοντας τα εμβόλια. «Σήμερα έφτασαν 100.000 δόσεις εμβολίων AstraZeneca, δωρεά της γειτονικής μας χώρας Ελλάδας. Η δωρεά γίνεται με προσωπική πρωτοβουλία του Έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, την οποία υποσχέθηκε στον πρωθυπουργό μας, Ζόραν Ζάεφ», ανέφερε, προσθέτοντας ότι «επαναβεβαιώνονται οι σχέσεις καλής γειτονίας και η υποστήριξη, οι οποίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές σε περιόδους πανδημίας».

Η περίπτωση των Σκοπίων αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα άσκησης διπλωματίας μέσω των εμβολίων. Κι αυτό, γιατί στα αιτήματα της γειτονικής χώρας για εμβόλια έχουν ανταποκριθεί, εκτός της Ελλάδας, η Τουρκία και η Σερβία. Πρόκειται για δύο χώρες οι οποίες, παρόλο που δεν είχαν ευρύ πλεόνασμα σε εμβόλια, συνέδραμαν τη γειτονική χώρα, στην οποία θέλουν να ασκούν επιρροή. Η Τουρκία απέστειλε μία εβδομάδα πριν από την πρώτη αποστολή της Ελλάδας στα Σκόπια 30.000 δόσεις κινεζικού εμβολίου. Η Σερβία, από την άλλη, επιχειρώντας να διατηρήσει καλή σχέση με τα Σκόπια, έχει στείλει συνολικά περίπου 50.000 δόσεις εμβολίου, με την πλειονότητα να είναι το ρωσικό Sputnik V.

Τη στρατηγική της Ελλάδας με τις αδιάθετες δόσεις εμβολίων ακολουθεί και η Κύπρος. Στην περίπτωση της Λευκωσίας ελήφθη επίσημη απόφαση από το υπουργικό συμβούλιο στις αρχές Αυγούστου. Στο κείμενο των αποφάσεων αναφέρεται ότι εμβόλια AstraZeneca ή/και Johnson & Johnson τα οποία δεν έχουν αξιοποιηθεί, μετά τις αποφάσεις στην Ε.Ε., παραχωρούνται από το αρμόδιο υπουργείο Υγείας, έτσι ώστε να διατεθούν σε τρίτες χώρες, χωρίς να αναφέρεται ποιες θα είναι αυτές και αν πρόκειται για διαδικασία μέσω της Ευρωπαϊκής Ενωσης ή σε διμερές επίπεδο.