Η ανακοίνωση των εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σήμανε και την ολοκλήρωση μιας ιδιαίτερης εκπαιδευτικής χρονιάς. Όλοι, δάσκαλοι και μαθητές είναι άξιοι συγχαρητηρίων  καθώς κλήθηκαν να διαχειριστούν τις πρωτόγνωρες καταστάσεις που η πανδημία δημιούργησε. Η καραντίνα, η κοινωνική αποστασιοποίηση, τα κλειστά σχολεία, η τηλεκπαίδευση, επηρέασαν ως ένα βαθμό τόσο την ομαλή εξέλιξη της σχολικής χρονιάς όσο και τους ίδιους τους μαθητές. Με υπομονή, επιμονή, σεβασμό στους μαθητές και με τη συνδρομή της τεχνολογίας, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, πετύχαμε την απρόσκοπτη διεξαγωγή των πανελλαδικών εξετάσεων.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον τέθηκαν σε εφαρμογή και οι αλλαγές που ψηφίσαμε με τον ορισμό της κατώτατης βάσης και το παράλληλο σύστημα εισαγωγής. Σε μια χώρα σαν τη δική μας που το 30% των φοιτητών στα πανεπιστήμια δεν αποφοιτά,  οι πρόσφατες παρεμβάσεις μας βασίστηκαν στην κοινή λογική.  

Κάθε δευτεροβάθμιο εκπαιδευτικό σύστημα, πέρα από την παροχή της γνώσης, πρέπει να συμβάλει ώστε ο μαθητής να επιλέξει ως συνέχεια της εκπαίδευσης και της κατάρτισής του ένα πεδίο το οποίο να ανταποκρίνεται στις κλίσεις και τις δεξιότητες του και το οποίο θέλει αλλά και μπορεί να συμβαδίσει. Οι σπουδές δεν πρέπει να οδηγούν σε εγκλωβισμό χωρίς αποφοίτηση ή σε πτυχία χωρίς αντίκρισμα.

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. επιμένοντας στο λαϊκισμό που τον διακρίνει, θεωρεί ότι η ελάχιστη βάση εισαγωγής έρχεται σε αντίθεση με την κοινωνική πολιτική και δημιουργεί ανισότητες.

Είναι, πράγματι, κοινωνική πολιτική ένα σύστημα εισαγωγής που εγκλωβίζει για χρόνια τους νέους ανθρώπους, που τους οδηγεί σε επαγγελματικό αδιέξοδο μη μπορώντας να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους, μη μπορώντας να αποφοιτήσουν και να οδηγηθούν στην ανεργία; Κοινωνική πολιτική συνιστά η παροχή πραγματικών δυνατοτήτων και εναλλακτικών διαδρομών, όπως η επαγγελματική εκπαίδευση.  Η κοινωνία δεν έχει ανάγκη από άλλους αιώνιους φοιτητές που θα απομακρύνονται ολοένα από την αγορά εργασίας. Έχει, όμως, ανάγκη από φοιτητές που θα αποκτήσουν πτυχίο και θα ενταχθούν ομαλά στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας.

Εμείς στη Νέα Δημοκρατία, σε αντίθεση με τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αντιμετωπίζουμε  τους νέους και τις οικογένειές τους με υπευθυνότητα και ειλικρίνεια. Χωρίς κούφια μεγάλα λόγια και φρούδες ελπίδες αλλά έντιμα, ηθικά και με ρεαλισμό παρουσιάζοντας τις πραγματικές προοπτικές.

Το πανεπιστήμιο δεν είναι μονόδρομος. Για τους υποψηφίους που δεν εισήχθησαν σε Α.Ε.Ι. υπάρχει κι άλλος δρόμος  και, μάλιστα, συνδεδεμένος άμεσα με την αγορά εργασίας. Τα Δημόσια Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Δ.Ι.Ε.Κ.) είναι πλέον μία αξιόπιστη εναλλακτική εκπαιδευτική επιλογή η οποία ανοίγει δρόμους επαγγελματικής αποκατάστασης και προοπτικής για τους νέους. Αυτό αποδεικνύεται από τη ζήτηση που έχουν αλλά και από το γεγονός ότι επιλέγει να εγγραφεί σε αυτά σημαντικός αριθμός πτυχιούχων Α.Ε.Ι. μετά την αποφοίτησή τους.

Ως κοινωνία έχουμε ανάγκη από ένα σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δίκαιο. Και αυτό κάνουμε από φέτος πράξη. Ένα σύστημα που αναβαθμίζει ποιοτικά τα πανεπιστήμια και ενισχύει τις επιλογές επαγγελματικής κατάρτισης. Μακριά από μικροπολιτικές λογικές και πολιτικούς τακτικισμούς. Με γνώμονα την ανάπτυξη των δεξιοτήτων, τη λήψη εφοδίων και την εξέλιξη των νέων μας. Τοποθετώντας τους στο επίκεντρο, για μια όσο το δυνατό πιο ομαλή είσοδο στην αγορά εργασίας. Υλοποιούμε αυτή την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση με το βλέμμα στο μέλλον.  Για να μπορούμε να κοιτάμε τους νέους στα μάτια.

*Η Μαρία - Αλεξάνδρα Κεφάλα είναι βουλευτής Ιωαννίνων με τη Νέα Δημοκρατία