Συμφωνία ουσίας: Η στρατιωτική συνεργασία αποτελεί σταθμό στις σχέσεις Ελλάδας - ΗΠΑ και αλλάζει τις ισορροπίες
Οι βάσεις, η τεχνολογία και τα πλεονεκτήματα για την Αθήνα
Για την Ελλάδα, η αναθεωρημένη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας (MDCA) με τις ΗΠΑ αποτελεί, κατά δήλωση του υπουργού Εξωτερικών, κ. Ν. Δένδια, «θεμέλιο λίθο» της συνεργασίας των δύο χωρών.
Και για την αμερικανική πλευρά αποτελεί «εμβάθυνση της συμμαχίας των ΗΠΑ με έναν αξιόπιστο σύμμαχο, πυλώνα σταθερότητας», τον οποίον οι ΗΠΑ «ευγνωμονούν», όπως δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, κ. Μπλίνκεν.
Την ίδια ώρα, από την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα η Ελλάδα χαρακτηριζόταν «απαραίτητος εταίρος των ΗΠΑ». Η συμφωνία αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ, που υπογράφτηκε προχθές στην Ουάσινγκτον, είναι ένα σημαντικό στρατηγικής αξίας κείμενο πολλαπλών αναγνώσεων, που εξυπηρετεί στρατηγικές ανάγκες των ΗΠΑ και παράλληλα αφορά ελληνικά συμφέροντα ασφαλείας αλλά και τη σταθερότητα μιας ευρείας περιοχής.
Πρόκειται για συμφωνία η οποία εντάσσεται συνδυαστικά στο πεδίο του συνεχιζόμενου στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας - ΗΠΑ για περιφερειακή συνεργασία και ασφάλεια, η οποία δεν περιορίζεται στη στάθμευση των τεσσάρων βάσεων, Αλεξανδρούπολης, Λάρισας, Στεφανοβικείου και Σούδας, αλλά περιλαμβάνει και πτυχές οικονομίας και βελτίωσης τεχνολογικών υποδομών που ενδιαφέρουν την Ελλάδα αλλά και τις ΗΠΑ.
Υπογράφοντας τη MDCA, η ελληνική ηγεσία υπογραμμίζει την απόφασή της για διευρυμένη εξωστρέφεια της εξωτερικής πολιτικής και των υποθέσεων εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας ως αξιόπιστης χώρας-μέλους της Δυτικής Συμμαχίας, χώρας «βαθιά ριζωμένης στο ΝΑΤΟ».
Ο Ελληνας υπουργός, με πρόσφατη τη συμφωνία για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Αιγύπτου, μίλησε για «εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης και συνεργασίας με το Ισραήλ», στέλνοντας, έτσι, από τις ΗΠΑ και «μήνυμα» προς την Άγκυρα ότι οι μεσογειακές συμμαχίες της Ελλάδας ενδυναμώνονται.
Διπλωματικοί παράγοντες στην Αθήνα σημειώνουν ότι η στήριξη ασφαλείας την οποία μπορεί να υπολογίζει από την Ουάσινγκτον σήμερα η ελληνική πλευρά, μέσα απ’ το πλαίσιο της αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, θα προέκυπτε σ’ ένα στρατηγικό τοπίο διαφορετικό από εκείνο που οδήγησε τις ΗΠΑ στην «επιστολή» του Χένρι Κίσινγκερ προς τον Δ. Μπίτσιο.
Τότε, τη δεκαετία ’70, οι συμμαχικές σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Τουρκία ήταν άριστες, γι’ αυτό και οι ΗΠΑ απέφυγαν να δώσουν καθαρή «εγγύηση ασφαλείας» έναντι τουρκικών ενεργειών το 1975 και ο πολύς Χένρι Κίσινγκερ διατηρούσε, την ίδια ώρα, τη δική του «αλληλογραφία» με την Αγκυρα, η οποία φιλοξενούσε πολύτιμες αμερικανικές βάσεις. Σήμερα, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, η Αθήνα συνομιλεί όχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και στρατηγικά ευθέως με την Ουάσινγκτον σε περίοδο κατά την οποία η Τουρκία δεν είναι πλέον ο σταθερός, αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ, ούτε το Στ. Ντιπάρτμεντ συνομιλεί από την «πίσω πόρτα» με την Άγκυρα.
Επίσης, μαίνεται, επιπλέον, από το υπουργείο Εξωτερικών ότι το πλέγμα των αμερικανικών βάσεων στα εδάφη της Ελλάδας «βλέπει» όχι μόνο προς τη Μεσόγειο και προς τη συμμαχία «3+1», αλλά και προς τη Ρωσία, τη χώρα δηλαδή που συνεργάζεται στρατιωτικά με την Τουρκία, προκαλώντας έντονα προβλήματα στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ.
Αυτή τη φορά, η απειλή της εκτοξεύεται με εκτός πολιτικής και νομικής λογικής σαθρά επιχειρήματα και με στόχο τον εξαναγκασμό της χώρας μας για αφοπλισμό των απειλούμενων από την Τουρκία νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Το καθεστώς Ερντογάν θορυβεί προσπαθώντας να επιδείξει νέο «δυναμισμό» στο Αιγαίο, καθώς έχει κορυφωθεί ο προβληματισμός του από τη συμφωνία Ελλάδας - ΗΠΑ, που ήρθε αμέσως μετά την ελληνο-γαλλική αμυντική - στρατηγική συμφωνία.
Και για την αμερικανική πλευρά αποτελεί «εμβάθυνση της συμμαχίας των ΗΠΑ με έναν αξιόπιστο σύμμαχο, πυλώνα σταθερότητας», τον οποίον οι ΗΠΑ «ευγνωμονούν», όπως δήλωσε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, κ. Μπλίνκεν.
Την ίδια ώρα, από την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα η Ελλάδα χαρακτηριζόταν «απαραίτητος εταίρος των ΗΠΑ». Η συμφωνία αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ, που υπογράφτηκε προχθές στην Ουάσινγκτον, είναι ένα σημαντικό στρατηγικής αξίας κείμενο πολλαπλών αναγνώσεων, που εξυπηρετεί στρατηγικές ανάγκες των ΗΠΑ και παράλληλα αφορά ελληνικά συμφέροντα ασφαλείας αλλά και τη σταθερότητα μιας ευρείας περιοχής.
Έως το Σουέζ
Πέρα από τα πρώτου βαθμού ενδιαφέροντα «τεχνικά» στρατιωτικά ζητήματα και τα υψηλού τεχνολογικού ενδιαφέροντος σημεία της, η νέα συμφωνία επηρεάζει γεωπολιτικές ισορροπίες από τη Μαύρη Θάλασσα έως το Σουέζ.Πρόκειται για συμφωνία η οποία εντάσσεται συνδυαστικά στο πεδίο του συνεχιζόμενου στρατηγικού διαλόγου Ελλάδας - ΗΠΑ για περιφερειακή συνεργασία και ασφάλεια, η οποία δεν περιορίζεται στη στάθμευση των τεσσάρων βάσεων, Αλεξανδρούπολης, Λάρισας, Στεφανοβικείου και Σούδας, αλλά περιλαμβάνει και πτυχές οικονομίας και βελτίωσης τεχνολογικών υποδομών που ενδιαφέρουν την Ελλάδα αλλά και τις ΗΠΑ.
Υπογράφοντας τη MDCA, η ελληνική ηγεσία υπογραμμίζει την απόφασή της για διευρυμένη εξωστρέφεια της εξωτερικής πολιτικής και των υποθέσεων εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας ως αξιόπιστης χώρας-μέλους της Δυτικής Συμμαχίας, χώρας «βαθιά ριζωμένης στο ΝΑΤΟ».
Αναφορά στην Τουρκία
Στην Ουάσινγκτον, ο κ. Δένδιας δεν παρέλειψε να τονίσει ιδιαιτέρως προς την αμερικανική πλευρά ότι η Τουρκία απειλεί την Ελλάδα με πόλεμο και αντιμετωπίζει καθημερινά προκλήσεις με παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου. Και ανέδειξε, ενώπιον του κ. Μπλίνκεν, το ζήτημα της «διαφύλαξης της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας» των συμβαλλόμενων χωρών. Ο κ. Νίκος Δένδιας εντέχνως συνδύασε το ζήτημα της αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ με την πρόσφατη συμφωνία Ελλάδας - Γαλλίας ως εξέλιξης θετικής και για το ΝΑΤΟ και τις θέσεις της Ευρώπης. Το ενδιαφέρον της αποστολής Δένδια στις ΗΠΑ συμπληρώνεται με τη συνάντηση που είχε εκεί με τον ομόλογό του του Ισραήλ, κ. Λαπίντ.Ο Ελληνας υπουργός, με πρόσφατη τη συμφωνία για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας - Αιγύπτου, μίλησε για «εμβάθυνση της στρατηγικής σχέσης και συνεργασίας με το Ισραήλ», στέλνοντας, έτσι, από τις ΗΠΑ και «μήνυμα» προς την Άγκυρα ότι οι μεσογειακές συμμαχίες της Ελλάδας ενδυναμώνονται.
Διπλωματικοί παράγοντες στην Αθήνα σημειώνουν ότι η στήριξη ασφαλείας την οποία μπορεί να υπολογίζει από την Ουάσινγκτον σήμερα η ελληνική πλευρά, μέσα απ’ το πλαίσιο της αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ, θα προέκυπτε σ’ ένα στρατηγικό τοπίο διαφορετικό από εκείνο που οδήγησε τις ΗΠΑ στην «επιστολή» του Χένρι Κίσινγκερ προς τον Δ. Μπίτσιο.
Οι άριστες σχέσεις
Τότε, τη δεκαετία ’70, οι συμμαχικές σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Τουρκία ήταν άριστες, γι’ αυτό και οι ΗΠΑ απέφυγαν να δώσουν καθαρή «εγγύηση ασφαλείας» έναντι τουρκικών ενεργειών το 1975 και ο πολύς Χένρι Κίσινγκερ διατηρούσε, την ίδια ώρα, τη δική του «αλληλογραφία» με την Αγκυρα, η οποία φιλοξενούσε πολύτιμες αμερικανικές βάσεις. Σήμερα, προσθέτουν οι ίδιες πηγές, η Αθήνα συνομιλεί όχι μόνο στρατιωτικά, αλλά και στρατηγικά ευθέως με την Ουάσινγκτον σε περίοδο κατά την οποία η Τουρκία δεν είναι πλέον ο σταθερός, αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ, ούτε το Στ. Ντιπάρτμεντ συνομιλεί από την «πίσω πόρτα» με την Άγκυρα. Επίσης, μαίνεται, επιπλέον, από το υπουργείο Εξωτερικών ότι το πλέγμα των αμερικανικών βάσεων στα εδάφη της Ελλάδας «βλέπει» όχι μόνο προς τη Μεσόγειο και προς τη συμμαχία «3+1», αλλά και προς τη Ρωσία, τη χώρα δηλαδή που συνεργάζεται στρατιωτικά με την Τουρκία, προκαλώντας έντονα προβλήματα στις ΗΠΑ και στο ΝΑΤΟ.
Τουρκικοί προβληματισμοί
Η Άγκυρα δικαίως προβληματίζεται. Γνωρίζει ότι όσα συμφώνησαν και υπέγραψαν στις ΗΠΑ οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών δεν αφορούν την Τουρκία, αλλά επηρεάζουν θετικά τη γεωπολιτική ισορροπία της Ελλάδας στην περιοχή. Η στρατηγική αναβάθμισή της είναι δεδομένη μετά τις εξελίξεις αυτής της χρονιάς με Γαλλία και ΗΠΑ. Η ελληνο-αμερικανική συμφωνία MDCA έχει και μια πρόσθετη βαρύτητα για την Αθήνα, καθώς υπογράφτηκε σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η Άγκυρα έχει εντείνει την πολεμική της κατά της Ελλάδας, προσθέτοντας στην επιθετική πολιτική της ακόμα ένα «casus belli».Αυτή τη φορά, η απειλή της εκτοξεύεται με εκτός πολιτικής και νομικής λογικής σαθρά επιχειρήματα και με στόχο τον εξαναγκασμό της χώρας μας για αφοπλισμό των απειλούμενων από την Τουρκία νησιών του Ανατολικού Αιγαίου. Το καθεστώς Ερντογάν θορυβεί προσπαθώντας να επιδείξει νέο «δυναμισμό» στο Αιγαίο, καθώς έχει κορυφωθεί ο προβληματισμός του από τη συμφωνία Ελλάδας - ΗΠΑ, που ήρθε αμέσως μετά την ελληνο-γαλλική αμυντική - στρατηγική συμφωνία.