H Μόσχα άναψε φωτιά στην Ευρώπη, το σύστημα ευρωπαϊκής ασφαλείας κλονίζεται και οι ηγεσίες της Ε.Ε. βρίσκονται μπροστά σε μια ρευστή κατάσταση, που βασικά ορίζεται από τη στάση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ απέναντι στον «κατακτητή» των εδαφών της Ουκρανίας, Ρώσο πρόεδρο Πούτιν. Η χώρα μας μετέχει των εξελίξεων. Το διαπιστωμένο, πλέον, βίαιο τέλος της μεταψυχροπολεμικής εποχής και της «νέας τάξης» δεν βρίσκει βέβαια την Ελλάδα σε «κενό».

Η χώρα έχει σταθερά επιλέξει τη σύμπλευσή της με τα όσα αποφασίζει η ευρω-ατλαντική Δύση για τη Ρωσία, κινείται σταθερά επάνω στην αμερικανική «γραμμή», αλλά είναι υποχρεωμένη και να αναζητά πάντοτε «σταθερές» εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφαλείας.

Οι κανονιές που έριξε στην Ουκρανία η Μόσχα άνοιξαν τον «ασκό του Αιόλου», με αποτέλεσμα θυελλώδεις άνεμοι να σαρώνουν τώρα όλη την Ευρώπη και να διαφαίνονται στον ευρύτερο ευρωπαϊκό ορίζοντα γεωπολιτικές «τακτοποιήσεις», που φυσικά θα αφορούν και τη θέση της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή. Η κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη δεν αγνοεί αυτή την ώρα ότι τα πολεμικά γεγονότα της Ουκρανίας διαδραματίζονται πλέον σε περιοχές που δεν βρίσκονται μακριά από βαλκανικές χώρες οι οποίες βρέχονται από τη ρωσικού ενδιαφέροντος Μαύρη Θάλασσα. Ούτε αγνοεί η Αθήνα ότι τον δικό της ρόλο παίζει κοντά στις εστίες του δράματος η Τουρκία.

οκ

Τα δεδομένα

Η ελληνική διπλωματία μελετά αυτή την ώρα τα δεδομένα της υπόθεσης του πολέμου στην Ουκρανία, που συγκλονίζει την Ευρώπη, αλλά και προδιαγράφει μεγάλες αλλαγές μέσα από το φλεγόμενο «τρίγωνο» Ε.Ε., ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και Ρωσία. Στο υπουργείο Εξωτερικών πλειοψηφεί η εκτίμηση διπλωματών που υποστηρίζουν ότι οι νατοϊκές δυνάμεις της Δύσης με επικεφαλής τις ΗΠΑ θα ακολουθήσουν δυναμικές πολιτικές, με στόχο τον μεγαλύτερο δυνατό περιορισμό (αν όχι και μηδενισμό) της παρουσίας των Ρώσων στην ευρωπαϊκή ήπειρο σε πολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό πεδίο.

Οι ίδιοι κύκλοι εκτιμούν ότι από το ζήτημα της Ουκρανίας θα προκύψει τελικώς στη διχασμένη Ευρώπη μια «ειρήνευση», όπου βασικός πρωταγωνιστής θα είναι οι ΗΠΑ, με την αμερικανική ηγεσία Μπάιντεν να επιχειρεί ουσιαστικά μια «επανακατάκτηση» της Ευρώπης.

Και στο πλαίσιο αυτό θα προωθηθεί η νέα προσπάθεια «ενοποίησης» των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που σήμερα βρέθηκε αδύναμη και χωρίς εσωτερική συνοχή μπροστά στις εξελίξεις που οδήγησαν στην υπόθεση του πολέμου στην Ουκρανία. Οι κινήσεις των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ σε αυτή την ιστορία απέδειξαν την πολιτική παρακμή των «ισχυρών» της Ευρώπης και τη στρατηγική απουσία τους από τον ευρωπαϊκό χώρο. Η ελληνική ηγεσία εκτιμά ότι μέσα από το δράμα της Ουκρανίας και τους προβληματισμούς της αδύναμης Ευρώπης η Ελλάδα βγαίνει στρατηγικά αναβαθμισμένη και ότι, συνεπώς, θα πρέπει να παραμένει στο εξής απολύτως ευθυγραμμισμένη με τις στρατηγικές των ΗΠΑ και στην Ευρώπη και στην περιοχή μας.

Στο πεδίο της Ε.Ε. η ελληνική ηγεσία θα έχει να τοποθετηθεί στις προκλήσεις που θα γεννούν το θέμα του επανεξοπλισμού της Γερμανίας, η υπόθεση του γαλλο-γερμανικού «ευρωπαϊκού στρατού», καθώς και το μείζον ζήτημα του ρόλου που θα έχει να παίξει το Βερολίνο στο πλαίσιο των όρων μιας νέας προσπάθειας της Ε.Ε. για «ενότητα» των Ευρωπαίων (Η Αθήνα σημειώνει βέβαια και το ότι οι ΗΠΑ ήδη φρόντισαν να κλείσουν κάποιους «λογαριασμούς» τους με τη Γερμανία, που υποχρεώθηκε να συμφωνήσει με την αμερικανική «λογική» σχετικά με τον ενεργειακό αγωγό Nord Stream 2, που έμεινε στον βυθό της Βαλτικής).

Το νέο σκηνικό που διαμορφώνουν Αμερικανοί και ΝΑΤΟ, Μόσχα, Ε.Ε. και Γερμανία και ο ρόλος της Τουρκίας


Η ελληνική διπλωματία ενώπιον των καταστάσεων που τείνουν να διαμορφωθούν στον ευρωπαϊκό χώρο μέσα από το ουκρανικό ζήτημα συγκεντρώνει την προσοχή της σε υποθέσεις που αφορούν την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας. Από τη Μαύρη Θάλασσα έως την Ανατολική Μεσόγειο, η Αθήνα, με δεδομένη τη διάρρηξη των σχέσεών της με τη Μόσχα, αναμένει να διαπιστώσει αν θα υπάρξουν νέες επιθετικές κινήσεις ή αλλαγές στην «αναθεωρητική» πολιτική της Τουρκίας, καθώς και πώς θα κινηθεί ειδικότερα στο πεδίο των σχέσεών της με τη Ρωσία.

Το υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθεί, παραλλήλως, αν τελικώς θα καταλήξει ή όχι η Τουρκία στην «αγκαλιά» της ΝΑΤΟϊκής Δύσης, εγκαταλείποντας τις συμπεριφορές του «απείθαρχου» συμμάχου της. Διπλωματικοί κύκλοι εκτιμούν ότι από αυτό θα εξαρτηθούν οι σχέσεις της Άγκυρας με την Ε.Ε. και η εξέλιξη των υποθέσεων που κρατάει «ανοικτές» ο επιθετικός τουρκικός «αναθεωρητισμός» απέναντι στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Σημασία για την Αθήνα έχει επίσης να διαπιστωθεί ο βαθμός της παρουσίας των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο. Η κυβέρνηση δεν πιστεύει ότι ειδικά στην παρούσα συγκυρία ο Ερντογάν θα αποτολμούσε μια στρατιωτική επιχείρηση στο Αιγαίο ή στην Κύπρο, αλλά γνωρίζει και ότι η Άγκυρα διατηρεί στο ακέραιο τις νεο-οθωμανικές φιλοδοξίες της, περιμένοντας μια «κατάλληλη» στιγμή για να αξιοποιήσει τα «πλεονεκτήματα» που εκτιμά ότι διατηρεί στην περιοχή.

Τώρα, η Αθήνα περιμένει επίσης να διαπιστώσει κατά πόσον η Γερμανία στο νέο ευρωπαϊκό «ενοποιητικό» σκηνικό θα εξακολουθήσει να υποστηρίζει στην Ε.Ε. τον «αναθεωρητισμό» της Τουρκίας, καθώς και τις αντίθετες στο ΝΑΤΟ σχέσεις στρατιωτικής συνεργασίας της Άγκυρας με τη Ρωσία.