«Το αίτημα του Ρώσου προέδρου που θέλει τις πληρωμές του φυσικού αερίου να γίνεται σε ρούβλια δεν μπορεί να γίνει για τα υφιστάμενα συμβόλαια», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Μπρα ντε φερ» με τους δημοσιογράφους Δημήτρη Τάκη και Χριστίνα Κοραή, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.

Ο κ. Βαρβιτσιώτης σημείωσε πως θα πρέπει να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση του συνολικού συμβολαίου.

Την ίδια στιγμή εκτίμησε ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα πιέσει την Ευρώπη αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εμείς θα υποχωρήσουμε.

Πάράλληλα ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών ανέφερε πως η Ευρώπη κάνει προσπάθεια να γεμίσει τις δεξαμενές φυσικού αερίου για τον επόμενο χειμώνα.

Για το πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου, πρόταση που έχει καταθέσει η Ελλάδα, ο κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε πως οι χώρες της ΕΕ θα πρέπει να συνεργαστούν και να δώσουν στην Κομισιόν τα συμβόλαια τους.

Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη του Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη στα Παραπολιτικά 90,1 

Αναφορικά με το αίτημα της Ρωσίας να πληρωθεί το φυσικό αέριο σε ρούβλια, ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών σημείωσε: «Νομίζω ότι αυτό το οποίο ζητάει η Ρωσία να πληρωθεί σε ρούβλια δεν μπορεί να γίνει με τα υφιστάμενα συμβόλαια. Αυτή είναι η απάντηση την οποία έλαβε ο πρόεδρος Πούτιν στην απαίτησή του από τους γερμανούς αλλά είναι και ο κοινός τόπος σχεδόν όλων των ευρωπαίων που αγοράζουν ρωσική ενέργεια. Αυτή η αλλαγή του νομίσματος δεν μπορεί να έρθει έτσι ξαφνικά, πρέπει να υπάρχει μια επαναδιαπραγμάτευση του συνολικού συμβολαίου. Δεν φαίνεται να υπάρχει διάθεση από τη ρωσική πλευρά για μια τέτοια επαναδιαπραγμάτευση η οποία μπορεί να σήμαινε και κάποια αλλαγή και στην τιμή ώστε να μπορούμε να συζητάμε κάτι τέτοιο».

«Είναι σίγουρο ότι ο κ. Πούτιν θα προσπαθήσει να πιέσει την Ευρώπη, δεν σημαίνει ότι επειδή θα την πιέσει εμείς θα καμφθούμε άμεσα και δεν σημαίνει ότι θα δεχτούμε χωρίς καμία διαπραγμάτευση τους οποιοσδήποτε όρους θέτει. Έχουν επιβληθεί κυρώσεις οι οποίες είναι άσχετες με τα συμβόλαια αυτά, έχουν σχέση με την επιθετική πολιτική απέναντι στην Ουκρανία και τον πόλεμο που διεξάγεται εκεί, αν ο κ. Πούτιν αποφασίσει να σταματήσει τον πόλεμο δεν θα υπάρχει δέσμευση αυτών των κονδυλίων», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Υπάρχουν τράπεζες που αυτή τη στιγμή δεν είναι μέσα στο πλαίσιο των κυρώσεων και οι οποίες εξυπηρετούν την ενέργεια και τις αγορές του φυσικού αερίου και βεβαίως όσο και να συζητάμε για τις εναλλακτικές πηγές προμήθειας τόσο για την Ευρώπη αλλά και τις εναλλακτικές αγορές για το ρωσικό φυσικό αέριο δηλαδή που αλλού μπορεί να πουλήσει το φυσικό αέριο η Ρωσία δεν τα συζητάμε άμεσα γιατί δεν υπάρχουν άλλοι αγωγοί πλην από αυτών που φέρνουν φυσικό αέριο από τη Ρωσία στην Ευρώπη», υπογράμμισε ο ίδιος.

Ερωτηθείς αν υπάρχει το ενδεχόμενο να μπει μελλοντικά δελτίο στην ενέργεια, ο κ. Βαρβιτσιώτης απάντησε: «Αυτό που αποφασίσαμε στη Σύνοδο Κορυφής είναι ότι η Ευρώπη θα κάνει μια προσπάθεια να είναι έτοιμη τον επόμενο χειμώνα με πλήρωση των δεξαμενών της φυσικού αερίου κατά 90%. Αυτό σημαίνει δηλαδή ότι μέσα στο επόμενο εξάμηνο η Ευρώπη θα έχει προσπαθήσει να γεμίσει τις δεξαμενές του φυσικού αερίου ώστε να μην υπάρχει αυτό το ενδεχόμενο δηλαδή να στερέψουν οι κάνουλες του φυσικού αερίου και να κρυώσει η Ευρώπη. Είναι κάτι το οποίο κάποιοι θεωρούν ότι είναι παράτολμο γιατί είναι ακριβές οι τιμές αυτή τη στιγμή, όπως οι Ολλανδοί που θέσαν το θέμα της ακρίβειας και δεν θεωρούν ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε άμεσα και δραστικά σε αυτό το μέτρο όμως σίγουρο είναι ότι όλοι προετοιμαζόμαστε ώστε να έχουμε μεγαλύτερη αποθηκευτική δυνατότητα και πολλαπλές και διαφορετικές πηγές προμήθειας φυσικού αερίου ώστε να μην εξαρτηθούμε από τον οποιοδήποτε τέτοιο εκβιασμό».

Ερωτηθείς πότε θα παρθούν οι αποφάσεις από την Ευρώπη, ανέφερε: «Μπορεί να είναι τον Μάιο, μπορεί να είναι σε έκτακτη Σύνοδο μέσα στο καλοκαίρι, είναι σίγουρο ότι θα ληφθούν αποφάσεις. Δόθηκε η εντολή στην Κομισιόν η οποία πρέπει να προχωρήσει σε πολύ συγκεκριμένες μελέτες και να έρθει με τις συγκεκριμένες προτάσεις. Η μια είναι για να τεθεί το πλαφόν στο φυσικό αέριο, πρόταση που είναι και του πρωθυπουργού. Αυτή η πρόταση σημαίνει ότι οι χώρες θα πρέπει να συνεργαστούν και να δώσουνε στην Κομισιόν τα συμβόλαιά τους. Όντως το πλαφόν στις τιμές ίσως είναι η πρόταση η οποία δεν συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες. Η δεύτερη πρόταση αφορά την αποδέσμευση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου».

«Η Ισπανία και η Πορτογαλία επειδή δεν είναι διασυνδεδεμένες και δεν αποτελούνε μέρος του ευρωπαϊκού συστήματος ενέργειας γιατί δεν έχουν ούτε καλώδια που να τους συνδέουν με τη Γαλλία ούτε αγωγούς φυσικού αερίου πετύχανε να κάνουν μια δικιά τους περιφερειακή μικρή αγορά την οποία θα μπορούν να την ρυθμίσουν με διαφορετικούς κανόνες. Οι υπόλοιπες χώρες όμως είμαστε διασυνδεδεμένες και οποιασδήποτε εξελίξεις στην τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος πχ στη Γερμανία επηρεάζουν την Ελλάδα και το αντίστροφο», συνέχισε.

Αναφορικά με την κριτική της αντιπολίτευσης ότι θα μπορούσαμε να ζητήσουμε και εμείς κάτι παρόμοιο με την Ισπανία λόγω του προβλήματος διασύνδεσης των νησιών, ο κ. Βαρβιστιώτης δήλωσε: «Καταρχάς η κατανάλωση των νησιών που δεν είναι διασυνδεδεμένα είναι πολύ μικρή. Το πρόγραμμα της διασύνδεσης των νησιών έχει ξεκινήσει και σε ένα μεγάλο του κομμάτι υλοποιήθηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άρα δεν νομίζω ότι ευσταθεί αυτό το οποίο λένε. Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνεται η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος είναι με την τελευταία προσφερόμενη τιμή δηλαδή όποιος μπαίνει στο σύστημα τελευταίος αυτός διαμορφώνει και κλειδώνει την τιμή δηλαδή το ακριβότερο. Επειδή το φυσικό αέριο έχει ανέβει πάρα πολύ και το κόστος της παραγωγής ηλεκτρισμού από φυσικό αέριο είναι πάρα πολύ ακριβό αυτό που ζήτησε και ο Πρωθυπουργός είναι να αποσυνδεθεί το φυσικό αέριο από τη συνολική τιμή του συστήματος».

«Αυτό το οποίο είπαμε είναι να υπάρχει ένας expert από την κάθε κυβέρνηση ο οποίος να συμβουλεύσει την Κομισιόν γιατί αυτό που διαπιστώθηκε είναι ότι δεν υπάρχει καμία χώρα η οποία να έχει το ίδιο μείγμα ενέργειας με κάποια άλλη χώρα, με εξαίρεση την Ισπανία και την Πορτογαλία που μπορούν να κάνουν το δικό τους γκρουπ, οι υπόλοιπες χώρες έχουμε πολύ διαφορετικά μείγματα ενέργειας και να μπορέσουμε να βρούμε ποιος θα είναι ο τρόπος που τεχνικά και χωρίς να δημιουργήσει πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα στην αγορά να γίνει αυτή η αποσύνδεση. Το τρίτο που μας αφορά είναι οι ενέργειες τις οποίες κάνουμε για την αύξηση της δικιάς μας δυνατότητα προμήθειας φυσικού αερίου», συμπλήρωσε.

Ερωτηθείς αν είμαστε έτοιμοι σαν χώρα για το χείριστο σενάριο, ο αναπληρωτής υπουργός είπε: «Πρώτα απ’ όλα δείξαμε ότι μπορούμε να καταφέρουμε σε ένα μεγάλο ποσοστό να μειώσουμε την εξάρτησή μας από φυσικό αέριο που προέρχεται από τη Ρωσία. Το καταφέραμε μειώσαμε περίπου κατά 10%, δηλαδή μειώσαμε από το 40% στο 30% την εξάρτησή μας ήδη μέσα στο χειμώνα. Το δεύτερο είναι ότι με τις αυξημένες τιμές του κόστους του φυσικού αερίου έχουν ξαναμπεί μπρος τα λιγνιτικά γιατί το κόστος των ρύπων που τα κάνανε ασύμφορα οικονομικά δεν είναι κάτι το οποίο μπορεί να μας στερήσει την παραγωγή από λιγνίτη. Και το τρίτο είναι ότι εξετάζει η κυβέρνηση τους τρόπους με τους οποίους θα ενισχύσει τις προμήθειες σε LNG, θα πολλαπλασιάσει τις αποθηκευτικές της δυνατότητες».

Ερωτηθεις πόσο χρόνο πιστεύει ότι θα χρειαστεί ώστε να ομαλοποιηθεί και οικονομικά η κατάσταση μετά την παύση του πολέμου στην Ουκρανία, απάντησε: «Δεν μπορώ να κάνω μια τέτοια εκτίμηση. Πρώτα απ’ όλα δεν θεωρώ ότι οι κυρώσεις θα αρθούν όλες συνολικά και με ένα μαγικό ραβδί σε ένα βράδυ. Θα υπάρχει μια σταδιακή αποκλιμάκωση των κυρώσεων. Οι κυρώσεις θα μείνουν οπωσδήποτε στη Ρωσία για το γεγονός της παράνομης εισβολής και είναι σίγουρο ότι οι χώρες όπως οι πρώην ανατολικοευρωπαϊκές θα είναι αυτά που θα πουν ''τελείωσε η ρωσική απειλή''. Συζητάμε όμως για μια αποκλιμάκωση που έχουν να κάνουν με τα συναλλαγές πράγμα το οποίο θα διευκολύνει αυτά τα πράγματα».

Αναφορικά με τις τουρκικές προκλήσεις, τοποθετήθηκε λέγοντας: «Υπάρχουν οι δηλώσεις που απευθύνονται στο εσωτερικό και οι δηλώσεις που απευθύνονται στο εξωτερικό. Νομίζω ότι πολλές φορές υπερβάλλουμε στην κάλυψη δηλώσεων που αφορούν παράγοντες που δεν ασκούν εξωτερική πολιτική. Αυτό είναι ένα πρώτο σχόλιο, το δεύτερο σχόλιο έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο η Τουρκία εκφράζει τον αναθεωρητισμό της και αυτόν τον εξέφρασε μέσα από τις επιστολές τις οποίες έστειλε στον ΟΗΕ και τις οποίες δεν έχει πάρει πίσω. Στις οποίες αμφισβητεί όντως την ελληνική επικυριαρχία των νησιών γιατί θεωρεί ότι στρατικοποίηση των νησιών η οποία έχει γίνει για να αμυνθούμε απέναντι την τουρκική απειλή ουσιαστικά ακυρώνει και την ίδια τη μεταφορά της κυριαρχίας από άλλες δυνάμεις προς την Ελλάδα των νησιών του ανατολικού Αιγαίου γιατί είναι διάφορες οι συνθήκες με τις οποίες έχει γίνει αυτή η επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας.

«Αυτές έχουν απαντηθεί στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών, συνεχίζουμε να κάνουμε αυτή τη διπλωματική προσπάθεια και δεν θα σταματήσουμε να κάνουμε ποτέ αυτή τη διπλωματική προσπάθεια αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να ζούμε και με το γείτονα μας σε μια κατάσταση η οποία θα οδηγείται διαρκώς στα κόκκινα όπως τα ζήσαμε το καλοκαίρι του ‘20 ή σε ένα κλίμα διαρκούς πολεμικής προετοιμασίας. Έχουμε και την αμυντική ανάπτυξη την οποία κάνουμε και τη θωράκιση της χώρας αλλά από την άλλη θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρχει ένα επίπεδο επικοινωνίας με τη γείτονα για τα ζωντανά θέματα ασφάλειας που έχουμε. Αυτά έκανε ο Πρωθυπουργός με τον Ερντογάν γιατί ακούω ''γιατί μίλησε με τον Ερντογάν;''. Η Ελλάδα δεν σταματάει ποτέ να μιλά και ιδιαίτερα να μιλάει με τους γείτονες της αυτό δεν σημαίνει ότι διαπραγματεύεται ή ότι υποχωρεί στα θέματα εθνικής κυριαρχίας», κατέληξε.