Στα ύψη έφτασε η αντιπαράθεση στην Βουλή μεταξύ του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, Θεόδωρου Σκυλακάκη και του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ευκλείδη Τσακαλώτου.

Απαντήσεις σχετικά με την φορολόγηση των υπερκερδών των εταιριών ενέργειας, έδωσε από το βήμα της Βουλής ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης στον Ευκλείδη Τσακαλώτο ο οποίος κατά την συζήτηση επί της τροπολογίας για τον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, ζήτησε από τον κ. Σκυλακάκη να εξηγήσει γιατί δεν υπολογίζουν στο υπουργείο Οικονομικών, τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας.

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «το να υπολογίσετε υπερκέρδη δεν είναι εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Να σας δώσω παλιούς μου φοιτητές να υπολογίσετε! Αλλιώς κάντε, ότι ο Μακρόν, τους καλεί κάθε μέρα και τους ρωτά το κόστος, κάθε μέρα» είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών απάντησε πως: «Οι ΑΠΕ έχουν ταρίφες είναι δεδομένο τι κέρδη έχουν, δεν υπάρχουν υπερκέρδη με ταρίφες. Η ΔΕΗ έδωσε, 109 μεγάλες εκπτώσεις στο προηγούμενο διάστημα! Έχει υπερκέρδη; Θα το δούμε! Μας ενδιαφέρει απολύτως αν υπάρχουν υπερκέρδη, γιατί θα τα φορολογήσουμε στο 90% και θα έρθει στη Βουλή τις επόμενες μέρες ο τρόπος φορολόγησής τους. Ενδιαμέσως η ΡΑΕ προσπαθεί, να καταγράψει και θα διαπιστώσουμε τι ακριβώς συμβαίνει!».

Ο κ. Σκυλακάκης συνέστησε «υπομονή», ανακοινώνοντας πως« τα υπερκέρδη θα τα διαπιστώσουμε και θα τα φορολογήσουμε και δεσμευόμαστε ως κυβέρνηση ότι και το τελευταίο ευρώ που θα βρεθεί θα πάει πίσω στον καταναλωτή ηλεκτρικής ενέργειας».

Αναφερόμενος στην ενεργειακή κρίση ο αναπληρωτής  υπουργός τόνισε πως «δεν θα είναι εύκολη η πορεία, η αλλαγή παραδείγματος και η ταχεία απεξάρτηση από Ρωσικό αέριο, σημαίνει αυξημένες τιμές ενέργειας τα επόμενα χρόνια! Αυτή είναι η πραγματικότητα για Ευρώπη που δεν τη διαλέξαμε, γιατί δεν το διαλέξαμε εμείς τον πόλεμο. Θα πρέπει να προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα, το κλειδί είναι να έχουμε ταχύτερη ανάπτυξη από τις προβλέψεις. Αυτή είναι η λύση για επόμενα χρόνια για να καλύπτουμε ανάγκες, κοινωνικές και δημοσιονομικές και τις ανάγκες του λαού που μας εμπιστεύτηκε τις τύχες του».