Την οδό της διεθνοποίησης των προκλήσεων και της επιθετικής συµπεριφοράς της Τουρκίας επιλέγει σταθερά η κυβέρνηση, µε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη να έχει αναδείξει το θέµα σε όλα τα διεθνή fora όπου έχει συµµετάσχει το τελευταίο διάστηµα (Κογκρέσο, Ευρωπαϊκό Συµβούλιο, Συνέδριο Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόµµατος). Ηδη τις τελευταίες ηµέρες η στρατηγική αυτή έχει αποδώσει καρπούς, καθώς η Ουάσινγκτον και το Βερολίνο υπερασπίστηκαν δηµόσια και απερίφραστα την ελληνική εθνική κυριαρχία, ενώ ο Εµανουέλ Μακρόν είπε ότι «κανείς δεν µπορεί να θέτει σε κίνδυνο σήµερα την κυριαρχία ορισµένων κρατών-µελών και πιστεύω ότι οι δηλώσεις αυτές (σ.σ.: οι τουρκικές) πρέπει να καταδικαστούν το ταχύτερο».

mitsotakis

Η ξεκάθαρη στάση του πρωθυπουργού

Τον ίδιο δρόµο θα ακολουθήσει ο πρωθυπουργός και στις ιδιαίτερα κρίσιµες, µέσα σε αυτή τη διεθνή συγκυρία, συνόδους στις οποίες θα συµµετάσχει το προσεχές διάστηµα. Πρώτες έρχονται την ερχόµενη Παρασκευή, 10 Ιουνίου, στη Θεσσαλονίκη, η Σύνοδος Κορυφής και η Σύνοδος των Υπουργών Εξωτερικών της ∆ιαδικασίας Συνεργασίας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (SEECP). Σε αυτό το περιφερειακό σχήµα µάλιστα συµµετέχει και η Τουρκία, η οποία ωστόσο δεν έχει απαντήσει ακόµα αν θα εκπροσωπηθεί σε αυτή τη σύνοδο, αν και κάτι τέτοιο κρίνεται πλέον αµφίβολο.

Ακολουθεί την Πέµπτη 23 Ιουνίου η Σύνοδος Ευρωπαϊκής Ενωσης - ∆υτικών Βαλκανίων και αµέσως µετά, την ίδια ηµέρα και την Παρασκευή 24 Ιουνίου, θα πραγµατοποιηθεί η τακτική Σύνοδος Κορυφής της Ε.Ε. Εκεί, όπως αποκάλυψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη Τύπου µετά την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής προ ηµερών, προτίθεται να ζητήσει από τους Ευρωπαίους οµολόγους του, εφόσον η Τουρκία επιµείνει σε αυτή την παράλογη και αδιέξοδη στρατηγική, να συζητηθεί ξανά το ζήτηµα αυτό. Η συζήτηση αυτή, δε, να καταλήξει σε σαφή αναφορά στο κείµενο συµπερασµάτων του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου, µε µια ρητή και ξεκάθαρη καταδίκη αυτής της νέας, παντελώς περιττής και αχρείαστης τουρκικής προκλητικότητας, όπως επεσήµανε ο Ελληνας πρωθυπουργός.

Τις προηγούµενες ηµέρες τόσο η Ουάσινγκτον όσο και το Βερολίνο υπερασπίστηκαν δηµόσια και απερίφραστα την ελληνική εθνική κυριαρχία


Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ

Το τέταρτο µείζον διεθνές forum µέσα στον Ιούνιο στο οποίο θα επιµείνει ο κ. Μητσοτάκης στην ανάδειξη του προβλήµατος που δηµιουργεί η Τουρκία είναι η Σύνοδος του ΝΑΤΟ, που είναι προγραµµατισµένη να γίνει στη Μαδρίτη στις 29 και 30 του µηνός. Εκεί, ο πρωθυπουργός έχει δύο «όπλα»: την καθαρή θέση που έχει πάρει εξαρχής υπέρ της ένταξης της Φινλανδίας και της Σουηδίας στη Βορειοατλαντική Συµµαχία – εξάλλου η Φινλανδή πρωθυπουργός, Σάνα Μαρίν, είχε επιλέξει την Αθήνα και το Μέγαρο Μαξίµου για να ανακοινώσει πρώτη φορά, στο τέλος Απριλίου, δηµόσια την πρόθεσή της να υποβάλει αίτηµα ένταξης της χώρας της στο ΝΑΤΟ. Το δεύτερο «όπλο» είναι η ανάγκη της Συµµαχίας για ενότητα και σταθερότητα, εν µέσω του συνεχιζόµενου πολέµου στην Ουκρανία. «Το τελευταίο πράγµα που χρειαζόµαστε τώρα στο ΝΑΤΟ είναι µία ακόµη πηγή γεωπολιτικής αστάθειας στην Ανατολική Μεσόγειο», επισηµαίνει στους διεθνείς συνοµιλητές του ο Ελληνας πρωθυπουργός.

Ενίσχυση της χώρας

«Έχουµε κάνει τα πάντα για να ενισχύσουµε τη θέση της χώρας µας», αναφέρει στα «Π» συνεργάτης του πρωθυπουργού, κάνοντας ειδική αναφορά στην εµβάθυνση της συµµαχίας µε τις ΗΠΑ, µε αιχµή του δόρατος την ανανέωση της συµφωνίας αµοιβαίας αµυντικής συνεργασίας (MDCA), την ενίσχυση της συνεργασίας µε τη Γαλλία και την αναβάθµιση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας. Υπογραµµίζει παράλληλα ότι η κυβέρνηση δεν θα παρακολουθήσει τον Ερντογάν στο κρεσέντο αυτό των προκλητικών δηλώσεων στο οποίο έχει επιδοθεί, αλλά ότι σε κάθε περίπτωση η Ελλάδα είναι έτοιµη να αντιµετωπίσει οποιοδήποτε ενδεχόµενο και κάθε απειλή.

Τα δύο «όπλα» στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη και η ανάγνωση των γεγονότων από το Μαξίµου


Η «ανάγνωση» των γεγονότων που κάνει το Μέγαρο Μαξίµου οδηγεί στο συµπέρασµα ότι δύσκολα θα πάρει το ρίσκο της κλιµάκωσης στο Αιγαίο ή στην Ανατολική Μεσόγειο ο Ταγίπ Ερντογάν, σε µια περίοδο που σύσσωµο το ΝΑΤΟ δεν επιθυµεί άλλο µέτωπο, ειδικά µάλιστα στο εσωτερικό του, όπου ο ίδιος δεν θα ήθελε να µπει στο ίδιο «κάδρο» µε τον Βλαντιµίρ Πούτιν –κάτι που για παράδειγµα έκανε το γαλλικό περιοδικό «Le Point» στο τελευταίο του τεύχος, ταυτίζοντας τους δύο ηγέτες–, αλλά και σε µια περίοδο που η τουρκική οικονοµία βιώνει διαρκείς κλυδωνισµούς. Αυτό, φυσικά, µόνο σε εφησυχασµό δεν µεταφράζεται στην Αθήνα, που παραµένει σε διαρκή επαγρύπνηση και επιφυλακή.