Κατά πλειοψηφία ψηφίσθηκε επί της αρχής το σχέδιο νόμου του υπουργείου Εσωτερικών, «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα», από την Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής.

Ειδικότερα, επί της αρχής, «υπέρ» του σχεδίου νόμου τάχθηκε η ΝΔ.

Αντίθετα, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ- ΚΙΝΑΛ, ΚΚΕ και ΜέΡΑ 25 το καταψήφισαν, ενώ η Ελληνική Λύση επιφυλάχθηκε να τοποθετηθεί στην Ολομέλεια.

Ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης, ολοκληρώνοντας και την επί των άρθρων συζήτηση του νομοσχεδίου στην Επιτροπή, τόνισε ότι με το παρόν νομοσχέδιο εισάγεται μια άλλη φιλοσοφία στην αξιολόγηση και την στοχοθεσία των οργανωτικών δομών.

Με αυτό  το σχέδιο νόμου, σημείωσε ο υπουργός, «χτίζεται μια συνεργατική διαδικασία για τον εντοπισμό των δυνατών και αδύναμων σημείων κάθε εργαζομένου, για να τον παρακινήσει να τα βελτιώσει». Η αντίληψη  της αξιολόγησης που εισάγουμε, προσέθεσε, «είναι να αναπτύξει στο εσωτερικό μιας οργανωτικής μονάδας ένα διάλογο βελτιώσεων και ενδυνάμωσης των δεξιοτήτων και δεν έχει καμία σχέση  με το ‘βαθμολογικό’ σύστημα που υπάρχει σήμερα. Και αυτή είναι η μεγάλη μεταβολή που κάνουμε».

Αναγνώρισε πως αυτό το σχέδιο νόμου της κυβέρνησης «δημιουργεί αμηχανία στην αριστερή αντιπολίτευση, καθώς είναι ιδιαίτερα καινοτόμο, αλλάζει τα δεδομένα και είναι προφανές πως αντιμετωπίζει αποφασιστικά τις παθογένειες της αξιολόγησης».

Χαρακτήρισε «εξ επαγγέλματος» και όχι επί της ουσίας την κριτική της αντιπολίτευσης, επειδή πρέπει να διαφωνήσει – όπως είπε – με μια νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Σημείωσε, μάλιστα, ότι από την ακρόαση των φορέων διαφάνηκε ότι το παρόν σχέδιο νόμου συγκεντρώνει ευρύτερες  συναινέσεις, παρά το γεγονός ότι ιστορικά μια τέτοια συζήτηση πυροδοτούσε μεγάλες αντιδράσεις σε επίπεδο συνδικάτων, επισημαίνοντας πως, ενώ η ΑΔΕΔΥ και η ΠΟΕ-ΟΤΑ είχαν κληθεί στην ακρόαση, αυτές δεν προσήλθαν.

Ο υπουργός Εσωτερικών τόνισε πως η αξιολόγηση των υπαλλήλων με βάση τις «δεξιότητες» είναι το σύστημα που χρησιμοποιείται σε όλο τον κόσμο και όλους τους οργανισμούς. Απέρριψε, ως τροχοπέδη της αξιολόγησης στο δημόσιο τομέα, τις ενστάσεις  της αντιπολίτευσης, η οποία υποστήριξε πως οι διευθυντές και οι προϊστάμενοι δεν μπορεί να προχωρήσουν τις αξιολογήσεις των υφισταμένων τους, όταν ακόμα εκκρεμούν από το ΑΣΕΠ οι δικές τους τοποθετήσεις, αλλά και γιατί ακόμα δεν έχει προχωρήσει η αξιολόγηση των δομών.

Παρατήρησε πως η βούληση του νομοθέτη – και αυτή καταγράφεται στο νομοσχέδιο – είναι πως η  στοχοθεσία γίνεται σε συνεννόηση, με συνεργατικότητα και συναινετικά. Μόνο όταν υπάρχει διαφωνία ως προς την επίτευξη του στόχου, τότε προβλέπουμε ότι θα υπερισχύει η άποψη του αξιολογητή, ανέφερε ο κ. Βορίδης, ώστε να αποφευχθεί η έλλειψη στοχοθεσίας.

Ο υπουργός διαφώνησε με τις προσεγγίσεις πως το μπόνους παραγωγικότητας καταργεί το ενιαίο μισθολόγιο, λέγοντας ότι αυτά τα δύο πράγματα δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Το μπόνους παραγωγικότητας δεν είναι μισθός, είναι μια πρόσθετη οικονομική παροχή, που συνδέεται με την επίτευξη συγκεκριμένων στόχων για όσους τους επιτυγχάνουν. Πρόκειται, δηλαδή, για μια επιβράβευση σε όσους παράγουν ένα πρόσθετο έργο, όπως είπε και αναρωτήθηκε γιατί πρέπει να παραμείνουμε σε μια λογική «εξισωτισμού», που λέει ότι «στο δημόσιο, είτε κάνεις πολλά, είτε λίγα, τον ίδιο μισθό θα πάρεις, στον ίδιο βαθμό θα παραμείνεις, κανείς δεν θα στο αναγνωρίσει;».

Σχετικά με τον αριθμό των Επιτροπών Εποπτείας Αξιολόγησης, ο Μάκης Βορίδης ανέφερε πως αυτές δεν θα είναι περισσότερες από δεκαπέντε. Ο υπουργός, τέλος, ενημέρωσε την Επιτροπή ότι από την πλευρά του Υπουργείου Εσωτερικών θα υπάρξει μια τροπολογία, που θα έρθει στην Ολομέλεια, σχετικά με την ενσωμάτωση επιμέρους συγκεκριμένων θεμάτων, που έχουν να κάνουν με τις παρεκκλίσεις και το σύστημα κινητικότητας, ενώ προσέθεσε ότι καταργεί μία διάταξη για τις αποστάσεις ανάμεσα σε ορισμένου χρόνου συμβάσεις. Πρόκειται, είπε ο υπουργός, για κάποια ειδικά ζητήματα, τα οποία όμως είναι χρήσιμα.

ΣΥΡΙΖΑ: «Δεν απαντάτε στους προβληματισμούς των φορέων»

Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξανδρος Μεϊκόπουλος, καταλόγισε στον υπουργό Εσωτερικών πως αρέσκεται να λέει την μισή αλήθεια, καθώς οι φορείς, κατά την ακρόασή τους, μπορεί να επαίνεσαν την προσδοκία που δημιουργεί η εν λόγω νομοθετική πρωτοβουλία, όμως, δεν έμειναν μόνο στον έπαινο. Ανέπτυξαν και συγκεκριμένους προβληματισμούς.

Χαρακτηριστικά ανέφερε πως «ο εκπρόσωπος της ΕΛΠΕ σας είπε ότι το σχέδιο νόμου αναφέρεται στη δομή των υπουργείων, απαλείφοντας τις υπόλοιπες βαθμίδες της δημόσιας διοίκησης. Στην οργανωτική δομή των δήμων και των Περιφερειών έχουμε πιο πολλούς προϊστάμενους σήμερα, από υπαλλήλους. Η ΚΕΔΕ διατήρησε επιφυλάξεις  για το σύστημα ανταμοιβής στην πράξη και σας είπε ότι ενδέχεται να χαθεί ο αρχικός της προσανατολισμός».

Και προσέθεσε: «Σας είπαν πως δεν είναι δυνατόν η αξιολόγηση να περιορίζεται ατομικά μόνο στον υπάλληλο και να μην επεκτείνεται στην οργανική μονάδα του δημοσίου. Χωρίς να διασφαλίζονται οι όροι και οι πόροι για την εφαρμογή της αξιολόγησης».

Ο μοναδικός φορέας που σας επαίνεσε, ανέφερε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν «η Ένωση Ανώτερων Στελεχών του ιδιωτικού τομέα. Όλοι οι υπόλοιποι φορείς, που αφορούν στη δημόσια διοίκηση, ανέπτυξαν συγκεκριμένους προσανατολισμούς και προβληματισμούς, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με την αριστερή αντιπολίτευση, που λέτε εσείς – και αυτή είναι η πραγματικότητα».

ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ: «Αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά την αξιολόγηση»

Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Χάρης Καστανίδης, ανέφερε πως στο κόμμα του έχουν μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στα θέματα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων.

«Έχουμε μια διαφορετική φιλοσοφική και διοικητική ματιά, για το πώς μπορεί να είναι επαρκές και αποτελεσματικό ένα σύστημα αξιολόγησης, που δεν μας επιτρέπει να δεχτούμε το συζητούμενο νομοσχέδιο επί της αρχής και, βέβαια, και επί των άρθρων έχουμε σοβαρότατες διαφορές».

Χαρακτηριστικά ανέφερε πως στα κριτήρια δεξιοτήτων υπάρχουν απροσδιόριστες  έννοιες χωρίς σηματοδότηση, νοηματοδότηση. Αναρωτήθηκε με ποια διοικητική νομιμοποίηση θα αξιολογήσουν οι προϊστάμενοι και οι διευθυντές, καθώς είναι ελάχιστοι εκείνοι που έχουν αξιολογηθεί από το ΑΣΕΠ. Επίσης, πόσοι γενικοί και ειδικοί γραμματείς στο δημόσιο έχουν αξιολογηθεί με βάση τα συμβόλαια απόδοσης.

Οι Επιτροπές Εποπτείας Αξιολόγησης, έτσι όπως περιγράφονται στο νομοσχέδιο, μπορεί να φτάσουν μέχρι και τις 380 Επιτροπές, σημείωσε και προσέθεσε χαρακτηριστικά: «Αλλά και 25 να είναι, το ΑΣΕΠ – όπως είναι ήδη επιφορτισμένο δραματικά – δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί».

ΚΚΕ: «Ψευδεπίγραφο ότι η αξιολόγηση δεν έχει χαρακτήρα τιμωρητικό»

Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιώργος Λαμπρούλης, επέμεινε ότι πρόκειται για ένα ακόμα νομοσχέδιο – εργαλείο προσαρμογής της δημόσιας διοίκησης στις σημερινές ανάγκες της οικονομίας, «στην κατεύθυνση υλοποίησης και προώθησης συγκεκριμένων στρατηγικών επιλογών του κεφαλαίου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των στόχων του ΟΟΣΑ, προκειμένου να ενισχυθεί, να στηριχθεί ο ανταγωνισμός και η κερδοφορία του κεφαλαίου των επιχειρηματικών ομίλων».

Σημείωσε πως είναι απόλυτα δικαιολογημένες οι επιφυλάξεις που έχουν οι εργαζόμενοι του δημοσίου για ζητήματα που σχετίζονται με την υποκειμενική κρίση, ενώ χαρακτήρισε «ψευδεπίγραφο» τον ισχυρισμό ότι η αξιολόγηση δεν έχει χαρακτήρα τιμωρητικό.

Μια χαμηλή βαθμολογία υπαλλήλου στις δεξιότητες θα επιφέρει την παραπομπή του στο υπηρεσιακό συμβούλιο, ως μη προακτέο, όπως είπε, προσθέτοντας:

«Η κακή βαθμολόγηση του προϊσταμένου από τον αξιολογητή του, συνιστά σοβαρό – όπως αναφέρεται – υπηρεσιακό λόγο απαλλαγής του από τα καθήκοντά του και γίνεται παραπομπή στα σχετικά άρθρα του Υπαλληλικού, όπου αναφέρεται η δυνατότητα παύσης του προϊσταμένου από τα καθήκοντά του, λόγω πλημμελούς άσκησής τους. Ένας υπάλληλος, για να κριθεί επαρκής, πρέπει να εντοπίζεται με τρεις καλές δεξιότητες. Εάν όμως έχει λιγότερες, τι θα γίνεται; Δεν θα θεωρείται επαρκής;».

Αναρωτήθηκε, επίσης, πόσο αντικειμενική είναι η στοχοθεσία που τίθεται για τις ανάγκες του λαού. Τους στόχους, τους θέτει η κυβέρνηση και ο εκάστοτε  αρμόδιος υπουργός, σημείωσε Παρατήρησε, μεταξύ άλλων, πως ακόμα και το πολυδιαφημισμένο μπόνους αφορά μόνο σε συγκεκριμένες κατηγορίες υπαλλήλων, που εμπλέκονται σε διαδικασίες οι οποίες «αποτελούν προτεραιότητα για το κεφάλαιο, για τη στρατηγική και την πολιτική που θα υλοποιούν οι υπηρεσίες».

ΜέΡΑ25: «Το ν/σ απεικονίζει την ακραία νεοφιλελεύθερη άποψη Μητσοτάκη»

Η ειδική αγορήτρια του ΜέΡα25, Φωτεινή Μπακαδήμα, διαφώνησε πως το νομοσχέδιο αυτό αποτελεί καινοτόμο βήμα και ότι κάνει ένα άλμα προς τον εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα.

Αυτό που απεικονίζει, είπε, είναι «την ακραία νεοφιλελεύθερη άποψη που έχει η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Που αντιμετωπίζει τις πραγματικές ανάγκες μέσα από ένα κομματικό και βαθιά ιδεολογικό πρίσμα, με παράβλεψη των αρχών της χρηστής δημόσιας διοίκησης, με μια στενόμυαλη αντίληψη δημιουργίας θέσεων, managers, που θα καλυφθούν, ως συνήθως, από κομματικούς φίλους, οι οποίοι θα φροντίσουν να προωθήσουν το συμφέρον της παράταξης και όχι το κοινό καλό συμφέρον».

Χαρακτήρισε τα κριτήρια αξιολόγησης που εισάγονται «ασαφείς και αόριστες έννοιες», όπως η πολιτοκεντρικότητα, η προσαρμοστικότητα, ο προσανατολισμός στο αποτέλεσμα, ο σφυγμός της ομάδας, καθιστώντας τη διαδικασία ευάλωτη στην αδιαφάνεια και την υποκειμενικότητα.

Το σύστημα των κινήτρων και των ανταμοιβών, είπε η βουλευτής, μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε έναν μηχανισμό αναπαραγωγής πελατειακών σχέσεων. Η δημιουργία των συμβούλων ανάπτυξης ανθρώπινου δυναμικού είναι μια «κακή αντιγραφή» της νοοτροπίας μιας πολυεθνικής εταιρείας. Θεσπίζονται κίνητρα για συγκεκριμένες κατηγορίες υπαλλήλων, «καταστρατηγώντας το ενιαίο μισθολόγιο. Ορίζεται, επίσης, ένα κοινό πλαίσιο αξιολόγησης και τίθενται οι διαδικασίες πιστοποίησης και διάκρισης δημόσιων οργανισμών», προσέθεσε.

«Με τη νεοφιλελεύθερη λογική που διέπει το νομοσχέδιο, ο σχεδιασμός επάνδρωσης της διοίκησης δεν σχετίζεται με την εκτίμηση των αναγκών που πρέπει να καλυφθούν, αλλά με την πιστοποίηση των δημόσιων οργανισμών. Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου κάνει ένα ακόμη βήμα προς την ιδιωτικοποίηση του κράτους, εισάγοντας αμφιλεγόμενες ρυθμίσεις για την αξιολόγηση και κίνητρα μισθολογικής ανισότητας, ενώ επεκτείνει τον ιδιωτικό εσωτερικό έλεγχο», ανέφερε η βουλευτής.