Με το βλέμμα στραμμένο στο σκάνδαλο του Qatargate παραμένουν τα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης. Την ίδια ώρα η ευρωβουλευτής Εύα Καϊλή, που «πρωταγωνιστεί», θα παραμείνει προσωρινά κρατούμενη στις φυλακές του Haren, στις Βρυξέλλες έως και τις 22 Δεκεμβρίου, καθώς έλαβε προθεσμία μέχρι την απολογία της.

Παράλληλα υπερασπιστικός όσον αφορά τη σύντροφό του Εύα Καϊλή και εξομολογητικός όσον αφορά τις σχέσεις του με τον Αντόνιο Παντσέρι, τον Ιταλό πρώην ευρωβουλευτή που θεωρείται «εγκέφαλος» του σκανδάλου, εμφανίζεται ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι στα όσα φέρεται να είπε στους αστυνομικούς στις 10 Δεκεμβρίου, όταν και ανακοινώθηκε επίσημα η σύλληψή του.

«Τα έκανα όλα για χρήματα που δεν χρειαζόμουν» ήταν, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που επικαλείται η La Repubblica, τα λόγια που χρησιμοποίησε ο Τζιόρτζι για να παραδεχθεί τις σε βάρος του κατηγορίες - ξέπλυμα χρήματος, σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, διαφθορά.

«Αφού κατέρρευσε μπροστά στους αξιωματούχους των Βρυξελλών, ο Τζιόρτζι παραδέχθηκε ότι είχε ενεργήσει παράνομα και δήλωσε μετανιωμένος», αναφέρει η ιταλική εφημερίδα.

kjknkj

Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα «ο 35χρονος από το Abbiategrasso, ένα προάστιο του Μιλάνου, ο οποίος έφτασε στο Βέλγιο το 2009 για να σπουδάσει και έκανε καριέρα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάτω από την προστασία των σοσιαλδημοκρατών, με όσα είπε τα πρώτα λεπτά μετά τη σύλληψή του στις 10 Δεκεμβρίου παραδέχθηκε τις ευθύνες του και παραδέχθηκε ότι γνώριζε πως είχε δράσει παράνομα».

«Την ίδια ώρα, όμως, προσπάθησε να προστατεύσει τη σύντροφό του, την καθαιρεθείσα αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και μητέρα της 22 μηνών κόρης τους, ζητώντας να αφεθεί ελεύθερη», συμπληρώνεται στο δημοσίευμα της La Repubblica.

Όσον αφορά τα χρήματα που βρέθηκαν και κατασχέθηκαν, ο Τζιόρτζι υποστηρίζει ότι προορίζονταν μόνο για τον ίδιο και τον Παντσέρι, «προσπαθώντας με κάθε μέσο να κρατήσει μακριά τη σύντροφό του, υπογραμμίζοντας ρητά ότι δεν ήταν η αποδέκτης των χρημάτων».

«Θα κάνω ό,τι είναι δυνατόν για να ελευθερωθεί η σύντροφός μου και να φροντίσει την 22 μηνών κόρη μας», φέρεται να είπε ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι.

H σχέση με τον Παντσέρι

Ο σύντροφος της Εύας Καϊλή περιέγραψε στους αστυνομικούς τη σχέση του με τον Αντόνιο Παντσέρι, η οποία, όπως φέρεται να τους είπε, ξεκίνησε πριν από 13 χρόνια, με την πρώτη συνάντηση να γίνεται λίγο μετά την άφιξη του Τζιόρτζι στις Βρυξέλλες.

«Του ζήτησα να με πάρει με υποτροφία και το έκανε», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι για τη συνάντηση αυτή που έγινε στο πλαίσιο ενός συνεδρίου.

«Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μια μακρόχρονη συνεργασία, με τον Παντσέρι να γίνεται με τα χρόνια κάτι σαν μέντορας για τον Τζιόρτζι, τον ενθουσιώδη νεαρό, ο οποίος έκανε τα πρώτα του βήματα στους διαδρόμους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου», σημειώνει η ιταλική εφημερίδα.

Όπως σημειώνεται, το «ηθικό χρέος που ένιωθε για τον Παντσέρι (σ.σ.: ο Τζιόρτζι) ήταν μεγάλο. Και γι' αυτό όταν τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν καλά για τον Παντσέρι το 2019, όταν δεν επανεξελέγη ευρωβουλευτής, ο Τζιόρτζι συνέχισε να τον βοηθάει». «Τότε ήταν», που, όπως εξήγησε ο Τζιόρτζι, «ξεκίνησε να φροντίζει τα χρήματα της οργάνωσης σε ένδειξη ευγνωμοσύνης για όλους όσοι τον βοήθησαν να εργαστεί στον τομέα της πολιτικής. Αλλά ήταν και τα λεφτά, χρήματα που ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι φέρεται να είπε ότι δεν χρειαζόταν στην πραγματικότητα, καθώς ο μισθός του ως βοηθός ήταν της τάξης των 2.500 ευρώ μηνιαίως».

Σύμφωνα με τη La Repubblica, ο Τζιόρτζι δήλωσε ανακουφισμένος στους αστυνομικούς που έβγαλε αυτό το βάρος από τη συνείδησή του. Όπως φέρεται να τους είπε, ήταν ένας απλός άνθρωπος που βρέθηκε σε κάτι μεγαλύτερο από τον ίδιο και τυφλώθηκε από το ηθικό χρέος προς τον Παντσέρι.

Ο στόχος των Βέλγων ερευνητών είναι να κατανοήσουν αν υπάρχουν ευρωβουλευτές στο «μισθολόγιο» των απεσταλμένων του Κατάρ και του Μαρόκο. Ο Τζιόρτζι, πάντως, κατά το δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας, όταν ρωτήθηκε αν γνωρίζει τους παραλήπτες των χρημάτων από τον Παντσέρι, είπε ότι δεν γνωρίζει κάποιον.

Πάντως, σε κάθε περίπτωση, ο εισαγγελέας Διαφθοράς, Μισέλ Κλεζ, είναι αποφασισμένος η έρευνα να συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, καταλήγει το δημοσίευμα της La Repubblica.