Για δώρο προς όφελος των υπερκερδών των διυλιστηρίων κάνουν λόγο τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχολιάζοντας την τροπολογία που έφερε η κυβέρνηση στη Βουλή για τα διυλιστήρια.

«Στην κυβερνητική τροπολογία για την οικονομική ενίσχυση στους καταναλωτές, ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί ακόμα μια προκλητική χαριστική ρύθμιση προς όφελος των υπερκερδών των διυλιστηρίων, τη στιγμή που η κοινωνία στενάζει εδώ και 15 μήνες από την αισχροκέρδεια», λένε τα στελέχη της Κουμουνδούρου.

Οι συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα επισημαίνουν ότι «η τροπολογία για τη φορολόγηση των υπερκερδών στα διυλιστήρια αποσκοπεί να προστατέψει τα ίδια τα υπερκέρδη. Συγκεκριμένα ο κ. Μητσοτάκης βαφτίζει την έκτακτη εισφορά "δαπάνη”, η οποία εκπίπτει από τη φορολογία εισοδήματος, γλιτώνοντας ουσιαστικά τις εταιρείες από ένα μέρος της φορολογικής επιβάρυνσης που θα είχαν κανονικά» και προσθέτουν πως «εφαρμόζει ποσοστό 33% στη φορολόγηση των υπερκερδών των διυλιστηρίων στον χαμηλότερο συντελεστή που επιτρέπει η Ε.Ε., αντί για 90% που και ο ίδιος είχε εξαγγείλει ότι θα επιβάλει στους ηλεκτροπαραγωγούς. Δεν επεκτείνει σκόπιμα την έκτακτη εισφορά και στο 2023, ενώ, βάσει του κανονισμού, μπορεί και πρέπει να εφαρμόσει συνεισφορά αλληλεγγύης και για το 2023».

Σημειώνουν δε ότι «μετά το "δώρο" 1,8 δισ. ευρώ υπερκέρδη στους ηλεκτροπαραγωγούς, ο κ. Μητσοτάκης χαρίζει τώρα επιπλέον δισ. ευρώ υπερκέρδη στα διυλιστήρια. Οι ίδιοι άνθρωποι δεσμεύονται ότι η επόμενη προοδευτική κυβέρνηση, που θα έχει ως προτεραιότητα το συμφέρον της κοινωνικής πλειοψηφίας, θα φορολογήσει δίκαια και θα επιστρέψει στους πολίτες τα υπερκέρδη που έχουν παραχθεί στις πλάτες τους», καταλήγει η αξιωματική αντιπολίτευση.

Εν τω μεταξύ, χθες ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε τροπολογία που προέβλεπε τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα για έναν χρόνο με δυνατότητα παράτασης.

Πρόθεση της Κουμουνδούρου -λένε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ-  ήταν να αποδείξει ότι υπάρχουν άλλες λύσεις πολύ πιο αποτελεσματικές από την ενίσχυση των 30 ευρώ τον μήνα, τις οποίες η κυβέρνηση δεν αποδέχεται.

Η άρνηση της κυβέρνησης να μπει σε αυτή τη συζήτηση ερμηνεύθηκε από τα στελέχη της Κουμουνδούρου ως άρνηση από την πλευρά του Μεγάρου Μαξίμου να αναλάβει ουσιαστικά μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας.