Αν ο Στέφανος Κασσελάκης εντυπωσίασε τον περασμένο μήνα με το επικοινωνιακό του σπριντ -που κατέληξε στο σοκ των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών-, οι πολιτικοί αναλυτές εξακολουθούν να αναζητούν εξηγήσεις για τον πολιτικό μαραθώνιο του Κυριάκου Μητσοτάκη στην πολιτική σκηνή. Εδώ και σχεδόν οκτώ χρόνια, από τότε που εξελέγη πρόεδρος της Ν.Δ. μέχρι σήμερα, η δημοσκοπική πορεία του κόμματος είναι -με διακυμάνσεις βέβαια- σταθερά πρώτη. Είναι η απεικόνιση μιας πολιτικής κυριαρχίας του πρωθυπουργού, με αλλεπάλληλες εκλογικές επικρατήσεις, αλλά και πολλά επεισόδια, που άλλαξαν δραματικά την ατζέντα της Ν.Δ.

Στις 10 Ιανουαρίου του 2016 ο Κυριάκος Μητσοτάκης εκλέχτηκε στην ηγεσία της Ν.Δ. - ενός κόμματος που είχε υποστεί ισχυρούς κλονισμούς κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κι ενώ το μέλλον για τη χώρα διαγραφόταν ακόμη αβέβαιο, ο νέος πρόεδρος δεν έκρυψε από την πρώτη στιγμή τις προθέσεις του: «Θα ανανεώσουμε τη Ν.Δ., με σεβασμό στην ιστορία, αλλά και με γνώμονα τις σύγχρονες ανάγκες. Χρέος όλων μας είναι η Ν.Δ. να γίνει η μεγάλη κεντροδεξιά παράταξη και να κλείσει ο κύκλος του λαϊκισμού. Κανείς δεν περισσεύει, αλλά χρειάζεται και διεύρυνση». Η λέξη-κλειδί ήταν στο τέλος της δήλωσης: διεύρυνση. Τότε φαινόταν σχεδόν ακατόρθωτο… Επτά χρόνια μετά, στις εκλογές του Ιουνίου του 2023, στα exit polls, ο ένας στους τρεις που αυτοπροσδιοριζόταν ως κεντρώος δήλωνε την προτίμησή του στη Νέα Δημοκρατία.

Οι εκλογικές αναμετρήσεις -ο αδιάψευστος δείκτης των πολιτικών συσχετισμών- δείχνουν την πορεία που πήραν τα πράγματα. Τον Σεπτέμβριο του 2015 ήταν η τελευταία φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδιζε τις εκλογές, με 35,4% έναντι 28,1% της Ν.Δ. Χρειάστηκε βεβαίως και τη συνδρομή των ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καμμένου (3,69%) για να σχηματιστεί κυβέρνηση. Στις ευρωεκλογές του Μαΐου 2019, η Ν.Δ. ήταν πρώτη με 33,12%, έναντι 23,76% του ΣΥΡΙΖΑ. Τον ίδιο μήνα, στις περιφερειακές εκλογές, ο χάρτης παίρνει μπλε χρώμα - πλην του Βόρειου Αιγαίου και της Κρήτης. Αλλά και στις εκλογές του Ιουλίου του 2019 η Νέα Δημοκρατία με 39,85% κερδίζει την αυτοδυναμία, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει την καθοδική του πορεία, με 31,53%. Τέσσερα χρόνια μετά, τον Μάιο του 2023, η Ν.Δ. μετά την πρώτη τετραετή της θητεία έρχεται πρώτη με 40,79%, με τον ΣΥΡΙΖΑ στο 20,07% και το ΠΑΣΟΚ στο 11,46%, δεν σχηματίζει όμως κυβέρνηση λόγω της απλής αναλογικής.

Εναν μήνα μετά, τον Ιούνιο, η Νέα Δημοκρατία σχηματίζει κυβέρνηση με 40,56% -λόγω της ενισχυμένης αναλογικής-, ο ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώνεται στο 17,83% και το ΠΑΣΟΚ στο 11,84%. Εκατό μέρες μετά, στις περιφερειακές εκλογές, η Ν.Δ. κερδίζει από τον πρώτο γύρο επτά Περιφέρειες, επιδιώκοντας αύριο ευνοϊκό αποτέλεσμα και στις υπόλοιπες. Ας σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια όλες οι δημοσκοπικές μετρήσεις έδιναν πρώτο κόμμα τη Ν.Δ.

Η πετυχημένη διέυρυνση προς το Κέντρο 

Η στροφή στο Κέντρο έγινε με μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση από τα μέχρι τότε καθιερωμένα. Εγκαταλείφθηκε η νεφελώδης προσέγγιση στον «μεσαίο χώρο» -που είχε δανειστεί πολλές από τις συνταγές του παλαιού ΠΑΣΟΚ- και αξιοποιήθηκαν δύο παράμετροι. Πρώτον, η προσέγγιση στελεχών από πολιτικούς χώρους εκτός Ν.Δ. - παλαιά στελέχη από το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, ανεξάρτητοι. Αίφνης στη νέα κυβέρνηση της Ν.Δ. το 2019 συναντούσες τον Γιώργο Γεραπετρίτη, τον Ακη Σκέρτσο, τον Κυριάκο Πιερρακάκη, τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, τη Λίνα Μενδώνη, τον Θοδωρή Λιβάνιο, αλλά και τον Δημήτρη Τσιόδρα, τον Γιώργο Αμυρά, καθώς και πολλά στελέχη του φιλελεύθερου χώρου, της «Δράσης».

Γιατί όμως αυτή η μετατόπιση κορυφής -που έδινε πλεονέκτημα για το άνοιγμα προς το Κέντρο- δεν ώθησε παραδοσιακούς παράγοντες της παράταξης να αποσκιρτήσουν; Αυτό γιατί, δεύτερον, ο Κυρ. Μητσοτάκης υιοθέτησε µια ιδιόµορφη πολιτική ατζέντα, ένα κράµα παραδοσιακών προτεραιοτήτων του συντηρητικού χώρου, όπως το θέµα της ασφάλειας ή της φορολόγησης, µε ένα πακέτο µεταρρυθµίσεων, που είχε ανάγκη η χώρα, καθώς εξερχόταν από τη δεκαετή κρίση.

Το «πείραµα» λειτούργησε και µάλιστα η µεγάλη κρίση της πανδηµίας έδωσε ώθηση και σε µια άλλη παράµετρο, την ενίσχυση µε ευρωπαϊκά κονδύλια µικροµεσαίων επιχειρήσεων αλλά και εισοδηµατικά αδύναµων (Η επιδοµατική πολιτική εκείνων των ηµερών -που πάντως σταδιακά τελειώνει- εκτιµήθηκε από τους πολίτες και εκδηλώθηκε µε έντονο τρόπο στις βουλευτικές εκλογές του περασµένου Ιουνίου, όταν παραδοσιακά «κάστρα» της Κεντροαριστεράς, όπως τα δυτικά προάστια ή η Κρήτη, έγιναν «µπλε».) Το άνοιγµα στο Κέντρο διαµόρφωσε νέες εσωκοµµατικές ισορροπίες και εξουδετέρωσε τις φυγόκεντρες τάσεις εντός της Ν.∆. - µια πληγή που η συντηρητική παράταξη πλήρωνε ακριβά επί δεκαετίες… Κι ενώ η Νέα ∆ηµοκρατία άλλαζε ρότα, καθώς η ίδια η κοινωνία αναζητούσε λύσεις µετά τη βαριά κρίση, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αποµείνει στις αναλύσεις των περασµένων ετών, αδυνατώντας να συλλάβει το µέγεθος των αλλαγών, που τελικά τον οδήγησαν στη διπλή εκλογική ήττα του καλοκαιριού, µε αποκορύφωµα τη συρρίκνωσή του και στις περιφερειακές εκλογές της περασµένης Κυριακής.

Η στροφή της κοινής γνώμης προς τη Δύση

Παράλληλα, µια άλλη τεκτονική αλλαγή συντελείτο στην ελληνική κοινωνία σε ό,τι αφορά τα διεθνή στηρίγµατα. Ο πόλεµος στην Ουκρανία θρυµµάτισε τον «µύθο» της φίλης Ρωσίας, πολύ περισσότερο µετά τη διαµόρφωση ενός ρωσοτουρκικού άξονα. Η απειλή από την Ανατολή παγιώθηκε στην κοινή γνώµη, την ώρα που η ∆ύση -η Ευρωπαϊκή Ενωση ειδικότερα- στεκόταν αλληλέγγυα για τη διαχείριση της κρίσης της πανδηµίας. Ο πρωθυπουργός µετάλλαξε το κίνηµα «Μένουµε Ευρώπη», που µειοψήφησε στο δηµοψήφισµα του 2015, σε ρεύµα ενδυνάµωσης των δεσµών µε τη ∆ύση. Η επίσκεψη του Κυρ. Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και η οµιλία του στην κοινή συνεδρίαση Κογκρέσου - Γερουσίας ενίσχυσαν το ηγετικό του προφίλ.

Ο πρωθυπουργός μετάλλαξε το κίνημα «Μένουμε Ευρώπη», που μειοψήφησε στο δημοψήφισμα του 2015, σε ρεύμα ενδυνάμωσης των δεσμών με τη Δύση


Μια µατιά στα ποσοστά δηµοφιλίας του Βλαντιµίρ Πούτιν πριν και µετά την εισβολή στην Ουκρανία είναι αρκετή για να καταγράψει τη µεταστροφή της κοινής γνώµης στην Ελλάδα. Στις σχετικές µετρήσεις της διαNEOσις, τον ∆εκέµβριο του 2019, το 41,3% των Ελλήνων είχε θετική γνώµη για τον Ρώσο πρόεδρο. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία, όµως, τον Φεβρουάριο του 2022, µόλις το 18,8% δήλωνε θετική γνώµη. Στην ίδια έρευνα της διαNEOσις για το 2022 καταγράφεται η θεαµατική µεταστροφή των πολιτών υπέρ της Ευρώπης, µετά την «κοιλιά» του 2015. ∆ύο στους τρεις Ελληνες πιστεύουν ότι η αποτίµηση είναι θετική ή µάλλον θετική (64%) και µόνο ένας στους τρεις διαφωνεί (34%). Η αποτίµηση της συµµετοχής της χώρας µας στην ευρωζώνη παραµένει επίσης θετική για την πλειονότητα των πολιτών (60,1% έναντι 37,1%) και ακόµα περισσότεροι (74,6%) πιστεύουν ότι πρέπει να παραµείνουµε στη ζώνη του ευρώ, ενώ µόνο 28,3% θεωρεί ότι «η χώρα µας θα πρέπει να αποχωρήσει από την Ε.Ε.».

Στην υπερίσχυση του πρωθυπουργού όλα αυτά τα χρόνια συνέτεινε βεβαίως και η πολιτική-χαρακίρι του ΣΥΡΙΖΑ ως βασικού πόλου, µέχρι πρότινος, της αντιπολίτευσης. Η υλοποίηση του τρίτου µνηµονίου -όταν διαµορφωνόταν στην κοινή γνώµη το ότι δεν υπήρχε λόγος για κάτι τέτοιο-, η πολιτική βαριάς φορολόγησης ως συνεπακόλουθο, η περιφρόνηση στους «κυρ-Παντελήδες», η υιοθέτηση σκληρής λαϊκίστικης γραµµής, µε υποταγή στα «τρολ» των social, η πολιτική ανοιχτών θυρών στο Μεταναστευτικό και το έλλειµµα στη γεωπολιτική θεώρηση για τη χώρα έδωσαν χώρο στη Ν.∆. να εδραιώσει την κυριαρχία της και ενίσχυσαν το πολιτικό κεφάλαιο του Κυρ. Μητσοτάκη. Σε βαθµό που ακόµα και οι µεγάλες συµφορές του καλοκαιριού -η καταστροφική πυρκαγιά στον Εβρο και η διαχείριση της θεοµηνίας στη Θεσσαλία- δεν στάθηκαν αρκετές να ανακόψουν την υπεροχή της Νέας ∆ηµοκρατίας στις τελευταίες περιφερειακές και δηµοτικές εκλογές…

Οι προκλήσεις 

«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι κυρίαρχος, αλλά όχι παντοδύναµος», σηµείωνε ο αναλυτής Γιάννης Λούλης σε µια πρόσφατη τοποθέτησή του. Μια χρήσιµη επισήµανση για τη δύσκολη συνέχεια. Η εποµένη των εκλογών µπορεί να βρίσκει αποδυναµωµένη την αντιπολίτευση σε πρωτοφανή βαθµό, αφήνει όµως την κυβέρνηση έκθετη απέναντι στον… εαυτό της. Οι δραµατικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δεν αφήνουν ανεπηρέαστη τη χώρα µας. Η ακρίβεια εξακολουθεί να καλπάζει, ροκανίζοντας το εισόδηµα µισθωτών και συνταξιούχων, που είναι αλήθεια ότι στηρίχθηκε τα τελευταία χρόνια.

Οι τιµές στην κατοικία στα ύψη, το ενεργειακό παραµένει γρίφος, οι µεταρρυθµίσεις στην Υγεία, την Παιδεία και τη ∆ικαιοσύνη -για τις οποίες δεσµεύτηκε ο πρωθυπουργός- βρίσκονται στην αίθουσα αναµονής. Το στοίχηµα για τον κ. Μητσοτάκη είναι αν θα κατορθώσει στις νέες, δύσκολες συνθήκες να οδηγήσει τη χώρα έξω από τη στενωπό, υλοποιώντας το µεταρρυθµιστικό του πρόγραµµα, για το οποίο άλλωστε τον στήριξε ένα ευρύτερο κοινό, πέραν των παραδοσιακών κοµµατικών συνόρων. Γιατί το πολιτικό του κεφάλαιο δεν είναι ανεξάντλητο...

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 14/7