ΠΑΣΟΚ: "Χάδια στους μεγαλοϊδιοκτήτες ο προϋπολογισμός του 2024"
Στην ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ για τον προϋπολογισμό αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι "το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας εξακολουθεί να παρουσιάζει αδυναμία στις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές προβλέψεις"
Στη Βουλή κατατέθηκε σήμερα (21.11) ο προϋπολογισμός για το 2024 από τον υπουργό Οικονομικών και Εθνικής Οικονομίας, Κωστή Χατζιδάκη, χαρακτηρίζοντας τον ως μία "συνέχεια της άδικης και αναποτελεσματικής πολιτικής" από το ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ. Ο προϋπολογισμός προβλέπει "χάδια" για τους μεγαλοϊδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας, καθώς "η συνεισφορά τους στην επίτευξη του πλεονάσματος θα είναι μηδενική".
Η ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για τον προϋπολογισμό
«Συνέχεια της άδικης και αναποτελεσματικής πολιτικής, ο προϋπολογισμός του 2024»
Μετά από τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και ο προϋπολογισμός του 2024 καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση συνεχίζει την ίδια άδικη και ατελέσφορη πορεία.
Στην πρώτη θέση βρίσκονται οι προνομιούχοι, που απολαμβάνουν την 26η χαμηλότερη φορολογία επιχειρήσεων ως ποσοστό τους στο σύνολο των φορολογικών εσόδων, ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ, τον δεύτερο χαμηλότερο συντελεστή φορολογίας μερισμάτων στην ΕΕ και την προνομιακή φορολόγηση των stock options και των μπόνους.
Προφανώς ανάμεσα τους είναι οι μεσάζοντες και τα στελέχη των πολυεθνικών που αισχροκερδούν αφού καταφέρνουν να λάβουν τεράστια κέρδη με τις υπερτιμολογήσεις με τα προϊόντα, που φτάνουν στα ράφια και φυσικά εκλεκτοί τραπεζίτες που λαμβάνουν bonus για να κάνουν τραπεζική για προνομιούχους με εγγυήσεις και πόρους του κράτους.
Επιπλέον κερδισμένοι οι μεγαλοϊδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας που απόλαυσαν τη μεγαλύτερη ωφέλεια από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ. Για αυτούς ο προϋπολογισμός τους 2024 προβλέπει χάδια αφού η συνεισφορά τους στην επίτευξη του πλεονάσματος θα είναι μηδενική καθώς τα έσοδα από τη φορολόγηση των νομικών προσώπων αναμένεται να είναι ελαφρώς μειωμένα σε σχέση με αυτά του 2023, παρά για τη μεγάλη ανάπτυξη για την οποία ευαγγελίζεται η Κυβέρνηση ενώ οι φόροι ακίνητης περιουσίας συνεχίζουν να βαίνουν μειούμενοι.
Από την άλλη πλευρά βρίσκονται οι Έλληνες καταναλωτές που ήδη επιβαρύνονται την 6η υψηλότερη φορολογία έμμεσων φόρων ως ποσοστό των συνολικών φορολογικών εσόδων, ανάμεσα στις 27 χώρες της ΕΕ, τη στιγμή που ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης τιμών) στην Ελλάδα σημειώνει άνοδο, παρότι ο ευρωπαϊκός αποκλιμακώνεται, και τη στιγμή που ο πληθωρισμός τροφίμων συνεχίζει να είναι σταθερά πάνω από το 10% και ο 2ος υψηλότερος στην Ευρώπη. Για αυτούς ο προϋπολογισμός το 2024 προβλέπει περισσότερο κουπί με 1,5 δισ. ευρώ περισσότερους φόρους από τον ΦΠΑ και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, επιπροσθέτως στα 1,7 δισ. ευρώ ΦΠΑ που πληρώνουν το 2023 σε σχέση με το 2022 που με τη σειρά τους οι φόροι αυτοί εισέφεραν 5,5 δισ. ευρώ.
Στην πράξη οι Έλληνες μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα και του δημόσιου τομέα και ειδικά οι πιο ευάλωτοι, μέσα από το καρότσι του σούπερ μάρκετ και το καύσιμο του ΙΧ τους προπληρώνουν τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις που διαφημίζει η Κυβέρνηση. Ο άδικος «φόρος ακρίβειας» που επιβάλλεται πρόσθετα πάνω στον πληθωρισμό της απληστίας ακυρώνει τις επιεικώς παραπλανητικές αναλύσεις στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού για την αναδιανεμητική επίδραση των παρεμβάσεων αυτών.
Και ενώ απαιτείται ένα σοβαρό σχέδιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής η κυβέρνηση που μέχρι πριν από λίγους μήνες δια στόματος του ίδιου του Πρωθυπουργού υποσχόταν καμία αύξηση φόρου και ταυτόχρονα την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και τη μείωση τεκμηρίων χωρίς αστερίσκους, παρουσίασε νομοσχέδιο για την επιβολή του οριζόντιου κεφαλικού φόρου για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, που είναι χάδι στους μεγάλους φοροφυγάδες.
Το υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών του έτους 2023 παρά το γεγονός ότι είναι βελτιωμένο σε σχέση με αυτό του 2022, και το τεράστιο κενό σε ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου σε σχέση με αυτές τις Ευρωζώνης δείχνει ότι τα σοβαρά ελλείμματα ανταγωνιστικότητας της χώρας συνεχίζονται να υφίστανται.
Η εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού υπενθυμίζει ότι παρά τους πρωτοφανείς ευρωπαϊκούς πόρους που διαχειρίστηκε η Νέα Δημοκρατία τα τελευταία χρόνια, οι οποίοι από το 2020 και μετά είναι πολύ πάνω από 8 δισεκ. ευρώ το έτος, δηλαδή σχεδόν διπλάσιοι από τους αντίστοιχους πόρους που εισέρεαν στη χώρα πριν από το 2020, η προστιθέμενη αξία τους για τους Έλληνες πολίτες φαίνεται ότι είναι οριακά μηδαμινή.
Αντιθέτως όπως καταδεικνύει το μητρώο των μεγάλων τελικών δικαιούχων του ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας η Κυβέρνηση υπήρξε ιδιαίτερα γενναιόδωρη σε μεγάλους επιχειρηματίες χωρίς η κατανομή των πόρων αυτή να φαίνεται πως εξυπηρετεί ένα συγκεκριμένο αναπτυξιακό υπόδειγμα.
Συνεπές στην ασυνέπεια της το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας παρουσίασε στο παρελθόν αδυναμία να κάνει σοβαρές δημοσιονομικές και μακροοικονομικές προβλέψεις όπως φάνηκε από την αναντιστοιχία προβλέψεων και εκτελέσεων των προϋπολογισμών από το 2019, κάτι που εκτιμούμε ότι θα επαναληφθεί και το 2024, καθώς πέραν των άλλων έχουν επισημανθεί (πχ από το Δημοσιονομικό Συμβούλιο) και οι κίνδυνοι από τις ευρύτερες γεωπολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στο διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι η επίτευξη του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα οφείλεται στην αφαίρεση από το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης των αυξημένων κατά 1,3 δισεκ. τόκων. Όπως και στο παρελθόν έτσι και τώρα ο λογαριασμός της αναξιοπιστίας και αναποτελεσματικότητας της Νέας Δημοκρατίας καταλήγει στους μικρομεσαίους και τους λιγότερο προνομιούχους.