«Πιστεύουμε στον στρατό των πολιτών. Από εκεί και πέρα, αυτός ο στρατός των πολιτών, για να έχει μια αξία να λέγεται στρατός, οφείλει να είναι καλά εκπαιδευμένος και να είναι ενταγμένος σε αξιόμαχες μονάδες». Η παραπάνω αποστροφή του Νίκου Δένδια υποδηλώνει εντέλει την ουσία της μεταρρύθμισης που ονειρεύεται να κάνει πράξη ο υπουργός Άμυνας, αφήνοντας πίσω κάθε σκέψη για επαγγελματικό στράτευμα και επαναφέροντας το πρόταγμα για στρατό εφέδρων, άρτια εξοπλισμένων και εκπαιδευμένων, που θα αναλάβουν την υπεράσπιση του εθνικού χώρου, εάν και όποτε χρειαστεί.

Πειραματισμοί και πολλές αλλαγές στο στράτευμα

Τα τελευταία χρόνια έγιναν πολλοί πειραματισμοί και πολλές αλλαγές στο στράτευμα, οι οποίες ωστόσο δεν μπόρεσαν να επιλύσουν το σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα. Η Ελλάδα σήμερα έχει ένα μικρό στρατό σε μέγεθος, ανεκπαίδευτο κατά το μεγάλο μέρος του, με ελλιπή εφεδρεία και κυρίως γερασμένο. Έγιναν πολλές εξαγγελίες για αναδιοργάνωση, θεσμικές αλλαγές, προσλήψεις επαγγελματιών οπλιτών, αλλά τίποτε δεν απέδωσε.

Βασικό λοιπόν πρόβλημα των Ελληνικών Ενόπλων δυνάμεων, όπως ακριβώς το ανέφερε και ο υπουργός Άμυνας, είναι ότι «μονάδες με 25% πληρότητα, των οποίων το 75% θα συμπληρωθεί από εφέδρους οι οποίοι είναι ανεκπαίδευτοι, δεν είναι αξιόμαχες μονάδες». Σήμερα, οι στρατιώτες θητείας δεν εκπαιδεύονται, ενώ ως επί το πλείστον δεν τους απονέμονται -όπως παλαιότερακύριες ειδικότητες. Με τη θητεία περιορισμένη, ο ρόλος των στρατευσίμων έχει περιοριστεί κυρίως σε δευτερεύοντες ρόλους και σε «αγγαρείες». Αντίστοιχα, η εκπαίδευσή τους σε οπλισμό και τακτικές μάχης έχει εκμηδενιστεί. Έχουμε ένα στρατό θεωρητικό, με παράστημα, αλλά χωρίς ουσία. Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι με αυτό το σύστημα δεν υπάρχει αντίστοιχα εκπαιδευμένη και αποτελεσματική εφεδρεία. Ο πόλεμος στην Ουκρανία κατέδειξε την ανάγκη εκπαιδευμένης εφεδρείας που θα δράσει σε περίπτωση σύρραξης, επικουρικά με τις μαχόμενες δυνάμεις. Στην Ελλάδα αυτό υφίσταται μόνο στα χαρτιά.

Το παράδειγμα της Φινλανδίας

Στη Φινλανδία όλοι οι ικανοί άνδρες καλούνται να υπηρετήσουν για 6, 8 ή 12 μήνες μόλις κλείσουν τα 18. Η χώρα διαθέτει ένα σταθερό πυρήνα επαγγελματιών οπλιτών, οι οποίοι συνδυάζονται με τους στρατιώτες θητείας. Οι στρατεύσιμοι στην αρχή λαμβάνουν βασική εκπαίδευση και μετά τοποθετούνται σε διάφορες μονάδες για εξειδικευμένη εκπαίδευση. Οι έφεδροι είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν σε στρατιωτικές ασκήσεις κάθε χρόνο, ανάλογα με τον στρατιωτικό τους βαθμό. Το προσωπικό παραμένει στην εφεδρεία, έως ότου γίνει 60 ετών! Βέβαια, όταν προσπαθούμε να ενσωματώσουμε νέες ιδέες, πρέπει να υπολογίζουμε και τις ελληνικές ιδιαιτερότητες. Να καταστεί δηλαδή σαφές σε όλους ότι ο ελληνικός στρατός πάντα θα είναι στρατός εφέδρων. Ο οπλίτης πρέπει να αισθάνεται δεμένος με τη χώρα του, μέσω του δικαιώματος να την υπηρετεί.
Έχει παρατηρηθεί ότι επαγγελματικοί στρατοί, όπως ο αμερικανικός ή ο βρετανικός, που αποτελούνται αμιγώς από επαγγελματίες στρατιώτες, παρουσιάζουν πλέον προβλήματα επάνδρωσης και απόδοσης. Η στρατιωτική θητεία πρέπει να αναφέρεται στο συλλογικό υποσυνείδητο του οπλίτη που υπηρετεί, ως προϋπόθεση «ύπαρξης της πόλης, της χώρας και κατ’ επέκταση της δημοκρατίας», σύμφωνα με τον Θουκυδίδη. Σκοπός της θητείας λοιπόν είναι να παρέχει σκληρή εκπαίδευση, ώστε ο πολίτης-οπλίτης να μάθει να χειρίζεται άριστα τα όπλα του, τα μηχανήματα και τα μέσα που του παρέχονται, ώστε να υπερασπιστεί, εάν ποτέ χρειαστεί, την πατρίδα του. Και όσο πιο ικανός είναι να φέρει εις πέρας το πολεμικό του έργο, τόσο πιο πολύ διατηρεί την ειρήνη.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»