«Δεν βρέχει, τους φτύνουν»…όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ένας καλός μου φίλος. Από εκείνους που συνηθίζουμε να συζητάμε τακτικά τα πολιτικά τεκταινόμενα. Χωρίς απαραίτητα να συμφωνούμε. Πάντα όμως με ειλικρίνεια και προβληματισμό.

Χωρίς να υιοθετώ απόλυτα αυτή την προσέγγιση, οφείλω να διακρίνω πως, δυστυχώς, τείνει να συνοψίσει μια γενικευμένη άποψη που επικρατεί και εκφράζεται σε πολλές κατ' ιδίαν συζητήσεις. Μπορεί να διανύουμε την πιο όμορφη και φαινομενικά ανέμελη περίοδο του χρόνου, ωστόσο η αίσθηση μου είναι πως, κάπου ανάμεσα στις παραλίες, τη θάλασσα και τις καλοκαιρινές εξορμήσεις, η κοινωνία παραμένει ιδιαίτερα απογοητευμένη.

Ένα μήνα μετά τις ευρωεκλογές και κάποιοι αδυνατούν να ερμηνεύσουν ορθολογικά το μήνυμα που έλαβαν. Να σταθούν στο ύψος που επιβάλουν οι περιστάσεις, τα πρακτικά προβλήματα και η ολοένα πιο δύσκολη ελληνική καθημερινότητα. Αναζητούν αν θα πάνε δεξιά ή αριστερά και διαπληκτίζονται για μια θέση στο κάδρο, αγνοώντας συστηματικά, πως τον μέσο 30άρη και 40άρη, ελάχιστα τον ενδιαφέρουν οι φιλοδοξίες και οι εμμονές του καθενός.

Ενδιαφέρεται κυρίως για τη ζωή του, την μελλοντική του εξέλιξη, την αύξηση του μισθού του, την δυνατότητα να αποκτήσει τη δική του στέγη και να ζήσει με αξιοπρέπεια. Αυτές είναι οι προτεραιότητες του. Αυτά είναι πρόθυμος να συζητήσει. Να ακούσει και να συμμετέχει στην εξεύρεση μιας πρακτικής λύσης.

Γύρισε και θα συνεχίσει να γυρνάει την πλάτη σε όσα πρόσωπα αδυνατούν να ταυτιστούν μαζί του και να αφουγκραστούν τις ανάγκες του. Παραμένοντας αμήχανος και μουδιασμένος, απέναντι στους εκάστοτε αυτοπροσδιοριζόμενους σωτήρες και εγγυητές μιας δήθεν ιδεολογικής καθαρότητας.

Για πρώτη ίσως φορά μετά από χρόνια, αδυνατεί να ταυτιστεί εύκολα με πρόσωπα, επιλέγοντας να απέχει συνειδητά. Όχι απαραίτητα από την κάλπη, στην οποία ενδέχεται να προσήλθε με δισταγμό για τους δικούς του λόγους. Αλλά κυρίως από την ουσία της πολιτικής διαδικασίας.

Αυτή τη φορά η αποχή δεν είναι απλά ένα ακόμα στατιστικό στοιχείο. Είναι μια συνειδητή πολιτική επιλογή που μετουσιώνει μια κρίση αντιπροσώπευσης. Μια κραυγή αγωνίας και απογοήτευσης. Μια κρίση εμπιστοσύνης απέναντι σε κάθε όνομα, σε κάθε ψηφοδέλτιο. Ένα χάσμα αξιοπιστίας που διαρκώς μεγαλώνει, θρέφοντας τον μαρασμό που οδηγεί αναπόφευκτα σε ακραίες φωνές και υπονόμευση της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας.

Και αυτό είναι κάτι που οφείλει να μας προβληματίσει. Η απαξίωση των θεσμών ως απόρροια της αδυναμίας τους να εκφράσουν την κοινωνία μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα μέλλον όπου η πολιτική αδιαφορία θα αποτελεί τον κανόνα και η ενεργή συμμετοχή την εξαίρεση.

Οφείλουμε λοιπόν να αντισταθούμε. Αυτό το άρθρο είναι ένα κάλεσμα προς κάθε φάσμα της ενεργά σκεπτόμενης κοινωνίας για προβληματισμό και δράση. Είναι αδιαμφισβήτητο ότι ζούμε σε μια εποχή βαθιάς κρίσης εμπιστοσύνης. Δεν πρέπει όμως να αφήσουμε την απογοήτευση να καθορίσει το μέλλον μας.

Είναι επιτακτική ανάγκη να αναζητήσουμε τρόπους να επαναφέρουμε την αξιοπιστία στην πολιτική ζωή του τόπου μας, ξεκινώντας πρωτίστως από τις επιλογές μας. Γιατί αυτό είναι που μπορεί να κάνει την διαφορά. Η συμμετοχή και η επιλογή προσώπων με ουσιαστική συγκρότηση και πολιτικό λόγο, τα οποία κρίνουμε ότι έχουν κάτι να προσθέσουν σε κάθε λογής εξίσωση. Από έναν απλό σύλλογο, την κοινότητα και το δήμο...μέχρι τα βουλευτικά έδρανα, τις ηγεσίες των κομμάτων και την κυβέρνηση.

Διαφορετικά, όπως έχει αποδώσει με περισσότερη ευστοχία ο Πλάτωνας, η μη συμμετοχή ικανών ανθρώπων στην πολιτική ζωή μας, καραδοκεί το ρίσκο να επιβουλεύονται την μοίρα μας άνθρωποι ανεπαρκείς και κατώτεροι των περιστάσεων.

*Ο Νίκος Νεβεσκιώτης είναι Πολιτικός Επιστήμονας και υποψήφιος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Κρήτης