Δημοσκοπήσεις: "Βουλιάζει" η αντιπολίτευση, σε ιστορικό χαμηλό και αθροιστικά ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ - Δεν "σώζονται" ούτε με "γάμο"
Οι εκτιμήσεις των ειδικών
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης φαίνεται πως δεν έχουν πρόταση, ούτε και μέλλον - Οι πολίτες δεν τους εμπιστεύονται για να κυβερνήσουν - Η συμπόρευση θα φέρει διαρροές

Οι αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις του τελευταίου διαστήματος συγκλίνουν σε βασικά συμπεράσματα που στέλνουν σαφή μηνύματα για όλο το πολιτικό σύστημα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, παρά τη φθορά της εξαετούς θητείας της, δείχνει να βρίσκει ανάχωμα και απολαμβάνει κάτι σπανιότερο και από την ίδια την κοινοβουλευτική πλειοψηφία: μια αντιπολίτευση που δείχνει εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο κραδασμών και ανήμπορη να καταθέσει μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που να αγγίζει μεγάλα ακροατήρια ή, έστω, να προκαλέσει πολιτική πίεση. Οι αδυναμίες της αντιπολίτευσης, όπως εξηγούν πολιτικοί αναλυτές στην «Απογευματινή», είναι διαφορετικές για κάθε κόμμα και μια ενδεχόμενη συνεργασία στην Κεντροαριστερά, αν αυτή ήταν εφικτή, σε αυτή τη φάση δεν θα άλλαζε δραματικά τη μεγάλη εικόνα του πολιτικού συστήματος.
Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τον διευθυντή της GPO, Αντώνη Παπαργύρη, έχει ξεχωριστή σημασία, αφού εκτός του ότι είναι επί της ουσίας η κοινοβουλευτική αξιωματική αντιπολίτευση, είναι και ο φορέας με την πιο διευρυμένη βάση στελεχών που προσπαθεί συντεταγμένα να αρθρώσει προγραμματικό λόγο και να ασκήσει δομική αντιπολίτευση επιχειρημάτων. «Η υποχώρησή του στην τρίτη θέση των δημοσκοπήσεων ερμηνεύεται από τα στελέχη του ως ένα συγκυριακό φαινόμενο, απόρροια της έντασης που προκάλεσε η μονοθεματική επικράτηση της υπόθεσης των Τεμπών στη δημόσια ατζέντα, οι θέσεις του όμως σε αρκετά σημεία υπήρξαν θολές χωρίς να εκπέμπουν ένα διακριτό πολιτικό στίγμα», επισημαίνει. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως εξηγεί στην «Α» ο κ. Παπαργύρης, βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση ταυτότητας και φυσιογνωμίας, που τον καθηλώνει σε μονοψήφια δημοκοπικά ποσοστά τα οποία εντείνουν το υπαρξιακό πολιτικό αδιέξοδό του.
Σχολιάζοντας τη δημοσκοπική δυναμική του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Τράπαλης αναφέρει στην «Α» πως έχουμε ξαναδεί τη Χαρ. Τρικούπη έπειτα από εσωκομματικές αναμετρήσεις να παρουσιάζει άνοδο και μετά να επανέρχεται σε ποσοστά κοντινά με τις τελευταίες εκλογές. «Το έχουμε δει μετά το 2017, μετά το 2021 και σήμερα. Αν κάτι ενώνει τις τρεις εκλογικές αυτές διαδικασίες είναι πως οι ψηφοφόροι και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έκαναν επιλογές οι οποίες δεν μπορούν να κερδίσουν τον κόσμο που έφυγε από τον χώρο πριν από το 2009 και ταυτόχρονα να δείξουν πως ακόμη και αν οι επιλογές δεν έχουν τη δυνατότητα μεγάλων διευρύνσεων, έχουν έναν ξεκάθαρα διαφορετικό προγραμματικό λόγο από τη ΝΔ», λέει.
Και παρά τα σενάρια περί συνεργασιών, η Κεντροαριστερά, προσώρας τουλάχιστον, δείχνει καταδικασμένη στην πολυδιάσπαση. «Η συζήτηση περί της συμπόρευσης των κομμάτων της Κεντροαριστεράς που επανέρχεται συνεχώς στον δημόσιο διάλογο ως απάντηση στην κυριαρχία της ΝΔ αποτελεί ένα θεωρητικό ενδεχόμενο χωρίς ρεαλιστικό υπόβαθρο. Με βάση τόσο τα πρόσφατα όσο και διαχρονικά ερευνητικά δεδομένα το 1/3 περίπου των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ δεν επιθυμεί καμία συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να θεωρεί το ΠΑΣΟΚ μία συντηρητική δύναμη χωρίς μεγάλες διαφορές από τη ΝΔ», σχολιάζει ο διευθυντής της GPO, Αντώνης Παπαργύρης.
Ο πολιτικός αναλυτής της Good Affairs κάνει μάλιστα μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παρατήρηση σχετικά με τη δυναμική που έχει αναπτύξει το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου. «Το γεγονός πως ένα κομμάτι του κινηματικού-αντιΝΔ κόσμου στρέφεται στην Πλεύση Ελευθερίας, μιας και δεν μπορεί να δει στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ τον εναλλακτικό πόλο εξουσίας στη ΝΔ, αποτελεί κυρίαρχα μια κραυγή αγωνίας για τα πεπραγμένα του χώρου», επισημαίνει.
Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τον διευθυντή της GPO, Αντώνη Παπαργύρη, έχει ξεχωριστή σημασία, αφού εκτός του ότι είναι επί της ουσίας η κοινοβουλευτική αξιωματική αντιπολίτευση, είναι και ο φορέας με την πιο διευρυμένη βάση στελεχών που προσπαθεί συντεταγμένα να αρθρώσει προγραμματικό λόγο και να ασκήσει δομική αντιπολίτευση επιχειρημάτων. «Η υποχώρησή του στην τρίτη θέση των δημοσκοπήσεων ερμηνεύεται από τα στελέχη του ως ένα συγκυριακό φαινόμενο, απόρροια της έντασης που προκάλεσε η μονοθεματική επικράτηση της υπόθεσης των Τεμπών στη δημόσια ατζέντα, οι θέσεις του όμως σε αρκετά σημεία υπήρξαν θολές χωρίς να εκπέμπουν ένα διακριτό πολιτικό στίγμα», επισημαίνει. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως εξηγεί στην «Α» ο κ. Παπαργύρης, βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση ταυτότητας και φυσιογνωμίας, που τον καθηλώνει σε μονοψήφια δημοκοπικά ποσοστά τα οποία εντείνουν το υπαρξιακό πολιτικό αδιέξοδό του.
Ιστορικό αθροιστικό χαμηλό για ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ
«Τα κόμματα που έχουν κυβερνήσει τη χώρα από την πλευρά της Κεντροαριστεράς, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, έχουν πιάσει ένα ιστορικό αθροιστικό χαμηλό. Μπορεί το ένα ή το άλλο κόμμα στο παρελθόν να είχαν σαφώς χαμηλότερα ποσοστά αλλά πάντα ένας χώρος εκ των δύο αποτελούσε τον άλλο πόλο εξουσίας απέναντι στην πάντα ισχυρή ΝΔ», διαπιστώνει, από την πλευρά του, ο πολιτικός αναλυτής της Good Affairs, Γιώργος Τράπαλης. Αναφερόμενος δε στις βασικές αιτίες που δυσχεραίνουν την ανάκαμψή τους, επισημαίνει πως το βασικό πρόβλημα των ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι ότι ο κόσμος σκέφτεται πως με το υπάρχον στελεχιακό δυναμικό, εάν ήταν στη θέση της κυβέρνησης, η διαχείριση των κρίσεων και της καθημερινότητας θα ήταν χειρότερη.Σχολιάζοντας τη δημοσκοπική δυναμική του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Τράπαλης αναφέρει στην «Α» πως έχουμε ξαναδεί τη Χαρ. Τρικούπη έπειτα από εσωκομματικές αναμετρήσεις να παρουσιάζει άνοδο και μετά να επανέρχεται σε ποσοστά κοντινά με τις τελευταίες εκλογές. «Το έχουμε δει μετά το 2017, μετά το 2021 και σήμερα. Αν κάτι ενώνει τις τρεις εκλογικές αυτές διαδικασίες είναι πως οι ψηφοφόροι και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ έκαναν επιλογές οι οποίες δεν μπορούν να κερδίσουν τον κόσμο που έφυγε από τον χώρο πριν από το 2009 και ταυτόχρονα να δείξουν πως ακόμη και αν οι επιλογές δεν έχουν τη δυνατότητα μεγάλων διευρύνσεων, έχουν έναν ξεκάθαρα διαφορετικό προγραμματικό λόγο από τη ΝΔ», λέει.
Και παρά τα σενάρια περί συνεργασιών, η Κεντροαριστερά, προσώρας τουλάχιστον, δείχνει καταδικασμένη στην πολυδιάσπαση. «Η συζήτηση περί της συμπόρευσης των κομμάτων της Κεντροαριστεράς που επανέρχεται συνεχώς στον δημόσιο διάλογο ως απάντηση στην κυριαρχία της ΝΔ αποτελεί ένα θεωρητικό ενδεχόμενο χωρίς ρεαλιστικό υπόβαθρο. Με βάση τόσο τα πρόσφατα όσο και διαχρονικά ερευνητικά δεδομένα το 1/3 περίπου των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ δεν επιθυμεί καμία συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, τη στιγμή που ένα σημαντικό τμήμα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει να θεωρεί το ΠΑΣΟΚ μία συντηρητική δύναμη χωρίς μεγάλες διαφορές από τη ΝΔ», σχολιάζει ο διευθυντής της GPO, Αντώνης Παπαργύρης.
«Κραυγή αγωνίας η στροφή στην Κωνσταντοπούλου»
Επισημαίνει δε πως και τα δύο κόμματα ταυτόχρονα αποκλείουν τον διάλογο με την πρόεδρο της Πλεύσης Ελευθερίας, Ζωή Κωνσταντοπούλου, γεγονός που καθιστά την εξίσωση δισεπίλυτη. «Η συγκόλληση χώρων σπάνια μπορεί να αποτελέσει λύση. Είναι τόσο πολλά τα κόμματα και τόσο πολλές οι προσωπικές διαφορές μεταξύ των επικεφαλής, που είναι απίθανο να μπορούν να συμφωνήσουν σε μια κοινή πρόταση», παρατηρεί ο αναλυτής, Γιώργος Τράπαλης, και προσθέτει: «Το σενάριο της δημιουργίας ενός νέου φορέα ο οποίος θα εγκολπώσει παλαιά κόμματα, στο μοντέλο της Ένωσης Κέντρου με την τότε προσωπική δυναμική του Γεωργίου Παπανδρέου, μπορεί να έχει εφαρμογή και δυναμική, αλλά αφενός θέλει χρόνο και αφετέρου στην παρούσα φάση είναι πιθανό να ευνοήσει την κυβέρνηση. Αυτό γιατί θα υπάρξουν και φυγόκεντρες δυνάμεις, οι οποίες σε πρώτη φάση θα διαλέξουν σε ένα τέτοιο δίπολο τη ΝΔ».Ο πολιτικός αναλυτής της Good Affairs κάνει μάλιστα μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα παρατήρηση σχετικά με τη δυναμική που έχει αναπτύξει το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου. «Το γεγονός πως ένα κομμάτι του κινηματικού-αντιΝΔ κόσμου στρέφεται στην Πλεύση Ελευθερίας, μιας και δεν μπορεί να δει στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ τον εναλλακτικό πόλο εξουσίας στη ΝΔ, αποτελεί κυρίαρχα μια κραυγή αγωνίας για τα πεπραγμένα του χώρου», επισημαίνει.