Ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, παρευρέθηκε στο 2ο Cantina Academy και μίλησε για την ανάγκη της ψηφιοποίησης, ως βασικό εργαλείο για την εγχώρια αγορά ώστε να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο, εξωστρεφές και ανταγωνιστικό αγροδιατροφικό μοντέλο. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην άνοδο του ΑΕΠ και στην επιτάχυνση της αυξητικής του πορείας.

Παράλληλα, κεντρικό σημείο της ομιλίας του αποτέλεσε η υψηλή ποιότητα των ελληνικών τροφίμων, σημειώνοντας πως «παραμένουν χωρίς τη θέση που τους αξίζει στα διεθνή ράφια», φέρνοντας ως θετικό παράδειγμα την επιτυχία της Ιταλίας στον τομέα αυτό. Συγκεκριμένα, ο υπουργός διευκρίνισε ότι το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στην ποιότητα, αλλά στη δομή και στο μέγεθος της εγχώριας παραγωγής, η οποία είναι κατακερματισμένη και δυσκολεύεται να αποκτήσει πρόσβαση στις μεγάλες αγορές. Επισήμανε την ανάγκη ενίσχυσης των συνεταιρισμών και της ελάφρυνσης των βαρών για τους παραγωγούς, ενώ τόνισε πως η ψηφιοποίηση αποτελεί βασικό εργαλείο για την εξέλιξη του κλάδου. Όπως ανέφερε, «πρέπει να εφαρμόζουμε ψηφιακά εργαλεία σε κάθε στάδιο -από την παραγωγή έως την εξαγωγή- ώστε να παρακολουθούμε την εξέλιξη, να εποπτεύουμε και να ενισχύουμε την ανταγωνιστικότητα».

 

Πιερρακάκης: Άνοδος του ΑΕΠ

Ο κ. Πιερρακάκης έκανε ειδική αναφορά στο ζήτημα των εξαγωγών, αναδεικνύοντας τη θεαματική άνοδο από το 18% του ΑΕΠ το 2019 στο 42% σήμερα, ενώ σημείωσε ότι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 52%. Για μια χώρα με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, όπως είπε, ο ρεαλιστικός στόχος είναι το 60%, γι’ αυτό και πρέπει να διατηρηθεί η επιτάχυνση με σταθερό προσανατολισμό.

Όσον αφορά την διεθνή εμπορική πολιτική, συνέχισε την ομιλία του τονίζοντας πως η Ελλάδα υποστηρίζει πλήρως το ενδεχόμενο δημιουργίας ενός περιβάλλοντος μηδενικών δασμών μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, όπως άλλωστε έχει διατυπωθεί από τον Πρωθυπουργό. Παρ’ όλα αυτά, δήλωσε ότι η χώρα είναι έτοιμη να διεκδικήσει εξαιρέσεις για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί το ιδανικό σενάριο. Υπενθύμισε ότι μόλις το 4,8% των ελληνικών εξαγωγών κατευθύνεται στις ΗΠΑ, κυρίως σε αγροτικά προϊόντα, και πρόσθεσε ότι η Ελλάδα αναζητεί εναλλακτικές αγορές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ινδία, όπου ήδη έχει ξεκινήσει σχετικές επαφές.

Παράλληλα, ιδιαίτερο βάρος έδωσε στην οργανωτική αναβάθμιση της διαχείρισης των επιδοτήσεων, αναφερόμενος στη μεταφορά του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ. Τόνισε ότι πρόκειται για μια στρατηγική απόφαση, βασισμένη στην αξιοπιστία που απολαμβάνει η ΑΑΔΕ στους πολίτες και τις καλές επιδόσεις της. Όπως είπε, «η κουλτούρα πληρωμών που είχε διαμορφωθεί στο Υπουργείο Ανάπτυξης δεν ήταν συμβατή με τον ρόλο του, που είναι στρατηγικός». Η μεταφορά, εξήγησε, δεν θα γίνει κάθετα, αλλά οριζόντια, και στόχος είναι να ολοκληρωθεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου.

Πιερρακάκης: Επένδυση στην ποιότητα

Ο κ. Πιερρακάκης έθεσε στο επίκεντρο και τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις που απασχολούν την Ελλάδα: την κλιματική αλλαγή, τη γήρανση του πληθυσμού, τη μείωση του δημογραφικού αποτυπώματος και την εκθετική τεχνολογική επιτάχυνση. Επισήμανε ότι ο πληθυσμός της χώρας έχει ήδη πέσει από τα 11,1 εκατομμύρια στα 10,4 και χαρακτήρισε τα ζητήματα αυτά «υπαρξιακά», λέγοντας πως θα καθορίσουν τη χάραξη δημόσιας πολιτικής τα επόμενα χρόνια.

Στο σκέλος των χρηματοδοτήσεων, υπογράμμισε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης περιλαμβάνει δράσεις που –άμεσα ή έμμεσα– υποστηρίζουν τον αγροτικό τομέα. Ωστόσο, προειδοποίησε πως «δεν αρκεί να κοιτάμε μόνο από το χωράφι στο ράφι, αλλά πρέπει να κοιτάξουμε και από το ράφι στο χωράφι», για να καταλάβουμε γιατί προϊόντα υψηλής ποιότητας δεν έχουν ακόμα την εμπορική απήχηση που τους αναλογεί.

Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, εξέφρασε την πεποίθηση ότι είναι εφικτό –και εθνικά σπουδαίο– να κατακτήσει το ελληνικό τρόφιμο τη θέση που του αξίζει στις διεθνείς αγορές. «Έχουμε μπροστά μας ένα μεγάλο κομμάτι της διαδρομής», είπε, «και ο μόνος τρόπος να το διανύσουμε είναι με επένδυση στην ποιότητα, την ψηφιακή ωριμότητα και την εξωστρέφεια».