Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός στις ιχθυοκαλλιέργειες
Άρθρο του Χρήστου Δελησάββα
Η ποιότητα και η βιωσιμότητα πρέπει να αποτελέσουν συνήθειες που θα προστατεύσουν την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια και το εθνικό μας προϊόν

Η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια βρίσκεται σε ένα κρίσιμο γεωπολιτικό σταυροδρόμι. Ενώ ο κλάδος παραμένει ζωτικός για την εθνική οικονομία, με ετήσιο κύκλο εργασιών 700 εκατ. ευρώ και χιλιάδες θέσεις εργασίας, το ελληνικό ψάρι αποτελεί ένα εθνικό προϊόν που απειλείται άμεσα από την επιθετική επέκταση της Τουρκίας.
Η Τουρκία, αξιοποιώντας κρατικές επιδοτήσεις, απουσία αυστηρών περιβαλλοντικών ελέγχων και μια εξαγωγική πολιτική, αύξησε θεαματικά την παραγωγή της από 100.000 τόνους το 2013 σε 310.000 τόνους το 2023. Η Ελλάδα, αντίθετα, έχει παραμείνει στάσιμη στους περίπου 130.000 τόνους, λόγω αυστηρών κανονισμών, γραφειοκρατικών εμποδίων και της αδυναμίας ανανέωσης του χωροταξικού σχεδιασμού. Οι τουρκικές επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, κατακλύζοντας τις αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης με προϊόντα χαμηλότερου κόστους, δημιουργώντας σοβαρούς κινδύνους για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια.
Το ισχύον χωροταξικό πλαίσιο για τις ιχθυοκαλλιέργειες στην Ελλάδα λήγει το 2026, δημιουργώντας μια επιπλέον στρατηγική αδυναμία. Αν το πλαίσιο δεν ανανεωθεί ή δεν επεκταθεί άμεσα, πολλές ελληνικές μονάδες κινδυνεύουν να βρεθούν χωρίς άδεια λειτουργίας και να οδηγηθούν σε οριστικό κλείσιμο. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία, απαλλαγμένη από τέτοιους περιορισμούς, συνεχίζει την επέκτασή της, χρησιμοποιώντας την παραγωγή της ως γεωπολιτικό εργαλείο οικονομικής διπλωματίας και περιφερειακής επιρροής.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δεν έχουν ακόμη επιβεβαιωθεί πλήρως, αλλά ενέχουν ανησυχητικές ενδείξεις, τουρκικές πρακτικές που χαρακτηρίζονται από λιγότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους ενδέχεται να επηρεάζουν αρνητικά το θαλάσσιο οικοσύστημα του Αιγαίου. Η ενδεχόμενη αυτή περιβαλλοντική υποβάθμιση θα μπορούσε να επηρεάζει τόσο την ποιότητα των αλιευμάτων όσο και τη βιωσιμότητα του θαλάσσιου περιβάλλοντος στις ελληνικές θαλάσσιες περιοχές, γεγονός που εγκυμονεί κινδύνους για άλλες μορφές οικονομικής δραστηριότητας, όπως ο τουρισμός και η αλιεία.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η γεωπολιτική πρόκληση, απαιτούνται άμεσα και αποφασιστικά μέτρα από την ελληνική Πολιτεία. Αυτά περιλαμβάνουν την αυστηροποίηση των εισαγωγικών ελέγχων για τα τουρκικά προϊόντα στην ΕΕ, την άμεση ανανέωση του χωροταξικού πλαισίου, τη θεσμοθέτηση και ενεργοποίηση νέων Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) και την παροχή οικονομικών κινήτρων για την ενίσχυση των ελληνικών μονάδων. Παράλληλα, απαιτείται και μια στοχευμένη επικοινωνιακή στρατηγική που να αναδεικνύει την υψηλή ποιότητα και βιωσιμότητα των ελληνικών προϊόντων.
Μόνο με αυτές τις παρεμβάσεις μπορεί η Ελλάδα να ανακτήσει τη γεωπολιτική πρωτοβουλία και να προστατεύσει έναν από τους πλέον στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας της. Όπως εύστοχα είχε πει και ο Αριστοτέλης, «Η ποιότητα δεν είναι πράξη, αλλά συνήθεια». Η ποιότητα και η βιωσιμότητα πρέπει να αποτελέσουν συνήθειες που θα προστατεύσουν την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια και το εθνικό μας προϊόν.
Ο Χρήστος Δελησάββας είναι απόφοιτος του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου
Η Τουρκία, αξιοποιώντας κρατικές επιδοτήσεις, απουσία αυστηρών περιβαλλοντικών ελέγχων και μια εξαγωγική πολιτική, αύξησε θεαματικά την παραγωγή της από 100.000 τόνους το 2013 σε 310.000 τόνους το 2023. Η Ελλάδα, αντίθετα, έχει παραμείνει στάσιμη στους περίπου 130.000 τόνους, λόγω αυστηρών κανονισμών, γραφειοκρατικών εμποδίων και της αδυναμίας ανανέωσης του χωροταξικού σχεδιασμού. Οι τουρκικές επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, κατακλύζοντας τις αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης με προϊόντα χαμηλότερου κόστους, δημιουργώντας σοβαρούς κινδύνους για την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια.
Το ισχύον χωροταξικό πλαίσιο για τις ιχθυοκαλλιέργειες στην Ελλάδα λήγει το 2026, δημιουργώντας μια επιπλέον στρατηγική αδυναμία. Αν το πλαίσιο δεν ανανεωθεί ή δεν επεκταθεί άμεσα, πολλές ελληνικές μονάδες κινδυνεύουν να βρεθούν χωρίς άδεια λειτουργίας και να οδηγηθούν σε οριστικό κλείσιμο. Την ίδια στιγμή, η Τουρκία, απαλλαγμένη από τέτοιους περιορισμούς, συνεχίζει την επέκτασή της, χρησιμοποιώντας την παραγωγή της ως γεωπολιτικό εργαλείο οικονομικής διπλωματίας και περιφερειακής επιρροής.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δεν έχουν ακόμη επιβεβαιωθεί πλήρως, αλλά ενέχουν ανησυχητικές ενδείξεις, τουρκικές πρακτικές που χαρακτηρίζονται από λιγότερο αυστηρούς περιβαλλοντικούς ελέγχους ενδέχεται να επηρεάζουν αρνητικά το θαλάσσιο οικοσύστημα του Αιγαίου. Η ενδεχόμενη αυτή περιβαλλοντική υποβάθμιση θα μπορούσε να επηρεάζει τόσο την ποιότητα των αλιευμάτων όσο και τη βιωσιμότητα του θαλάσσιου περιβάλλοντος στις ελληνικές θαλάσσιες περιοχές, γεγονός που εγκυμονεί κινδύνους για άλλες μορφές οικονομικής δραστηριότητας, όπως ο τουρισμός και η αλιεία.
Για να αντιμετωπιστεί αυτή η γεωπολιτική πρόκληση, απαιτούνται άμεσα και αποφασιστικά μέτρα από την ελληνική Πολιτεία. Αυτά περιλαμβάνουν την αυστηροποίηση των εισαγωγικών ελέγχων για τα τουρκικά προϊόντα στην ΕΕ, την άμεση ανανέωση του χωροταξικού πλαισίου, τη θεσμοθέτηση και ενεργοποίηση νέων Περιοχών Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ) και την παροχή οικονομικών κινήτρων για την ενίσχυση των ελληνικών μονάδων. Παράλληλα, απαιτείται και μια στοχευμένη επικοινωνιακή στρατηγική που να αναδεικνύει την υψηλή ποιότητα και βιωσιμότητα των ελληνικών προϊόντων.
Μόνο με αυτές τις παρεμβάσεις μπορεί η Ελλάδα να ανακτήσει τη γεωπολιτική πρωτοβουλία και να προστατεύσει έναν από τους πλέον στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας της. Όπως εύστοχα είχε πει και ο Αριστοτέλης, «Η ποιότητα δεν είναι πράξη, αλλά συνήθεια». Η ποιότητα και η βιωσιμότητα πρέπει να αποτελέσουν συνήθειες που θα προστατεύσουν την ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια και το εθνικό μας προϊόν.
Ο Χρήστος Δελησάββας είναι απόφοιτος του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου