Η τμηματοποίηση του εκλογικού σώματος και η ανάλυση των επιμέρους ξεχωριστών και ειδικών χαρακτηριστικών των δημογραφικών και κοινωνικών ομάδων αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για τον σχεδιασμό μιας αποτελεσματικής και στοχευμένης πολιτικής προσέγγισης. Ενόψει των εξαγγελιών στη ΔΕΘ, η κυβέρνηση καλείται να παρουσιάσει ένα μείγμα πολιτικών και οικονομικών μέτρων τα οποία θα απευθύνονται και θα καλύπτουν όσο το δυνατόν περισσότερες ανάγκες, επιθυμίες και προσδοκίες ετερόκλητων κοινωνικών ομάδων, των οποίων τα συμφέροντα, σε αρκετές περιπτώσεις, μπορεί να είναι και αλληλοσυγκρουόμενα.

Η κυβέρνηση θα πρέπει να επιλέξει ποιες επαγγελματικές και κοινωνικές πληθυσμιακές ομάδες, σε αυτήν τη φάση, χρήζουν μεγαλύτερης στήριξης, να διαγνώσει τις κατηγορίες των πολιτών που κρατούν αποστάσεις και εμφανίζονται δυσαρεστημένοι από τις κυβερνητικές επιλογές και ποιες πολιτικές και ιδεολογικές αναφορές θα συγκροτούν το κυβερνητικό αφήγημα, έτσι ώστε όσοι συνεχίζουν να στηρίζουν τις επιλογές της να παραμείνουν αφοσιωμένοι και, ταυτόχρονα, όσοι ασκούν έντονη κριτική να αισθανθούν ότι λειαίνονται οι διαφορές τους και η κυβέρνηση τείνει ευήκοα ώτα προς τις δικές τους ανάγκες.


Μείωση

Κατ’ αρχάς θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στις τελευταίες μετρήσεις του Ιουλίου αποτυπώθηκε μια σημαντική μείωση στον δείκτη αξιολόγησης του κυβερνητικού έργου, για το οποίο οι θετικές αναφορές έπεσαν από το 32,9% του Ιουνίου στο 28,6%. Είναι ξεκάθαρο ότι η πτώση οφείλεται στις αποκαλύψεις της υπόθεσης του ΟΠΕΚΕΠΕ και στις αλγεινές εντυπώσεις που προκάλεσαν στην κοινή γνώμη οι συνομιλίες μεταξύ στελεχών και παραγόντων που, εκμεταλλευόμενοι κενά και παραλείψεις του συστήματος, χρησιμοποιούσαν τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις προς ίδιον όφελος ή για εξυπηρέτηση «ημετέρων».  Η κυβέρνηση καλείται να προχωρήσει άμεσα τη διαδικασία εξυγίανσης του Οργανισμού και να επισπεύσει τις διαδικασίες επιβολής προστίμων και απόδοσης των ποσών που διατέθηκαν παρανόμως, έτσι ώστε να αποκατασταθεί το αίσθημα δικαίου και νομιμότητας. 


Παρεμβάσεις

Υπάρχουν επαγγελματικές ομάδες που στήριξαν με την ψήφο τους τη Ν.Δ. στις τελευταίες εθνικές εκλογές και τώρα φαίνεται να βρίσκονται σε απόσταση, εξαιτίας τ των ασφυκτικών πιέσεων που ασκούνται στους ατομικούς τους προϋπολογισμούς. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι, που κρίνουν σήμερα θετικά το κυβερνητικό έργο με ποσοστό μόλις 20,8%, έναντι 78% που τοποθετούνται αρνητικά, ζητώντας δραστικές παρεμβάσεις και άμεσες φοροελαφρύνσεις.

Ακόμα πιο δυσαρεστημένοι καταγράφονται οι δημόσιοι υπάλληλοι, με το ποσοστό των αρνητικών κρίσεων να φτάνει στο 80,3%, ενώ για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα το αντίστοιχο ποσοστό είναι 75,6%. Πολύ πιο χαμηλά τα ποσοστά ικανοποίησης στους φοιτητές και τους ανέργους, δύο ομάδες, ωστόσο, όπου η Ν.Δ. είχε ήδη πρόβλημα, ενώ τα πιο ικανοποιημένα δημογραφικά γκρουπ είναι οι συνταξιούχοι, με 41,8% θετικές απαντήσεις, και οι νοικοκυρές, με 37,7%.

Οσον αφορά την ανάλυση με βάση την εισοδηματική κατάσταση των ερωτώμενων, οι αρνητικές αξιολογήσεις αυξάνονται όσο μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημα, με τη μεσαία τάξη, που αποτελεί και το πολυπληθέστερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, να κρίνει θετικά και μάλλον θετικά το κυβερνητικό έργο με 33,5%, έναντι 65,9% που τοποθετείται αρνητικά.

Η κυβερνητική αξιολόγηση έχει σίγουρα και ιδεολογικό πρόσημο, αφού πιο ικανοποιημένοι, σε ποσοστό 63,8%, εμφανίζονται οι κεντροδεξιοί ψηφοφόροι, ακολουθούν με 52,6% οι δεξιοί, ενώ απογοητευμένοι, με μόλις 26% θετικές απόψεις, καταγράφονται οι κεντρώοι, μια κρίσιμη πολιτική ομάδα, που είχε συσπειρωθεί τα προηγούμενα χρόνια γύρω από τον Κ. Μητσοτάκη και τη Ν.Δ., σκάνδαλα όμως, όπως αυτό του ΟΠΕΚΕΠΕ, τους απομακρύνουν, καθώς αποδυναμώνουν το εκσυγχρονιστικό και μεταρρυθμιστικό πρωθυπουργικό προφίλ. Το παρήγορο για την κυβέρνηση σε αυτή την περίπτωση είναι το γεγονός ότι σημαντικό τμήμα των κεντρώων ψηφοφόρων δεν έχει ακόμη μετακινηθεί προς κάποιον άλλο πολιτικό φορέα, αλλά τηρεί στάση αναμονής, παραμένοντας στη ζώνη των αναποφάσιστων.

Δημοσιεύθηκε στα «Παραπολιτικά» στις 30/8