Στην επόμενη ημέρα της κατάπαυσης του πυρός στη Γάζα -και ευρύτερα στη Μέση Ανατολή- στρέφει τo βλέμμα του ο πλανήτης, προσπαθώντας να δει και στην πράξη τη σίγαση των όπλων και την εκπλήρωση της δήλωσης του Ντόναλντ Τραμπ στην Κνεσέτ ότι «αυτή είναι η ιστορική αυγή μιας νέας Μέσης Ανατολής». Η Ελλάδα, μέσα σε αυτό το κλίμα, κλήθηκε να συμμετάσχει στη Διεθνή Σύνοδο στο Σαρμ Ελ Σέιχ της Αιγύπτου, όπου μπήκαν τα θεμέλια της δεύτερης φάσης της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός. Όλοι πλέον αναζητούν τον ρόλο που καλείται να επιτελέσει η χώρα μας κατά την επόμενη ημέρα της συμφωνίας. Σύμφωνα με τον καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Δημήτρη Καιρίδη, που μίλησε στο parapolitika.gr, η συμμετοχή της χώρας μας «δείχνει ακριβώς το αυξημένο ενδιαφέρον και τον αυξημένο ρόλο και συμμετοχή που έχει η ελληνική πλευρά στα δρώμενα. Η Ελλάδα θα συμμετέχει στην ανοικοδόμηση της Γάζας και θα συμμετέχει και διμερώς ως Ελλάδα, αλλά και πολυμερώς μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και βεβαίως έχει μια σειρά από πράγματα που την ενδιαφέρουν, όπως είναι οι χριστιανικοί πληθυσμοί, όπως είναι η στρατηγική σχέση με το Ισραήλ, όπως είναι οι σχέσεις με τους Άραβες και ούτω καθεξής. Από εκεί και πέρα, η μέρα στην Αίγυπτο ανήκει, αν όχι 100%, 99% σίγουρα στον Ντόναλντ Τραμπ και όλοι οι υπόλοιποι ηγέτες συμμετέχουν. Αλλά ο πρωταγωνιστής, ο μόνος πρωταγωνιστής για να μην μπερδευόμαστε, είναι ο Ντόναλντ Τραμπ».

Διαβάστε: Μητσοτάκης: Η άφιξη στην Αίγυπτο και το θερμό τετ α τετ με τον Τραμπ - Η ανάρτηση του πρωθυπουργού για τη συμφωνία ειρήνης στη Γάζα (Βίντεο)

Η κατάπαυση του πυρός στη Γάζα και η ανακωχή, όσο αυτή διαρκέσει, αναμένεται να επιδράσουν θετικά στα ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή. Όπως υποστηρίζει ο κ. Καιρίδης, «την κατάπαυση του πυρός τη ζητούσαμε εμείς μετ’ επιτάσεως. Και όσο συνεχίζονταν οι εχθροπραξίες και βάθαινε η ανθρωπιστική καταστροφή στη Γάζα, τόσο πιο πολύ το Ισραήλ εμφανιζόταν διεθνώς απομονωμένο. Κάτι που για εμάς ήταν πρόβλημα, γιατί έχουμε μια στρατηγική σχέση με το Ισραήλ και δεν θέλουμε τη ρήξη Ευρώπης - Ισραήλ, διότι μετά τις αναγνωρίσεις του παλαιστινιακού κράτους από τους Ευρωπαίους εταίρους μας υπήρχε η περιρρέουσα συζήτηση περί κυρώσεων. Κάτι με το οποίο εμείς είμαστε αντίθετοι, αλλά είχε αρχίσει να δημιουργείται μια πίεση. Άρα το γεγονός ότι φεύγουμε από αυτή την επικίνδυνη ζώνη είναι θετικό».

Και ενώ όλοι αναζητούν τον ρόλο που θα παίξει κάθε χώρα την επομένη της εκεχειρίας, η σκέψη και ο προβληματισμός περιστρέφονται γύρω από το ερώτημα εάν τελικά επήλθε όντως η ειρήνευση στη Μέση Ανατολή. Ο κ. Καιρίδης εκφράζει την απαισιοδοξία του: «Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η κατάπαυση του πυρός και η ανταλλαγή των ομήρων, η επιστροφή των ομήρων, είναι μια πολύ θετική εξέλιξη. Όμως θα ήταν λάθος μια υπέρμετρη αισιοδοξία, ότι ήρθε ξαφνικά η ειρήνη στο Μεσανατολικό. Υπάρχουν πάρα πολλά που πρέπει να γίνουν και πάρα πολλά εμπόδια. Και υπό μία έννοια ουδέποτε η ίδρυση ενός παλαιστινιακού κράτους δεν ήταν πιο μακριά απ' ό,τι σήμερα. Διότι έχει χυθεί τόσο δηλητήριο, έχει πολωθεί τόσο η κατάσταση. Οι μεν Παλαιστίνιοι επιστρέφουν στη Γάζα στην απόλυτη καταστροφή.

Ήδη χθες η Χαμάς παρέταξε 7.000 μαχητές, δηλώνοντας παρούσα και όχι απούσα από τις εξελίξεις. Και βέβαια στην ισραηλινή κοινή γνώμη υπάρχει τεράστια δυσπιστία στην προοπτική δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους, που γι' αυτούς φαίνεται ότι δεν θα είναι δημοκρατικό και φιλειρηνικό, αλλά θα ελέγχεται από τους τρομοκράτες είτε της Χαμάς είτε ό,τι άλλο προκύψει. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να είναι διαρκής η παρέμβαση του διεθνούς παράγοντα και των Αμερικανών, προκειμένου να διαφυλαχθούν οι συνθήκες εμπιστοσύνης, μιας κάποιας οικοδόμησης εμπιστοσύνης, για να ανοίξει ο δρόμος προς μια ομαλότητα. Και βεβαίως να δαπανηθούν δισεκατομμύρια για την ανοικοδόμηση της Γάζας. Αυτή η τεχνοκρατική κυβέρνηση που προβλέπει το σχέδιο του Τραμπ να έχει μια πολιτική στήριξη κατ' ελάχιστον στο εσωτερικό της παλαιστινιακής κοινότητας και, αφού γίνουν όλα αυτά, να πάμε στο ακόμα πιο δύσκολο ζήτημα, που δεν είναι η Γάζα, αλλά η Δυτική Όχθη, οι εποικισμοί και όλα τα υπόλοιπα που γίνονται εκεί. Άρα έχουμε πάρα πολύ δρόμο».