Χαρίτσης στην ΚΕ της Νέας Αριστεράς: Να γίνει δημοψήφισμα μεταξύ των μελών
Ολόκληρη η εισήγησή του
"Εφόσον υπάρχει ριζική διαφωνία, οφείλουμε να οργανώσουμε τον πολιτικό διάλογο στις τάξεις του κόμματός μας", ανέφερε ο Αλέξης Χαρίτσης
«Θέλω να ξεκινήσω την ομιλία μου σήμερα από κάτι φαινομενικά μικρό. Μια είδηση που δεν έγινε πρωτοσέλιδο. Την καταδίκη ενός φοιτητή σε 14 μήνες φυλάκιση επειδή έγραψε σε έναν τοίχο συνθήματα για τον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης» ανέφερε αρχικά ο πρόεδρος της Νέας Αριστεράς, Αλέξης Χαρίτσης, στην Κεντρική Επιτροπή.
«Σε αυτό το επεισόδιο συμπυκνώνεται η σημερινή κατάσταση της χώρας. Μιας χώρας που η κυβέρνησή της ενθαρρύνει και οργανώνει την ανομία, την ασυδοσία, τη διαφθορά και δαιμονοποιεί, συκοφαντεί, ποινικοποιεί την πολιτική δράση» συνέχισε.
«Μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή για την ανάγκη συνεργασιών, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής μας. Αν συμφωνούμε σε αυτά, να δουλέψουμε πάνω στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης. Εφόσον όμως υπάρχει ριζική διαφωνία, οφείλουμε να οργανώσουμε τον πολιτικό διάλογο στις τάξεις του κόμματός μας και στο κοινωνικό δυναμικό που μας περιβάλλει και να προχωρήσουμε σε μια διαδικασία που να εμπλέκει όλα -ανεξαιρέτως- τα μέλη του κόμματος στη λήψη της απόφασης» πρόσθεσε, περιγράφοντας έτσι την προσφυγή στην κομματική βάση μέσω δημοψηφίσματος.
«Σύντροφοι και συντρόφισσες,
Θέλω να ξεκινήσω την ομιλία μου σήμερα από κάτι φαινομενικά «μικρό». Μια είδηση που δεν έγινε πρωτοσέλιδο. Την καταδίκη ενός φοιτητή σε 14 μήνες φυλάκιση επειδή έγραψε σε έναν τοίχο συνθήματα για τον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης.
Σε αυτό το επεισόδιο συμπυκνώνεται η σημερινή κατάσταση της χώρας.
Μιας χώρας που η κυβέρνησή της ενθαρρύνει και οργανώνει την ανομία, την ασυδοσία, τη διαφθορά και δαιμονοποιεί, συκοφαντεί, ποινικοποιεί την πολιτική δράση.
Μην το προσπεράσουμε αψήφιστα.
Σας καλώ να το σκεφτούμε.
14 μήνες φυλακή σε έναν νέο άνθρωπο γιατί έγραψε ένα σύνθημα.
Να το σκεφτούμε ως μια ψηφίδα μιας δημοκρατίας που συρρικνώνεται.
Μιας δημοκρατίας που περιφράσσει την πλατεία Συντάγματος για να μη νιώθει η Βουλή τη φωνή του πλήθους.
Μιας δημοκρατίας που τιμωρεί τους ανθρώπους που επιλέγουν τη δημόσια υγεία, τη δημόσια παιδεία, τις δημόσιες υποδομές με την καθημερινή διάλυση του κοινωνικού κράτους.
Μιας δημοκρατίας που καταπιέζει τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, που νομοθετεί 13 ώρες δουλειά, που μετατρέπει βασικά αγαθά σε αγαθά πολυτελείας.
Μιας δημοκρατίας που δεν ανέχεται την άλλη άποψη, που αντιμετωπίζει τις οργανώσεις αλληλεγγύης στους πρόσφυγες ως «εγκληματικές», που θεσπίζει μέτρα που παραπέμπουν στο Ιδιώνυμο- στην ιδεολογική δηλαδή πειθάρχηση της κοινωνίας.
Μιας δημοκρατίας που καθημερινά, σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο την εξουσία, τα προνόμια, τα υλικά συμφέροντα μιας κοινωνικής τάξης: των εργοδοτών, των εισοδηματιών, των πλουσίων.
Αυτή είναι η εικόνα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας το 2025.
Και όλα αυτά είναι έργο όχι μιας κυβέρνησης, αλλά ενός καθεστώτος.
Του καθεστώτος Μητσοτάκη.
Ένα καθεστώς που το έχουμε περιγράψει.
Το έχουμε αντιπαλέψει - μέσα και έξω από τη Βουλή.
Και ένα καθεστώς που μας καλεί να αποφασίσουμε πάνω σε ένα ερώτημα:
μπορεί να έχει τρίτη ευκαιρία;
Θέλω να σας καλέσω να σκεφτούμε τι θα σημαίνει αυτό.
Όχι για την Αριστερά.
Για τους ανθρώπους της χώρας.
Τι θα σημαίνει μια ακόμα πιο αλαζονική, ακόμα πιο αυταρχική, ακόμα πιο αποφασισμένη Δεξιά.
Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε με ειλικρίνεια.
Και ένα ενδεχόμενο που απαιτεί από μας καθαρές απαντήσεις.
Στην Αριστερά σήμερα -και στη χώρα μας και διεθνώς- υπάρχουν μια διαδεδομένη απάντηση για το τι μπορούμε να κάνουμε απέναντι στη Μαύρη Διεθνή, απέναντι στην εξουσία του πλούτου, απέναντι στον κοινωνικό και πολιτικό αυταρχισμό του κοινού μετώπου Δεξιάς και της ακροδεξιάς.
Ότι δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά.
Είναι η πολιτική της αναδίπλωσης.
Της λογικής ότι πρέπει να περιμένουμε να περάσει η μπόρα.
Είναι μια αντίληψη που βλέπει την Αριστερά ως δύναμη διαμαρτυρίας και κριτικής.
Που έχει την πολυτέλεια του χρόνου για να ξεπεράσει πρώτα τις δικές της αδυναμίες και στη συνέχεια να μπορεί να διεκδικήσει τη ριζική αλλαγή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.
Δεν θέλω να αδικήσω μια άποψη με την οποία διαφωνώ.
Προφανώς έχει έλλογα επιχειρήματα.
Αλλά πιστεύω ότι υποτιμά δύο πράγματα:
την κρισιμότητα της κατάστασης και τις δυνατότητες της εποχής.
Δεν είμαστε σε μια οποιαδήποτε ιστορική φάση.
Είμαστε αντιμέτωποι με μια παγκόσμια αλλαγή παραδείγματος που συμπυκνώνεται στην εκλογή Τραμπ και στην άνοδο του μετα-φασισμού στην εξουσία.
Το γκρίζο κύμα, αυτό που αναλύει ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου στο βιβλίο του, έχει σαρωτικές διαστάσεις.
Όχι μόνο στο πεδίο των ταξικών σχέσεων και της έντασης της κοινωνικής ανισότητας.
Αλλά και στο πεδίο το ιδεολογικό.
Τα πυρηνικά στοιχεία του μετα-φασισμού μετατρέπονται σε κρατικές πολιτικές και την ίδια στιγμή διαποτίζουν τις κοινωνίες μας: το κοινωνικό κράτος είναι βαρίδι, τα δικαιώματα είναι πρόβλημα, η δημοκρατία είναι κατάλοιπο του παρελθόντος.
Ο κόσμος που θέλει η Μαύρη Διεθνής είναι ο κόσμος της εκμετάλλευσης, του πολέμου, του διχασμού, της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού.
Και αυτή είναι η δική της απάντηση στη δομική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού σήμερα.
Λιτότητα, εξατομίκευση, πειθάρχηση.
Σας καλώ να σκεφτείτε ο καθένας και η καθεμία πώς θα είναι η ζωή σας, πώς θα είναι οι χώροι που δρούμε συνδικαλιστικά και πολιτικά, πώς θα είναι ο ζωτικός χώρος μας αν στις επόμενες εκλογές το καθεστώς Μητσοτάκη και οι ενδεχόμενοι ακροδεξιοί σύμμαχοί του επιτύχουν μια θριαμβική νίκη.
Εύλογα θα με ρωτήσει κανείς αν όντως πιστεύω ότι μπορεί να γίνει κάτι άλλο.
Και θα σας απαντήσω ξεκάθαρα: ναι, το πιστεύω.
Πιστεύω ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα.
Πιστεύω ότι η Αριστερά μπορεί και πρέπει να είναι όχι μόνο το αντίβαρο, αλλά αυτή που θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων στις σημερινές ζοφερές συνθήκες.
Έχει ξεκινήσει μια ωραία συζήτηση γύρω από το παράδειγμα του Μαμντάνι.
Θεωρώ ότι το κύριο που πρέπει να κρατήσουμε από τη μεγάλη αυτή επιτυχία είναι η αυτοπεποίθηση που εκπέμπει.
Το κίνημα γύρω από την υποψηφιότητά του δεν είπε «είναι δύσκολα τα πράγματα», «ο Τραμπ είναι πανίσχυρος», «δεν μπορούμε να κάνουμε τη Νέα Υόρκη μια νησίδα σε ένα αρχιπέλαγος αυταρχισμού».
Είπε το αντίθετο: αποδεικνύουμε ότι εκεί που όλοι μιλάνε για αδιέξοδα, εμείς μιλάμε για δυνατότητες.
Τη δυνατότητα σήμερα, στην καρδιά του καπιταλισμού, στη μητρόπολη του κέρδους, να υπάρχει εφαρμοσμένη πολιτική που να δημιουργεί έναν νέο συσχετισμό ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν τον πλούτο και αυτών που εργάζονται για την παραγωγή του.
Και αυτό έγινε με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο.
Με ένα πρόγραμμα άμεσων, χειροπιαστών, πολιτικών που δεν χάνονται στις περίτεχνες διατυπώσεις, αλλά βγάζουν νόημα και παράγουν κοινωνικές εκπροσωπήσεις.
Δεν θα κάνουμε αυτό, θα κάνουμε το άλλο.
Δεν θα ικανοποιήσουμε όλους.
Θα εκπροσωπήσουμε πρώτα τους πολλούς.
Δεν θα σας πούμε πόσο αριστεροί είμαστε.
Θα σας δείξουμε ότι η Αριστερά αλλάζει τη ζωή μας.
Και για τη συζήτηση που μας αφορά, η περίπτωση Μαμντάνι έχει κάτι να μας πει:
Δεν επιμένουμε στο πόσο δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις σε ένα συντηρητικό, κεντρώο, χυλοειδές Δημοκρατικό Κόμμα.
Επιμένουμε στο ότι η κοινωνική και πολιτική πίεση από τα κάτω μπορεί να αλλάξει τα πράγματα μέσα από την ορμητική εισβολή των ριζοσπαστικών ιδεών σε αυτό που συμβατικά λέμε κεντρική πολιτική σκηνή.
Υπάρχουν αυτές οι δυνατότητες στη χώρα μας;
Αν δει κανείς την πραγματικότητα με τα μάτια του δημοσιογραφικού και πολιτικού μικρόκοσμου, όχι.
Έχουμε όντως μια εικόνα όπου ο χώρος της κεντροαριστεράς και της αριστεράς είναι σε παρατεταμένη κρίση, κατακερματισμό και καθήλωση από ηγεσίες που είτε είναι άτολμες, είτε απλώς είναι συντηρητικές.
Αλλά το δικό μας βλέμμα δεν είναι ίδιο με εκείνων που αντιμετωπίζουν την πολιτική ως ένα παιχνίδι μεταξύ κουτσομπολιού και στατικών διαπιστώσεων.
Είναι στραμμένο στην κοινωνία.
Και αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι υπάρχουν τρεις κρίσιμες παράμετροι που δείχνουν τη δυνατότητα να υπάρξει αντίπαλο δέος στο καθεστώς της Δεξιάς.
Πρώτον: το εξαιρετικά έντονο αίσθημα δυσαρέσκειας για το καθεστώς Μητσοτάκη που μέχρι τώρα δεν έχει βρει θετική διέξοδο. Είναι σαφές ότι ο κόσμος της αποχής, η νεολαία, τα πιο δυναμικά τμήματα της κοινωνίας μας δεν υποτάσσονται στη λογική του «μικρότερου κακού». Θέλουν, αναζητούν, αναμένουν κάτι ποιοτικά διαφορετικό.
Δεύτερον: παρά την κρίση της Αριστεράς, σε επίπεδο ιδεολογικό και κοινωνικό οι αξίες της, οι ιστορικές και πολιτισμικές της αναφορές, παραμένουν ισχυρές στη χώρα μας. Η επιρροή των αριστερών ιδεών -το λέω σχηματικά- είναι μεγαλύτερη από την εκλογική επιρροή των κομμάτων της Αριστεράς.
Τρίτον: υπάρχει ένας νέος πολιτικός ριζοσπαστισμός. Ο κόσμος των κινημάτων και των πρωτοβουλιών. Ένα ρεύμα που δεν αναζητά απλώς έναν πολιτικό χώρο, αλλά διεκδικεί να τον δημιουργήσει και την ίδια στιγμή φαίνεται να ενδιαφέρεται για το εξής: τη δυνατότητα χειροπιαστών αλλαγών στο σήμερα. Αυτός είναι ο κόσμος που εμφανίζεται στις κάλπες, όταν νιώθει ότι εκεί παίζεται κάτι σημαντικό: όχι η διαμαρτυρία, αλλά η μεταβολή, η αλλαγή.
Και, νομίζω, εμείς πρέπει να στραφούμε δίχως άγχος και συμπλέγματα προς αυτές τις τρεις θετικές προϋποθέσεις και να πάρουμε πρωτοβουλίες συγκεκριμένες στην κατεύθυνση που υπαγορεύουν: την ήττα του καθεστώτος Μητσοτάκη και την ανάδειξη ενός νέου συνασπισμού, μετώπου, δυναμικής που θα αναλάβει την ευθύνη της ριζικής αλλαγής προς όφελος των ζωντανών δυνάμεων της κοινωνίας μας.
Ναι, μιλάω για την αλλαγή της κυβέρνησης της χώρας.
Την ανατροπή της Δεξιάς.
Τη νίκη της Αριστεράς της ευθύνης και του ριζοσπαστικού ρεαλισμού.
Υπάρχει, σήμερα, ένας και μόνος τρόπος να γίνει αυτό.
Η Νέα Αριστερά να πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία της προοπτικής της αλλαγής.
Γιατί διαθέτουμε τρία συγκριτικά πλεονεκτήματα:
Ένα: εκφράζουμε την πιο συνεπή και μαχητική αριστερή αντιπολίτευση εντός του Κοινοβουλίου.
Δύο: διαθέτουμε ένα ισχυρό προγραμματικό πρόσημο που δεν επαναλαμβάνει τις γνωστές και αποτυχημένες συνταγές του «μέσου όρου».
Τρία: είμαστε η πολιτική δύναμη που μιλάει για ενότητα και εννοεί ενότητα: δίχως αποκλεισμούς. Αλλά με μια προϋπόθεση: την προγραμματική συμφωνία.
Είμαστε σε μια περίοδο γενικευμένης ρευστότητας που όλα είναι πιθανά.
Η ανασφάλεια από την απουσία σταθερών δεδομένων δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην επιστροφή σε κάποιες εργοστασιακές ρυθμίσεις.
Αντίθετα, τώρα είναι η ώρα του αποφασιστικού βήματος.
Η Νέα Αριστερά να εργαστεί για την συγκρότηση ενός προοδευτικού μετώπου και ενός κοινού ψηφοδελτίου με όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον χώρο της Αριστεράς , της αριστερής Σοσιαλδημοκρατίας και της πολιτικής οικολογίας.
Όλες τις δυνάμεις που αντιλαμβάνονται ότι ο κατακερματισμός του προοδευτικού χώρου διευκολύνει το καθεστώς Μητσοτάκη και είναι διατεθειμένες να συζητήσουν σοβαρά και με καλή θέληση την διαμόρφωση ενός μίνιμουμ προγράμματος.
Προγράμματος ικανού να ανακόψει την πορεία παρακμής της χώρας.
Προγράμματος ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων που μπορεί να εμπνεύσει ελπίδα σε αυτούς και αυτές που σήμερα δυσφορούν.
Και κυρίως προγράμματος και τρόπου άσκησης πολιτικής που στηρίζεται στη συμμετοχή των πιο ζωντανών, ανήσυχων και δυναμικών ρευμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν λέω ότι είναι εύκολο.
Αλλά ειλικρινά, δεν νομίζω ότι μας αναλογεί τίποτα λιγότερο.
Δεν μας αναλογεί ο κυνικός κυβερνητισμός των «κεντρώων λύσεων» και του κοινωνικού συντηρητισμού.
Όχι μόνο γιατί διαφωνούμε, αλλά γιατί ξέρουμε ότι το μόνο που εγγυάται είναι την απογοήτευση και τη δυσπιστία.
Δεν μας αναλογεί η απομόνωση, ο βολικός αναχωρητισμός και ο ναρκισσισμός των μικρών διαφορών.
Όχι μόνο γιατί η δική μας Αριστερά δεν ήταν ποτέ αυτή, αλλά γιατί ξέρουμε ότι σήμερα η κοινωνία αδιαφορεί για όλα αυτά.
Θέλουμε να είμαστε το ριζοσπαστικό, προχωρημένο, δυναμικό ρεύμα της Αριστεράς που όχι μόνο θα συνομιλήσει ισότιμα, αλλά θα παίξει καταλυτικό ρόλο στη συζήτηση και τη διαμόρφωση θέσεων για αυτό που μας νοιάζει:
το παρόν και το μέλλον αυτής της χώρας, για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, για το παρόν και το μέλλον των καταπιεσμένων, των αόρατων, των επισφαλώς εργαζόμενων, των νέων ανθρώπων, των ανθρώπων της δουλειάς.
Και ναι, μπορούμε να το κάνουμε.
Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι μόνο εμείς μπορούμε να είμαστε ο καταλύτης.
Γιατί έχουμε το υλικό που χρειάζεται: τις θέσεις μας και τους ανθρώπους μας.
Να το πω με μια φράση:
Έχουμε μια υποχρέωση, συντρόφισσες και σύντροφοι: να είμαστε κοινωνικά χρήσιμοι.
Και για να είμαστε κοινωνικά χρήσιμοι πρέπει να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση.
Αν δεν μπούμε τώρα στη μεγάλη συζήτηση, πολύ φοβάμαι ότι ούτε να συνδιαμορφώσουμε τις συνθήκες θα μπορέσουμε ούτε να παλέψουμε για την αλλαγή στις ζωές μας.
Και οι άνθρωποι που έχουν εναποθέσει ελπίδες σ’ εμάς όταν θα δουν ότι δεν εκπροσωπούνται στην ευρύτερη προσπάθεια θα απογοητευτούν και θα μας γυρίσουν την πλάτη.
Και όχι. Το να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι εγκαταλείπουμε ή αποδυναμώνουμε το κόμμα μας.
Υποστηρίζω το εντελώς αντίθετο. Και υπηρετώ το εντελώς αντίθετο.
Το κόμμα μας δυναμώνει όσο κινείται στο ρεύμα των καιρών και τις ανάγκες της κοινωνίας.
Το κόμμα μας δυναμώνει όταν διεκδικεί ρόλο, θέτει κανόνες και επιβάλλει θέσεις και απόψεις στο συλλογικό γίγνεσθαι, όταν διαβάζει τις εξελίξεις και είναι έτοιμο να τις συνδιαμορφώσει.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Δεν ψάχνουμε το ιδανικό.
Δεν περιοριζόμαστε στο εφικτό.
Φτιάχνουμε, με τη δράση μας, το παράδειγμα που θέλουμε.
Μπορούμε να βάλουμε τους όρους μας, τους όρους της Αριστεράς και να τραβήξουμε κι άλλους στις δικές μας θέσεις;
Μπορούμε να γίνουμε ο καταλύτης για τη διαμόρφωση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος που θα ακουμπάει στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας και θα δίνει ελπίδα και προοπτική για το αύριο;
Ναι, συντρόφισσες και σύντροφοι.
Μπορούμε.
Σκεφτείτε.
Σκεφτείτε να τα καταφέρουμε.
Σκεφτείτε τη χαρά που θα νοιώσει η ελληνική κοινωνία αν εμφανιστεί ένας ισχυρός πόλος συνεργασίας Αριστερών, ριζοσπαστικών και προοδευτικών δυνάμεων, απέναντι στη Δεξιά.
Και κυρίως σκεφτείτε, τι μπορούμε να κάνουμε την επόμενη μέρα.
Τη μέρα που θα υπογράψουμε ότι ανοίγει η πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη στο λαό.
Τη μέρα που θα θεσπίσουμε την 8ωρη εργασία, την καθολική εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων, την επέκταση των εργατικών δικαιωμάτων.
Τη μέρα που θα καταργήσουμε τη Golden Visa, θα βάλουμε φραγμό στην κερδοσκοπία των ενοικίων, θα εξαγγείλουμε προγράμματα συνεταιριστικής κατοικίας.
Τη μέρα που θα επιβάλουμε πλαφόν στα είδη πρώτης ανάγκης, θα μειώσουμε τον ΦΠΑ, θα τιμωρήσουμε τα καρτέλ.
Τη μέρα που θα αποδώσουμε ιθαγένεια στους μετανάστες, που θα καταργήσουμε τους νόμους Φλωρίδη, που θα ξεκινήσουμε τη μεγάλη μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη.
Τη μέρα που θα εγκαινιάζουμε νοσοκομεία και σχολεία, που θα ανακοινώνουμε μέτρα για τους εργαζόμενους φοιτητές, που θα ανοίγουμε νέες θεματικές ισότητας που μέχρι τώρα θεωρούνται ταμπού.
Τη μέρα που θα απελευθερώσουμε τις ενεργειακές κοινότητες, που θα καταργήσουμε την καύση απορριμμάτων, που θα νομοθετήσουμε για ελεύθερες παραλίες για όλες και όλους.
Τη μέρα που θα ακυρώσουμε τις εξορύξεις και τους υπέρογκους εξοπλισμούς, που θα αναγνωρίσουμε δίχως αστερίσκους την Παλαιστίνη, που θα ψηφίσουμε κυρώσεις στο κράτος του Ισραήλ.
Αυτό είναι το δικό μας πρόγραμμα.
Θα τα καταφέρουμε;
Δεν θα το μάθουμε, αν δεν δοκιμάσουμε.
Θα τα καταφέρουμε όλα;
Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αλλά μπορούμε να καταφέρουμε πολλά.
Έχουμε κάτι να φοβηθούμε;
Όχι. Το μόνο που έχουμε να φοβηθούμε είναι ο φόβος.
Και εγώ σήμερα σας καλώ να αποτινάξουμε το φόβο.
Το φόβο ότι η πολιτική είναι συμβιβασμός.
Το φόβο ότι είμαστε μικρή δύναμη.
Το φόβο ότι έχουμε χάσει.
Σύντροφοι και συντρόφισσες,
Όπως ξέρετε στο Πολιτικό Γραφείο το τελευταίο διάστημα, και στις Κεντρικές Επιτροπές, έχουν κατατεθεί αποκλίνουσες απόψεις.
Σπεύδω να πω το εξής: είμαι περήφανος που έχουμε ένα κόμμα που είναι δημοκρατικό.
Η δημοκρατία όμως, η δημοκρατία μεταξύ ομοϊδεατών, απαιτεί ειλικρίνεια.
Αν στο σχέδιο που παρουσίασα, που θεωρώ ότι εκφράζει τη λογική του ιδρυτικού μας συνεδρίου, υπάρχει αντιπαραθετικό σχέδιο, τότε είναι η ώρα να λάβουμε μια απόφαση.
Η παράλυση της αφηρημένης συζήτησης, οι διαρκείς συμβιβασμοί που όμως στην πράξη αποδεικνύονται μη παραγωγικοί, η διαρκής συζήτηση «με ποιον θα πάμε» αντί για το «τι θα κάνουμε»,
διαλύουν τον οργανωτικό ιστό του κόμματος και μειώνουν την όποια δυνατότητά μας να πρωταγωνιστήσουμε στο ρευστό τοπίο του σήμερα.
Παρά την κοπιώδη δουλειά πολλών συντρόφων και συντροφισσών μας. Στην κοινοβουλευτική ομάδα, στα κινήματα, σε κοινωνικές πρωτοβουλίες.
Σήμερα, καλούμαστε να αποφασίσουμε τον οδικό χάρτη για το επόμενο διάστημα.
Δεν μπορεί να είναι μία ακόμη συζήτηση ανάμεσα σε άλλες.
Εμπεριέχει την αποσαφήνιση των μεταξύ μας σχέσεων.
Σας μίλησα με απόλυτη ειλικρίνεια.
Καλώ όλους και όλες να κάνουν το ίδιο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Δεν ξεχνάμε από πού ξεκινήσαμε και πού πηγαίνουμε.
Δεν διαγράφουμε το παρελθόν μας για να σχεδιάσουμε το μέλλον μας.
Το 2015 καταφέραμε να γίνει η αριστερά κυβέρνηση.
Μέσα στις χειρότερες συνθήκες, με όλο το κατεστημένο – εθνικό και ευρωπαϊκό – απέναντί μας, πήραμε την ευθύνη να παλέψουμε να κρατήσουμε την κοινωνία όρθια.
Και μέσα από τους συμβιβασμούς μας, τις ματαιώσεις μας, τα λάθη μας, τα καταφέραμε.
Καταφέραμε να σταματήσουμε την πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, να εξασφαλίσουμε περίθαλψη για τους ανασφάλιστους, να καταργήσουμε τον υποκατώτατο μισθό, να ενισχύσουμε τους νέους επιστήμονες και πολλά ακόμα.
Και βεβαίως να σώσουμε τη χώρα από τη χρεοκοπία και να ρυθμίσουμε το δημόσιο χρέος.
Να φέρουμε την ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών.
Αυτή είναι η ιστορία μας, αυτή είναι η κληρονομιά μας και δεν την απεμπολούμε.
Έχουμε κάνει την κριτική μας, έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας, έχουμε μιλήσει για την περίοδο της αντιπολίτευσης, έχουμε αναλύσει τους λόγους μας οδήγησαν στις μετέπειτα εκλογικές ήττες και τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ.
Και το κάναμε και στην πράξη.
Δείτε τη στάση μας στο Παλαιστινιακό. Γίναμε η φωνή της Παλαιστίνης μέσα στη Βουλή. Αυτό αξίζει περισσότερο από έναν τόνο ρητορικής αυτοκριτικής.
Φτιάξαμε τη Νέα Αριστερά μέσα από την ανάγκη να διαφυλάξουμε το πολιτικό κεφάλαιο της Αριστεράς και την αξιοπρέπειά μας.
Και μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή για την ανάγκη συνεργασιών, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής μας.
Αν συμφωνούμε σε αυτά, να δουλέψουμε πάνω στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης.
Εφόσον όμως υπάρχει ριζική διαφωνία, οφείλουμε να οργανώσουμε τον πολιτικό διάλογο στις τάξεις του κόμματός μας και στο κοινωνικό δυναμικό που μας περιβάλλει και να προχωρήσουμε σε μια διαδικασία που να εμπλέκει όλα -ανεξαιρέτως- τα μέλη του κόμματος στη λήψη της απόφασης.
Έτσι θα ενεργοποιήσουμε τους συντρόφους και τις συντρόφισσες μας που έχουν αδρανοποιηθεί.
Έτσι θα χαράξουμε την στρατηγική μας.
Συλλογικά, συντροφικά, δημοκρατικά».
«Σε αυτό το επεισόδιο συμπυκνώνεται η σημερινή κατάσταση της χώρας. Μιας χώρας που η κυβέρνησή της ενθαρρύνει και οργανώνει την ανομία, την ασυδοσία, τη διαφθορά και δαιμονοποιεί, συκοφαντεί, ποινικοποιεί την πολιτική δράση» συνέχισε.
«Μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή για την ανάγκη συνεργασιών, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής μας. Αν συμφωνούμε σε αυτά, να δουλέψουμε πάνω στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης. Εφόσον όμως υπάρχει ριζική διαφωνία, οφείλουμε να οργανώσουμε τον πολιτικό διάλογο στις τάξεις του κόμματός μας και στο κοινωνικό δυναμικό που μας περιβάλλει και να προχωρήσουμε σε μια διαδικασία που να εμπλέκει όλα -ανεξαιρέτως- τα μέλη του κόμματος στη λήψη της απόφασης» πρόσθεσε, περιγράφοντας έτσι την προσφυγή στην κομματική βάση μέσω δημοψηφίσματος.
Ακολουθεί ολόκληρη η εισήγησή του:
«Σύντροφοι και συντρόφισσες,Θέλω να ξεκινήσω την ομιλία μου σήμερα από κάτι φαινομενικά «μικρό». Μια είδηση που δεν έγινε πρωτοσέλιδο. Την καταδίκη ενός φοιτητή σε 14 μήνες φυλάκιση επειδή έγραψε σε έναν τοίχο συνθήματα για τον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης.
Σε αυτό το επεισόδιο συμπυκνώνεται η σημερινή κατάσταση της χώρας.
Μιας χώρας που η κυβέρνησή της ενθαρρύνει και οργανώνει την ανομία, την ασυδοσία, τη διαφθορά και δαιμονοποιεί, συκοφαντεί, ποινικοποιεί την πολιτική δράση.
Μην το προσπεράσουμε αψήφιστα.
Σας καλώ να το σκεφτούμε.
14 μήνες φυλακή σε έναν νέο άνθρωπο γιατί έγραψε ένα σύνθημα.
Να το σκεφτούμε ως μια ψηφίδα μιας δημοκρατίας που συρρικνώνεται.
Μιας δημοκρατίας που περιφράσσει την πλατεία Συντάγματος για να μη νιώθει η Βουλή τη φωνή του πλήθους.
Μιας δημοκρατίας που τιμωρεί τους ανθρώπους που επιλέγουν τη δημόσια υγεία, τη δημόσια παιδεία, τις δημόσιες υποδομές με την καθημερινή διάλυση του κοινωνικού κράτους.
Μιας δημοκρατίας που καταπιέζει τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, που νομοθετεί 13 ώρες δουλειά, που μετατρέπει βασικά αγαθά σε αγαθά πολυτελείας.
Μιας δημοκρατίας που δεν ανέχεται την άλλη άποψη, που αντιμετωπίζει τις οργανώσεις αλληλεγγύης στους πρόσφυγες ως «εγκληματικές», που θεσπίζει μέτρα που παραπέμπουν στο Ιδιώνυμο- στην ιδεολογική δηλαδή πειθάρχηση της κοινωνίας.
Μιας δημοκρατίας που καθημερινά, σε κάθε κρίσιμο ζήτημα, υπηρετεί αποκλειστικά και μόνο την εξουσία, τα προνόμια, τα υλικά συμφέροντα μιας κοινωνικής τάξης: των εργοδοτών, των εισοδηματιών, των πλουσίων.
Αυτή είναι η εικόνα της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας το 2025.
Και όλα αυτά είναι έργο όχι μιας κυβέρνησης, αλλά ενός καθεστώτος.
Του καθεστώτος Μητσοτάκη.
Ένα καθεστώς που το έχουμε περιγράψει.
Το έχουμε αντιπαλέψει - μέσα και έξω από τη Βουλή.
Και ένα καθεστώς που μας καλεί να αποφασίσουμε πάνω σε ένα ερώτημα:
μπορεί να έχει τρίτη ευκαιρία;
Θέλω να σας καλέσω να σκεφτούμε τι θα σημαίνει αυτό.
Όχι για την Αριστερά.
Για τους ανθρώπους της χώρας.
Τι θα σημαίνει μια ακόμα πιο αλαζονική, ακόμα πιο αυταρχική, ακόμα πιο αποφασισμένη Δεξιά.
Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε με ειλικρίνεια.
Και ένα ενδεχόμενο που απαιτεί από μας καθαρές απαντήσεις.
Στην Αριστερά σήμερα -και στη χώρα μας και διεθνώς- υπάρχουν μια διαδεδομένη απάντηση για το τι μπορούμε να κάνουμε απέναντι στη Μαύρη Διεθνή, απέναντι στην εξουσία του πλούτου, απέναντι στον κοινωνικό και πολιτικό αυταρχισμό του κοινού μετώπου Δεξιάς και της ακροδεξιάς.
Ότι δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά.
Είναι η πολιτική της αναδίπλωσης.
Της λογικής ότι πρέπει να περιμένουμε να περάσει η μπόρα.
Είναι μια αντίληψη που βλέπει την Αριστερά ως δύναμη διαμαρτυρίας και κριτικής.
Που έχει την πολυτέλεια του χρόνου για να ξεπεράσει πρώτα τις δικές της αδυναμίες και στη συνέχεια να μπορεί να διεκδικήσει τη ριζική αλλαγή της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.
Δεν θέλω να αδικήσω μια άποψη με την οποία διαφωνώ.
Προφανώς έχει έλλογα επιχειρήματα.
Αλλά πιστεύω ότι υποτιμά δύο πράγματα:
την κρισιμότητα της κατάστασης και τις δυνατότητες της εποχής.
Δεν είμαστε σε μια οποιαδήποτε ιστορική φάση.
Είμαστε αντιμέτωποι με μια παγκόσμια αλλαγή παραδείγματος που συμπυκνώνεται στην εκλογή Τραμπ και στην άνοδο του μετα-φασισμού στην εξουσία.
Το γκρίζο κύμα, αυτό που αναλύει ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου στο βιβλίο του, έχει σαρωτικές διαστάσεις.
Όχι μόνο στο πεδίο των ταξικών σχέσεων και της έντασης της κοινωνικής ανισότητας.
Αλλά και στο πεδίο το ιδεολογικό.
Τα πυρηνικά στοιχεία του μετα-φασισμού μετατρέπονται σε κρατικές πολιτικές και την ίδια στιγμή διαποτίζουν τις κοινωνίες μας: το κοινωνικό κράτος είναι βαρίδι, τα δικαιώματα είναι πρόβλημα, η δημοκρατία είναι κατάλοιπο του παρελθόντος.
Ο κόσμος που θέλει η Μαύρη Διεθνής είναι ο κόσμος της εκμετάλλευσης, του πολέμου, του διχασμού, της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού.
Και αυτή είναι η δική της απάντηση στη δομική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού σήμερα.
Λιτότητα, εξατομίκευση, πειθάρχηση.
Σας καλώ να σκεφτείτε ο καθένας και η καθεμία πώς θα είναι η ζωή σας, πώς θα είναι οι χώροι που δρούμε συνδικαλιστικά και πολιτικά, πώς θα είναι ο ζωτικός χώρος μας αν στις επόμενες εκλογές το καθεστώς Μητσοτάκη και οι ενδεχόμενοι ακροδεξιοί σύμμαχοί του επιτύχουν μια θριαμβική νίκη.
Εύλογα θα με ρωτήσει κανείς αν όντως πιστεύω ότι μπορεί να γίνει κάτι άλλο.
Και θα σας απαντήσω ξεκάθαρα: ναι, το πιστεύω.
Πιστεύω ότι υπάρχει αυτή η δυνατότητα.
Πιστεύω ότι η Αριστερά μπορεί και πρέπει να είναι όχι μόνο το αντίβαρο, αλλά αυτή που θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων στις σημερινές ζοφερές συνθήκες.
Έχει ξεκινήσει μια ωραία συζήτηση γύρω από το παράδειγμα του Μαμντάνι.
Θεωρώ ότι το κύριο που πρέπει να κρατήσουμε από τη μεγάλη αυτή επιτυχία είναι η αυτοπεποίθηση που εκπέμπει.
Το κίνημα γύρω από την υποψηφιότητά του δεν είπε «είναι δύσκολα τα πράγματα», «ο Τραμπ είναι πανίσχυρος», «δεν μπορούμε να κάνουμε τη Νέα Υόρκη μια νησίδα σε ένα αρχιπέλαγος αυταρχισμού».
Είπε το αντίθετο: αποδεικνύουμε ότι εκεί που όλοι μιλάνε για αδιέξοδα, εμείς μιλάμε για δυνατότητες.
Τη δυνατότητα σήμερα, στην καρδιά του καπιταλισμού, στη μητρόπολη του κέρδους, να υπάρχει εφαρμοσμένη πολιτική που να δημιουργεί έναν νέο συσχετισμό ανάμεσα σε αυτούς που κατέχουν τον πλούτο και αυτών που εργάζονται για την παραγωγή του.
Και αυτό έγινε με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο.
Με ένα πρόγραμμα άμεσων, χειροπιαστών, πολιτικών που δεν χάνονται στις περίτεχνες διατυπώσεις, αλλά βγάζουν νόημα και παράγουν κοινωνικές εκπροσωπήσεις.
Δεν θα κάνουμε αυτό, θα κάνουμε το άλλο.
Δεν θα ικανοποιήσουμε όλους.
Θα εκπροσωπήσουμε πρώτα τους πολλούς.
Δεν θα σας πούμε πόσο αριστεροί είμαστε.
Θα σας δείξουμε ότι η Αριστερά αλλάζει τη ζωή μας.
Και για τη συζήτηση που μας αφορά, η περίπτωση Μαμντάνι έχει κάτι να μας πει:
Δεν επιμένουμε στο πόσο δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις σε ένα συντηρητικό, κεντρώο, χυλοειδές Δημοκρατικό Κόμμα.
Επιμένουμε στο ότι η κοινωνική και πολιτική πίεση από τα κάτω μπορεί να αλλάξει τα πράγματα μέσα από την ορμητική εισβολή των ριζοσπαστικών ιδεών σε αυτό που συμβατικά λέμε κεντρική πολιτική σκηνή.
Υπάρχουν αυτές οι δυνατότητες στη χώρα μας;
Αν δει κανείς την πραγματικότητα με τα μάτια του δημοσιογραφικού και πολιτικού μικρόκοσμου, όχι.
Έχουμε όντως μια εικόνα όπου ο χώρος της κεντροαριστεράς και της αριστεράς είναι σε παρατεταμένη κρίση, κατακερματισμό και καθήλωση από ηγεσίες που είτε είναι άτολμες, είτε απλώς είναι συντηρητικές.
Αλλά το δικό μας βλέμμα δεν είναι ίδιο με εκείνων που αντιμετωπίζουν την πολιτική ως ένα παιχνίδι μεταξύ κουτσομπολιού και στατικών διαπιστώσεων.
Είναι στραμμένο στην κοινωνία.
Και αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι υπάρχουν τρεις κρίσιμες παράμετροι που δείχνουν τη δυνατότητα να υπάρξει αντίπαλο δέος στο καθεστώς της Δεξιάς.
Πρώτον: το εξαιρετικά έντονο αίσθημα δυσαρέσκειας για το καθεστώς Μητσοτάκη που μέχρι τώρα δεν έχει βρει θετική διέξοδο. Είναι σαφές ότι ο κόσμος της αποχής, η νεολαία, τα πιο δυναμικά τμήματα της κοινωνίας μας δεν υποτάσσονται στη λογική του «μικρότερου κακού». Θέλουν, αναζητούν, αναμένουν κάτι ποιοτικά διαφορετικό.
Δεύτερον: παρά την κρίση της Αριστεράς, σε επίπεδο ιδεολογικό και κοινωνικό οι αξίες της, οι ιστορικές και πολιτισμικές της αναφορές, παραμένουν ισχυρές στη χώρα μας. Η επιρροή των αριστερών ιδεών -το λέω σχηματικά- είναι μεγαλύτερη από την εκλογική επιρροή των κομμάτων της Αριστεράς.
Τρίτον: υπάρχει ένας νέος πολιτικός ριζοσπαστισμός. Ο κόσμος των κινημάτων και των πρωτοβουλιών. Ένα ρεύμα που δεν αναζητά απλώς έναν πολιτικό χώρο, αλλά διεκδικεί να τον δημιουργήσει και την ίδια στιγμή φαίνεται να ενδιαφέρεται για το εξής: τη δυνατότητα χειροπιαστών αλλαγών στο σήμερα. Αυτός είναι ο κόσμος που εμφανίζεται στις κάλπες, όταν νιώθει ότι εκεί παίζεται κάτι σημαντικό: όχι η διαμαρτυρία, αλλά η μεταβολή, η αλλαγή.
Και, νομίζω, εμείς πρέπει να στραφούμε δίχως άγχος και συμπλέγματα προς αυτές τις τρεις θετικές προϋποθέσεις και να πάρουμε πρωτοβουλίες συγκεκριμένες στην κατεύθυνση που υπαγορεύουν: την ήττα του καθεστώτος Μητσοτάκη και την ανάδειξη ενός νέου συνασπισμού, μετώπου, δυναμικής που θα αναλάβει την ευθύνη της ριζικής αλλαγής προς όφελος των ζωντανών δυνάμεων της κοινωνίας μας.
Ναι, μιλάω για την αλλαγή της κυβέρνησης της χώρας.
Την ανατροπή της Δεξιάς.
Τη νίκη της Αριστεράς της ευθύνης και του ριζοσπαστικού ρεαλισμού.
Υπάρχει, σήμερα, ένας και μόνος τρόπος να γίνει αυτό.
Η Νέα Αριστερά να πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία της προοπτικής της αλλαγής.
Γιατί διαθέτουμε τρία συγκριτικά πλεονεκτήματα:
Ένα: εκφράζουμε την πιο συνεπή και μαχητική αριστερή αντιπολίτευση εντός του Κοινοβουλίου.
Δύο: διαθέτουμε ένα ισχυρό προγραμματικό πρόσημο που δεν επαναλαμβάνει τις γνωστές και αποτυχημένες συνταγές του «μέσου όρου».
Τρία: είμαστε η πολιτική δύναμη που μιλάει για ενότητα και εννοεί ενότητα: δίχως αποκλεισμούς. Αλλά με μια προϋπόθεση: την προγραμματική συμφωνία.
Είμαστε σε μια περίοδο γενικευμένης ρευστότητας που όλα είναι πιθανά.
Η ανασφάλεια από την απουσία σταθερών δεδομένων δεν πρέπει να μας οδηγήσει στην επιστροφή σε κάποιες εργοστασιακές ρυθμίσεις.
Αντίθετα, τώρα είναι η ώρα του αποφασιστικού βήματος.
Η Νέα Αριστερά να εργαστεί για την συγκρότηση ενός προοδευτικού μετώπου και ενός κοινού ψηφοδελτίου με όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον χώρο της Αριστεράς , της αριστερής Σοσιαλδημοκρατίας και της πολιτικής οικολογίας.
Όλες τις δυνάμεις που αντιλαμβάνονται ότι ο κατακερματισμός του προοδευτικού χώρου διευκολύνει το καθεστώς Μητσοτάκη και είναι διατεθειμένες να συζητήσουν σοβαρά και με καλή θέληση την διαμόρφωση ενός μίνιμουμ προγράμματος.
Προγράμματος ικανού να ανακόψει την πορεία παρακμής της χώρας.
Προγράμματος ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων που μπορεί να εμπνεύσει ελπίδα σε αυτούς και αυτές που σήμερα δυσφορούν.
Και κυρίως προγράμματος και τρόπου άσκησης πολιτικής που στηρίζεται στη συμμετοχή των πιο ζωντανών, ανήσυχων και δυναμικών ρευμάτων της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν λέω ότι είναι εύκολο.
Αλλά ειλικρινά, δεν νομίζω ότι μας αναλογεί τίποτα λιγότερο.
Δεν μας αναλογεί ο κυνικός κυβερνητισμός των «κεντρώων λύσεων» και του κοινωνικού συντηρητισμού.
Όχι μόνο γιατί διαφωνούμε, αλλά γιατί ξέρουμε ότι το μόνο που εγγυάται είναι την απογοήτευση και τη δυσπιστία.
Δεν μας αναλογεί η απομόνωση, ο βολικός αναχωρητισμός και ο ναρκισσισμός των μικρών διαφορών.
Όχι μόνο γιατί η δική μας Αριστερά δεν ήταν ποτέ αυτή, αλλά γιατί ξέρουμε ότι σήμερα η κοινωνία αδιαφορεί για όλα αυτά.
Θέλουμε να είμαστε το ριζοσπαστικό, προχωρημένο, δυναμικό ρεύμα της Αριστεράς που όχι μόνο θα συνομιλήσει ισότιμα, αλλά θα παίξει καταλυτικό ρόλο στη συζήτηση και τη διαμόρφωση θέσεων για αυτό που μας νοιάζει:
το παρόν και το μέλλον αυτής της χώρας, για το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, για το παρόν και το μέλλον των καταπιεσμένων, των αόρατων, των επισφαλώς εργαζόμενων, των νέων ανθρώπων, των ανθρώπων της δουλειάς.
Και ναι, μπορούμε να το κάνουμε.
Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι μόνο εμείς μπορούμε να είμαστε ο καταλύτης.
Γιατί έχουμε το υλικό που χρειάζεται: τις θέσεις μας και τους ανθρώπους μας.
Να το πω με μια φράση:
Έχουμε μια υποχρέωση, συντρόφισσες και σύντροφοι: να είμαστε κοινωνικά χρήσιμοι.
Και για να είμαστε κοινωνικά χρήσιμοι πρέπει να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση.
Αν δεν μπούμε τώρα στη μεγάλη συζήτηση, πολύ φοβάμαι ότι ούτε να συνδιαμορφώσουμε τις συνθήκες θα μπορέσουμε ούτε να παλέψουμε για την αλλαγή στις ζωές μας.
Και οι άνθρωποι που έχουν εναποθέσει ελπίδες σ’ εμάς όταν θα δουν ότι δεν εκπροσωπούνται στην ευρύτερη προσπάθεια θα απογοητευτούν και θα μας γυρίσουν την πλάτη.
Και όχι. Το να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι εγκαταλείπουμε ή αποδυναμώνουμε το κόμμα μας.
Υποστηρίζω το εντελώς αντίθετο. Και υπηρετώ το εντελώς αντίθετο.
Το κόμμα μας δυναμώνει όσο κινείται στο ρεύμα των καιρών και τις ανάγκες της κοινωνίας.
Το κόμμα μας δυναμώνει όταν διεκδικεί ρόλο, θέτει κανόνες και επιβάλλει θέσεις και απόψεις στο συλλογικό γίγνεσθαι, όταν διαβάζει τις εξελίξεις και είναι έτοιμο να τις συνδιαμορφώσει.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Δεν ψάχνουμε το ιδανικό.
Δεν περιοριζόμαστε στο εφικτό.
Φτιάχνουμε, με τη δράση μας, το παράδειγμα που θέλουμε.
Μπορούμε να βάλουμε τους όρους μας, τους όρους της Αριστεράς και να τραβήξουμε κι άλλους στις δικές μας θέσεις;
Μπορούμε να γίνουμε ο καταλύτης για τη διαμόρφωση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος που θα ακουμπάει στα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας και θα δίνει ελπίδα και προοπτική για το αύριο;
Ναι, συντρόφισσες και σύντροφοι.
Μπορούμε.
Σκεφτείτε.
Σκεφτείτε να τα καταφέρουμε.
Σκεφτείτε τη χαρά που θα νοιώσει η ελληνική κοινωνία αν εμφανιστεί ένας ισχυρός πόλος συνεργασίας Αριστερών, ριζοσπαστικών και προοδευτικών δυνάμεων, απέναντι στη Δεξιά.
Και κυρίως σκεφτείτε, τι μπορούμε να κάνουμε την επόμενη μέρα.
Τη μέρα που θα υπογράψουμε ότι ανοίγει η πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη στο λαό.
Τη μέρα που θα θεσπίσουμε την 8ωρη εργασία, την καθολική εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων, την επέκταση των εργατικών δικαιωμάτων.
Τη μέρα που θα καταργήσουμε τη Golden Visa, θα βάλουμε φραγμό στην κερδοσκοπία των ενοικίων, θα εξαγγείλουμε προγράμματα συνεταιριστικής κατοικίας.
Τη μέρα που θα επιβάλουμε πλαφόν στα είδη πρώτης ανάγκης, θα μειώσουμε τον ΦΠΑ, θα τιμωρήσουμε τα καρτέλ.
Τη μέρα που θα αποδώσουμε ιθαγένεια στους μετανάστες, που θα καταργήσουμε τους νόμους Φλωρίδη, που θα ξεκινήσουμε τη μεγάλη μεταρρύθμιση στη δικαιοσύνη.
Τη μέρα που θα εγκαινιάζουμε νοσοκομεία και σχολεία, που θα ανακοινώνουμε μέτρα για τους εργαζόμενους φοιτητές, που θα ανοίγουμε νέες θεματικές ισότητας που μέχρι τώρα θεωρούνται ταμπού.
Τη μέρα που θα απελευθερώσουμε τις ενεργειακές κοινότητες, που θα καταργήσουμε την καύση απορριμμάτων, που θα νομοθετήσουμε για ελεύθερες παραλίες για όλες και όλους.
Τη μέρα που θα ακυρώσουμε τις εξορύξεις και τους υπέρογκους εξοπλισμούς, που θα αναγνωρίσουμε δίχως αστερίσκους την Παλαιστίνη, που θα ψηφίσουμε κυρώσεις στο κράτος του Ισραήλ.
Αυτό είναι το δικό μας πρόγραμμα.
Θα τα καταφέρουμε;
Δεν θα το μάθουμε, αν δεν δοκιμάσουμε.
Θα τα καταφέρουμε όλα;
Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αλλά μπορούμε να καταφέρουμε πολλά.
Έχουμε κάτι να φοβηθούμε;
Όχι. Το μόνο που έχουμε να φοβηθούμε είναι ο φόβος.
Και εγώ σήμερα σας καλώ να αποτινάξουμε το φόβο.
Το φόβο ότι η πολιτική είναι συμβιβασμός.
Το φόβο ότι είμαστε μικρή δύναμη.
Το φόβο ότι έχουμε χάσει.
Σύντροφοι και συντρόφισσες,
Όπως ξέρετε στο Πολιτικό Γραφείο το τελευταίο διάστημα, και στις Κεντρικές Επιτροπές, έχουν κατατεθεί αποκλίνουσες απόψεις.
Σπεύδω να πω το εξής: είμαι περήφανος που έχουμε ένα κόμμα που είναι δημοκρατικό.
Η δημοκρατία όμως, η δημοκρατία μεταξύ ομοϊδεατών, απαιτεί ειλικρίνεια.
Αν στο σχέδιο που παρουσίασα, που θεωρώ ότι εκφράζει τη λογική του ιδρυτικού μας συνεδρίου, υπάρχει αντιπαραθετικό σχέδιο, τότε είναι η ώρα να λάβουμε μια απόφαση.
Η παράλυση της αφηρημένης συζήτησης, οι διαρκείς συμβιβασμοί που όμως στην πράξη αποδεικνύονται μη παραγωγικοί, η διαρκής συζήτηση «με ποιον θα πάμε» αντί για το «τι θα κάνουμε»,
διαλύουν τον οργανωτικό ιστό του κόμματος και μειώνουν την όποια δυνατότητά μας να πρωταγωνιστήσουμε στο ρευστό τοπίο του σήμερα.
Παρά την κοπιώδη δουλειά πολλών συντρόφων και συντροφισσών μας. Στην κοινοβουλευτική ομάδα, στα κινήματα, σε κοινωνικές πρωτοβουλίες.
Σήμερα, καλούμαστε να αποφασίσουμε τον οδικό χάρτη για το επόμενο διάστημα.
Δεν μπορεί να είναι μία ακόμη συζήτηση ανάμεσα σε άλλες.
Εμπεριέχει την αποσαφήνιση των μεταξύ μας σχέσεων.
Σας μίλησα με απόλυτη ειλικρίνεια.
Καλώ όλους και όλες να κάνουν το ίδιο.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Δεν ξεχνάμε από πού ξεκινήσαμε και πού πηγαίνουμε.
Δεν διαγράφουμε το παρελθόν μας για να σχεδιάσουμε το μέλλον μας.
Το 2015 καταφέραμε να γίνει η αριστερά κυβέρνηση.
Μέσα στις χειρότερες συνθήκες, με όλο το κατεστημένο – εθνικό και ευρωπαϊκό – απέναντί μας, πήραμε την ευθύνη να παλέψουμε να κρατήσουμε την κοινωνία όρθια.
Και μέσα από τους συμβιβασμούς μας, τις ματαιώσεις μας, τα λάθη μας, τα καταφέραμε.
Καταφέραμε να σταματήσουμε την πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση, να εξασφαλίσουμε περίθαλψη για τους ανασφάλιστους, να καταργήσουμε τον υποκατώτατο μισθό, να ενισχύσουμε τους νέους επιστήμονες και πολλά ακόμα.
Και βεβαίως να σώσουμε τη χώρα από τη χρεοκοπία και να ρυθμίσουμε το δημόσιο χρέος.
Να φέρουμε την ιστορική Συμφωνία των Πρεσπών.
Αυτή είναι η ιστορία μας, αυτή είναι η κληρονομιά μας και δεν την απεμπολούμε.
Έχουμε κάνει την κριτική μας, έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας, έχουμε μιλήσει για την περίοδο της αντιπολίτευσης, έχουμε αναλύσει τους λόγους μας οδήγησαν στις μετέπειτα εκλογικές ήττες και τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ.
Και το κάναμε και στην πράξη.
Δείτε τη στάση μας στο Παλαιστινιακό. Γίναμε η φωνή της Παλαιστίνης μέσα στη Βουλή. Αυτό αξίζει περισσότερο από έναν τόνο ρητορικής αυτοκριτικής.
Φτιάξαμε τη Νέα Αριστερά μέσα από την ανάγκη να διαφυλάξουμε το πολιτικό κεφάλαιο της Αριστεράς και την αξιοπρέπειά μας.
Και μιλήσαμε από την πρώτη στιγμή για την ανάγκη συνεργασιών, αναγνωρίζοντας τις συνθήκες και τις ανάγκες της εποχής μας.
Αν συμφωνούμε σε αυτά, να δουλέψουμε πάνω στην υλοποίηση αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης.
Εφόσον όμως υπάρχει ριζική διαφωνία, οφείλουμε να οργανώσουμε τον πολιτικό διάλογο στις τάξεις του κόμματός μας και στο κοινωνικό δυναμικό που μας περιβάλλει και να προχωρήσουμε σε μια διαδικασία που να εμπλέκει όλα -ανεξαιρέτως- τα μέλη του κόμματος στη λήψη της απόφασης.
Έτσι θα ενεργοποιήσουμε τους συντρόφους και τις συντρόφισσες μας που έχουν αδρανοποιηθεί.
Έτσι θα χαράξουμε την στρατηγική μας.
Συλλογικά, συντροφικά, δημοκρατικά».
En