Δημοσκοπήσεις: To 71% θέλει πολιτική αλλαγή, αλλά δεν πείθεται: Γιατί δεν κάνουν το "άλμα" Τσίπρας, Σαμαράς και Καρυστιανού
Οι πολίτες εμφανίζονται απαισιόδοξοι και αναζητούν εναλλακτική λύση
Τι φρενάρει τα δυνητικά κόμματα Τσίπρα, Σαμαρά, Καρυστιανού - Τα ευρήματα της δημοσκόπησης της GPO για τα "Παραπολιτικά"
Την ώρα που οι πολίτες εμφανίζονται να αναζητούν μία εναλλακτική πολιτική λύση, σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της GPO για τα «Παραπολιτικά», τα δυνητικά κόμματα του Αλέξη Τσίπρα, του Αντώνη Σαμαρά και της Μαρίας Καρυστιανού δεν δείχνουν να έχουν καμία εντυπωσιακή αύξηση στα ποσοστά τους. Αντίθετα, τα εν δυνάμει κόμματα των δύο πρώην πρωθυπουργών εμφανίζουν από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο σταθερά ποσοστά σε αυτούς που δηλώνουν ότι θα τους ψηφίσουν και σε αυτούς που ενδέχεται να τους ακολουθήσουν, ενώ εκείνο της Μαρίας Καρυστιανού φαίνεται να χάνει δυνάμεις.
Διαβάστε: Δημοσκόπηση GPO για τα "Παραπολιτικά": Πλησιάζει το 30% η ΝΔ παρά τη γενική δυσαρέσκεια - Η άποψη των πολιτών για την οικονομία, την αντιπολίτευση και τις γεωτρήσεις
Το γεγονός αυτό οφείλεται προφανώς στα όσα συνέβησαν το τελευταίο διάστημα με τον Νίκο Καραχάλιο και το κόμμα ΚΥΜΑ που εξήγγειλε, καθώς οι πολίτες αντελήφθησαν ότι τα σενάρια για τη δημιουργία κόμματος από την επικεφαλής του Συλλόγου των Συγγενών των Θυμάτων των Τεμπών έχουν βάση. Προφανώς, η όλη κατάσταση ενόχλησε τους πολίτες, καθώς όσοι θεωρούσαν ότι όλα αυτά ήταν απλώς σενάρια μετά τα δημόσια «ξεκατινιάσματα» απομακρύνθηκαν από τη Μαρία Καρυστιανού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η επικεφαλής του Συλλόγου των Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών καταγράφει ως ισχυρή πιθανότητα για να την ακολουθήσει ένα 9,5%, με τη δυνητική ψήφο να επεκτείνεται στο 10%, αθροίζοντας ένα συνολικό ποσοστό της τάξης του 19,5%. Ωστόσο, ένα 26,1% θεωρεί ωφέλιμη την ίδρυση κόμματος από τη Μαρία Καρυστιανού. Παράλληλα, κρίνεται ως ωφέλιμη για τη χώρα και τους πολίτες σε ποσοστό 26,5% η ίδρυση ενός κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα και 17,4% από τον Αντώνη Σαμαρά.
Ακόμα, στη δυνητική ψήφο, που επί της ουσίας αποκαλύπτει τις δεξαμενές και τα όρια των υπό ίδρυση κομμάτων, ένα ποσοστό 8,3% δηλώνει για τον Αλέξη Τσίπρα ότι πολύ πιθανόν να τον στηρίξει, ενώ ένα 10,5% δηλώνει αρκετά πιθανό. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον Αντώνη Σαμαρά διαμορφώνονται στο 2,2% συν 6,3%.
Προφανώς, για τον Αλέξη Τσίπρα τα πράγματα είναι αμφιλεγόμενα, καθώς άλλοι πιστεύουν ότι το βιβλίο μπορεί να του δώσει ένα μεγαλύτερο ποσοστό από 18,8% που συγκεντρώνει σήμερα, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι θα χάσει ένα κομμάτι των σίγουρων ψηφοφόρων του, δεδομένου ότι το βιβλίο δημιούργησε πολλές συζητήσεις γύρω από τα θέματα που χειρίστηκε.
Ο Αντώνης Σαμαράς, από την άλλη, εμφανίζεται να περιμένει τη συνέχεια των εσωκομματικών εκλογών της ΝΔ, καθώς στελέχη του κυβερνώντος κόμματος αποδίδουν την αποχή των μελών της παράταξης από τις εσωκομματικές εκλογές στην υπερδραστηριοποίηση του πρώην πρωθυπουργού στην επαρχία.
Πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία της μέτρησης, οι πολίτες εμφανίζονται απαισιόδοξοι και να αναζητούν εναλλακτική λύση. Πιο συγκεκριμένα το κλίμα απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας παραμένει κυρίαρχο για περισσότερους από 3 στους 4 πολίτες, με το 42,8% να δηλώνει ότι καταφέρνει να καλύπτει τις ανάγκες του με δυσκολία, το 13,8% να μην μπορεί να καλύψει το σύνολο των αναγκών του και το 6,6% να εμφανίζεται αδύναμο να εξυπηρετήσει ακόμα και βασικές ανάγκες.
Εξ αιτίας αυτής της κατάστασης η μεγάλη πλειοψηφία, σε ποσοστό 71,2%, επιθυμεί κυβερνητική και πολιτική αλλαγή, χωρίς, ωστόσο, ακόμη να έχει βρεθεί ο φορέας που θα μπορέσει να εκφράσει μαζικά αυτό το αίτημα αλλαγής.
Διαβάστε: Δημοσκόπηση GPO για τα "Παραπολιτικά": Πλησιάζει το 30% η ΝΔ παρά τη γενική δυσαρέσκεια - Η άποψη των πολιτών για την οικονομία, την αντιπολίτευση και τις γεωτρήσεις
Το γεγονός αυτό οφείλεται προφανώς στα όσα συνέβησαν το τελευταίο διάστημα με τον Νίκο Καραχάλιο και το κόμμα ΚΥΜΑ που εξήγγειλε, καθώς οι πολίτες αντελήφθησαν ότι τα σενάρια για τη δημιουργία κόμματος από την επικεφαλής του Συλλόγου των Συγγενών των Θυμάτων των Τεμπών έχουν βάση. Προφανώς, η όλη κατάσταση ενόχλησε τους πολίτες, καθώς όσοι θεωρούσαν ότι όλα αυτά ήταν απλώς σενάρια μετά τα δημόσια «ξεκατινιάσματα» απομακρύνθηκαν από τη Μαρία Καρυστιανού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η επικεφαλής του Συλλόγου των Συγγενών Θυμάτων των Τεμπών καταγράφει ως ισχυρή πιθανότητα για να την ακολουθήσει ένα 9,5%, με τη δυνητική ψήφο να επεκτείνεται στο 10%, αθροίζοντας ένα συνολικό ποσοστό της τάξης του 19,5%. Ωστόσο, ένα 26,1% θεωρεί ωφέλιμη την ίδρυση κόμματος από τη Μαρία Καρυστιανού. Παράλληλα, κρίνεται ως ωφέλιμη για τη χώρα και τους πολίτες σε ποσοστό 26,5% η ίδρυση ενός κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα και 17,4% από τον Αντώνη Σαμαρά.
Ακόμα, στη δυνητική ψήφο, που επί της ουσίας αποκαλύπτει τις δεξαμενές και τα όρια των υπό ίδρυση κομμάτων, ένα ποσοστό 8,3% δηλώνει για τον Αλέξη Τσίπρα ότι πολύ πιθανόν να τον στηρίξει, ενώ ένα 10,5% δηλώνει αρκετά πιθανό. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον Αντώνη Σαμαρά διαμορφώνονται στο 2,2% συν 6,3%.
Προφανώς, για τον Αλέξη Τσίπρα τα πράγματα είναι αμφιλεγόμενα, καθώς άλλοι πιστεύουν ότι το βιβλίο μπορεί να του δώσει ένα μεγαλύτερο ποσοστό από 18,8% που συγκεντρώνει σήμερα, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι θα χάσει ένα κομμάτι των σίγουρων ψηφοφόρων του, δεδομένου ότι το βιβλίο δημιούργησε πολλές συζητήσεις γύρω από τα θέματα που χειρίστηκε.
Ο Αντώνης Σαμαράς, από την άλλη, εμφανίζεται να περιμένει τη συνέχεια των εσωκομματικών εκλογών της ΝΔ, καθώς στελέχη του κυβερνώντος κόμματος αποδίδουν την αποχή των μελών της παράταξης από τις εσωκομματικές εκλογές στην υπερδραστηριοποίηση του πρώην πρωθυπουργού στην επαρχία.
Πάντως, σύμφωνα με τα στοιχεία της μέτρησης, οι πολίτες εμφανίζονται απαισιόδοξοι και να αναζητούν εναλλακτική λύση. Πιο συγκεκριμένα το κλίμα απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας παραμένει κυρίαρχο για περισσότερους από 3 στους 4 πολίτες, με το 42,8% να δηλώνει ότι καταφέρνει να καλύπτει τις ανάγκες του με δυσκολία, το 13,8% να μην μπορεί να καλύψει το σύνολο των αναγκών του και το 6,6% να εμφανίζεται αδύναμο να εξυπηρετήσει ακόμα και βασικές ανάγκες.
Εξ αιτίας αυτής της κατάστασης η μεγάλη πλειοψηφία, σε ποσοστό 71,2%, επιθυμεί κυβερνητική και πολιτική αλλαγή, χωρίς, ωστόσο, ακόμη να έχει βρεθεί ο φορέας που θα μπορέσει να εκφράσει μαζικά αυτό το αίτημα αλλαγής.
En