Να καταθέσει χωρίς να φαίνεται το πρόσωπό της αλλά και ούτε να ακούγεται η φωνή της ζητάει από το προεδρείο της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής, η Δέσποινα Μαρκοπούλου, η οποία έχει κληθεί να καταθέσει στην αυριανή συνεδρίαση. «Η δήλωσή μου δεν παρεμποδίζει, ούτε περιορίζει, τη δυνατότητα της Επιτροπής να αναζητεί και να διαδίδει πληροφορίες σχετικές με την έρευνα, εντός των ορίων που θέτει ο νόμος», επισημαίνει μεταξύ άλλων διαψεύδοντας ότι δεν θα δώσει το παρών στην εξεταστική. Τέλος για να αιτιολογήσει το σκεπτικό της επικαλείται μία σειρά από άρθρα του Συντάγματος, αλλά και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων!

Είχε στείλει επιστολή στο προεδρείο από τις 4 Νοεμβρίου

Σύμφωνα με πληροφορίες του parapolitika.gr, στις 4 Νοεμβρίου η κυρία Μαρκοπούλου είχε στείλει επιστολή στο προεδρείο όπου είχε θέσει ζητήματα GDPR, χωρίς ωστόσο να λαμβάνει απάντηση. Έτσι λοιπόν με αφορμή την πρόσκληση που έλαβε στις 28 Νοεμβρίου για να καταθέσει αύριο Τρίτη στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής, έστειλε νέα επιστολή στο προεδρείο όπου όπως σημειώνει «θεωρώ αναγκαίο να επαναδιατυπώσω εγγράφως, και κατά τον πλέον σαφή και κατηγορηματικό τρόπο, ότι δεν συναινώ στη δημόσια μετάδοση -ούτε στην καταγραφή προς μετάδοση- της φωνής ή της εικόνας μου και, κατ' επέκταση, της εμφάνισής μου ενώπιον της Επιτροπής».

«Το αίτημά μου αυτό σε καμία περίπτωση δεν περιορίζει την εξουσία ή ικανότητα της Επιτροπής να μου απευθύνει ερωτήσεις, ούτε το δικαίωμα ή την αρμοδιότητά της να θέσει τα πρακτικά της εμφάνισής μου στη διάθεση του κοινού. Η δήλωσή μου δεν παρεμποδίζει, ούτε περιορίζει, τη δυνατότητα της Επιτροπής να αναζητεί και να διαδίδει πληροφορίες σχετικές με την έρευνα, εντός των ορίων που θέτει ο νόμος», υποστηρίζει ακόμη.

Την ίδια ώρα διαψεύδει ότι αρνείται να εμφανιστεί στην επιτροπή, ενώ καθιστά σαφές ότι θα δώσει το παρών για να απαντήσει στις ερωτήσεις των μελών της επιτροπής «στο μέτρο
του δυνατού και της γνώσεως μου. Επί αυτού δεν μπορεί να υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία. Η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να αναζητεί πληροφορίες προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος και αυτό το δικαίωμα και την εξουσία της πάντοτε θα τα σέβομαι».

Στη συνέχεια η μάρτυρας υπογραμμίζει πως «αναγνωρίζω πλήρως ότι, βάσει του Κανονισμού της Βουλής, η Εξεταστική Επιτροπή έχει δικαίωμα να καλεί μάρτυρες, να διεξάγει δημόσιες ή μυστικές συνεδριάσεις, να συλλέγει έγγραφα και να τηρεί πρακτικά. Ωστόσο, όλα τα δικαιώματα αυτά ασκούνται υποχρεωτικά εντός των ορίων του Συντάγματος και του ενωσιακού δικαίου, όπως ρητά προκύπτει από το άρθρο 25 παρ. 1 Συντ. και τις αρχές του GDPR. Κατοχυρώνομαι, από το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή βάσει των άρθρων 7 και 8 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και του άρθρου 9 του Συντάγματος, και προστατεύομαι – όπως και κάθε πρόσωπο που έχει ήδη εμφανιστεί ή θα εμφανιστεί- από τον GDPR, ο οποίος διασφαλίζει ότι το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, την οικογενειακή ζωή και την ασφάλειά μου θα γίνεται σεβαστό».

Η φωνή, η εικόνα και τα προσωπικά μου δεδομένα δεν αποτελούν δημόσιο συμφέρον

Σύμφωνα με την ίδια «η φωνή, η εικόνα και τα προσωπικά μου δεδομένα δεν αποτελούν δημόσιο συμφέρον, ούτε μπορεί να υποστηριχθεί ότι υπηρετούν την εθνική ανάγκη, ώστε να εξαναγκαστώ να παραιτηθώ από το δικαίωμά μου στην ιδιωτικότητα· Σε αντίθεση με τα μέλη της Επιτροπής, δεν έχω επιλέξει δημόσιο βίο. Είμαι ιδιώτης, είμαι ορκωτός ελεγκτής, και έκανα μια εργασία που έχει ολοκληρωθεί εδώ και καιρό. Δεν συμβλήθηκα ούτε προσφέρθηκα οικειοθελώς να αποτελέσω μέρος μιας δημόσιας διαδικτυακής προβολής και δεν συναινώ να θυσιάσω την ιδιωτικότητά μου για χάρη "περιεχομένου"».

Ακόμη σημειώνει με νόημα ότι «η μέχρι σήμερα διαχείριση στοιχείων που με αφορούν – και ιδίως η δημοσιοποίηση, αυτούσιας και με αριθμό πρωτοκόλλου, προηγούμενης επιστολής μου στον Τύπο – έχει ήδη επιφέρει ουσιώδη διατάραξη της προσωπικής, αλλά κυρίως της επαγγελματικής μου ζωής. Ήδη, έχω υποστεί συνέπειες από τη δημοσίευση της επιστολής αυτής και βιώνω, στην πράξη, τη διατάραξη της ιδιωτικότητας μου. Παράλληλα, η δημόσια σύνδεση του ονόματός μου με μια πολιτικά φορτισμένη εξεταστική διαδικασία δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για την επαγγελματική μου υπόσταση. Σε ένα επάγγελμα που στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην αξιοπιστία, στην εμπιστοσύνη και στην εικόνα της ουδέτερης, ανεξάρτητης κρίσης, η μετατροπή μου σε «αναγνωρίσιμο πρόσωπο» μέσα από τηλεοπτική κάλυψη και βιντεάκια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι μια απλή παράπλευρη συνέπεια. Είναι σοβαρή επαγγελματική βλάβη».

«Γι' αυτόν τον λόγο, και με πλήρη επίγνωση της σοβαρότητας των λεγομένων μου, δηλώνω ρητά ότι:

Δεν συναινώ στη δημόσια μετάδοση της εικόνας και της φωνής μου, ούτε στην καταγραφή τους για σκοπούς τηλεοπτικής ή διαδικτυακής προβολής (άρθρο 9Α Συντάγματος, άρθρα 7-8 Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, GDPR). Η φωνή, η εικόνα και τα προσωπικά μου δεδομένα δεν αποτελούν δημόσιο συμφέρον, ούτε μπορεί να υποστηριχθεί ότι υπηρετούν την εθνική ανάγκη, ώστε να εξαναγκαστώ να παραιτηθώ από το δικαίωμά μου στην ιδιωτικότητα·
να εκθέσω την ταυτότητά μου, να καταστεί η ύπαρξή μου δημόσιο θέαμα·
να αντιμετωπίζω σειρά ερωτήσεων από πολίτες που, έχοντας δει την εικόνα μου στην τηλεόραση, θα θεωρούν πλέον ότι είμαι «δημόσιο πρόσωπο» προς ανάκριση σε καθημερινές στιγμές ὁπως: στην ουρά του σούπερ μάρκετ, στο καφέ με φίλους, ή κατά την αναμονή για ραντεβού σε γιατρό, με διαρκή διατάραξη της καθημερινότητάς μου, και με ενδεχόμενους κινδύνους για την ασφάλειά μου, όπως συνέβη στην περίπτωση της κυρίας Τυχεροπούλου», προσθέτει.

Την ίδια ώρα αναφέρει ότι «η άρνησή μου να επιτρέψω τη δημόσια προβολή μου, δεν στρέφεται κατά της ίδιας της έρευνας, ούτε παρακωλύει το έργο της Επιτροπής. Αντιθέτως, εδράζεται στην ανάγκη προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων μου, ως ιδιώτη και ως επαγγελματία, της επαγγελματικής μου υπόστασης και φήμης, της αξιοπιστίας μου και της δυνατότητάς μου να συνεχίσω να ασκώ το επάγγελμά μου, της ιδιωτικότητάς μου, της ασφάλειάς μου και – δεδομένου ότι ήδη εξαναγκάστηκα να εκθέσω περισσότερες πτυχές της ζωής μου απ' όσες θα επιθυμούσα – της ψυχικής μου υγείας και ευημερίας».

«Η ζωή μου απλώς δεν μπορεί να είναι η ίδια όταν διατρέχω τον κίνδυνο να αντιμετωπίζομαι ως πρόσωπο ταυτισμένο με μια πολιτική αντιπαράθεση. Σε περίπτωση που εξαναγκαστώ διά της βίας να εμφανιστώ, προτίθεμαι να προβώ σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για να υπερασπιστώ τα ανθρώπινα δικαιώματά μου· και ενώ δεν έχω καμία αμφιβολία ότι το δικαίωμα της Επιτροπής να με καλέσει υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον (κάτι που ουδέποτε αμφισβήτησα), η αποκάλυψη της ταυτότητάς μου και η συνακόλουθη βλάβη στη ζωή μου ουδέποτε θα μπορούσαν να κριθούν ότι υπηρετούν το δημόσιο συμφέρον – ιδίως όταν θα έχει κατανοητό ότι τα ίδια ερωτήματα θα μπορούσαν να τεθούν σε κλειστή συνεδρίαση, με δημοσίευση των πρακτικών, ώστε και το έργο της έρευνας αλλά και το δικαίωμα του κοινού στην ενημέρωση να διασφαλίζονται χωρίς να καταστρατηγείται το δικαίωμά μου στην ιδιωτικότητα», τονίζει ακόμη.

Σε άλλο σημείο δηλώνει ότι είναι δεδομένη η πλήρης συνεργασία της με την Επιτροπή. Όμως όπως λέει «ωστόσο, θεωρώ αυτονόητο ότι σεβασμός των δικαιωμάτων των μαρτύρων, η τήρηση της νομιμότητας και η προστασία της ιδιωτικότητας και της ασφάλειάς τους δεν αποτελούν μόνο νομική υποχρέωση, αλλά και ουσιώδη προϋπόθεση για την αξιοπιστία της κοινοβουλευτικής διαδικασίας και την εμπιστοσύνη των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς. Η Βουλή και οι Επιτροπές της, ως κορυφαίοι θεσμοί του πολιτεύματος, καλούνται να αποτελούν στην πράξη το παράδειγμα εφαρμογής του Συντάγματος και του ενωσιακού δικαίου, ιδίως όταν οι διαδικασίες αυτές έχουν άμεσες συνέπειες στην προσωπική και επαγγελματική ζωή των προσώπων που καλούνται να συνδράμουν στο έργο τους. Συνοπτικά, απευθύνω έκκληση προς τα αξιότιμα μέλη της Επιτροπής να τηρήσουν και να σεβαστούν τους ίδιους
τους νόμους που οι ίδιοι διαμορφώνουν».

Τέλος καταλήγει λέγοντας ότι «παρακαλώ για την επιβεβαίωση παραλαβής του παρόντος και για την επίσημη ενημέρωσή μου ως προς τα μέτρα που θα εφαρμοστούν. Επιπλέον σας παρακαλώ να μου κοινοποιηθούν οποιαδήποτε έγγραφα με αφορούν και έχουν γνωστοποιηθεί στην επιτροπή όπως π.χ. η επιστολή προς την εργασία μου από τους κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους του ΠΑΣΟΚ.

Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για την εξέταση των ανωτέρω
Με εκτίμηση,
Δέσποινα Μαρκοπούλου»