Mε την «πιεστική εύνοια» των ΗΠΑ και χέρι-χέρι µε την υπερατλαντική της σύµµαχο, η Αθήνα, µέσα σε µικρό χρονικό διάστηµα, κατόρθωσε:

- Να προωθήσει, επιτέλους, τη λειτουργία του Καθέτου ∆ιαδρόµου για µεταφορά αµερικανικού LNG προς Κεντρική Ευρώπη και Ουκρανία, παρά την κακή κατάσταση του διασυνδετηρίου Βουλγαρίας - Ρουµανίας (από «αφανή» υπαιτιότητα τρίτου…).

Διαβάστε: Αποκλειστικό: Οι κρίσιμες επαφές Παπασταύρου στις ΗΠΑ για την ενέργεια - Ποιους είδε, οι στρατηγικές συμφωνίες για Κάθετο Διάδρομο και East Med Energy Center

- Να βλέπει την Άγκυρα (άγνωστο για πόσο) σε δυσχερέστατη θέση ως προς τη διακίνηση αλλά και τον εφοδιασµό της µε φυσικό αέριο (Φ.Α.), καθώς ο πρόεδρος Τραµπ απαίτησε από τον Τούρκο οµόλογό του να διακοπεί η διαµετακόµιση αλλά και η χρήση ρωσικού και αζερικού Φ.Α., µέσω Τurkstream και ΤΑΝΑΡ, αντίστοιχα.

- Να παρεµποδίσει, ουσιαστικά επ’ αόριστον, πρωτοβουλία του ∆ιεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισµού (ΙΜΟ) για ανέφικτες µηδενικές εκποµπές άνθρακα, στην οποία πρωτοστατούν υστερόβουλοι ανταγωνιστές, πλήττοντας καίρια την ελληνική ναυτιλία.

- Να ισχυροποιήσει, µε συναφείς δηλώσεις προθέσεων από αµερικανικές εταιρείες σχετικά µε µελλοντικές εξορύξεις σε θαλάσσια οικόπεδα νοτίως της Κρήτης, την ελληνική υφαλοκρηπίδα και την -αναµενόµενη- ανακήρυξη ΑΟΖ στην περιοχή.

Εξάλλου, χωρίς να το επιδιώξει, σε πείσµα, µάλιστα, της βέβαιης αµερικανικής απαρέσκειας, η Αθήνα διασφάλισε, µέσω σχετικής ανακοίνωσης της εδώ κινεζικής πρεσβείας (απαντητικής σε αµφίσηµες δηλώσεις της κυρίας Γκιλφόιλ σχετικά µε «ατυχή» παρουσία της Κίνας στον λιµένα Πειραιώς) ότι το ενδιαφέρον του Πεκίνου για τον ΟΛΠ θα παραµείνει αδιάπτωτο. Και όχι χωρίς λόγο: Ο Πειραιάς έχει πλέον καταστεί το όγδοο λιµάνι στον κόσµο, το τρίτο στην Ευρώπη και το πρώτο στη Μεσόγειο σε όγκο εµπορικής κίνησης, ενώ ο ελληνόκτητος στόλος διακινεί περισσότερο από 25% του κινεζικού εµπορίου σε όλες τις θάλασσες του πλανήτη.

Από την άλλη, ωστόσο, οι συνέπειες της υπερατλαντικής «εύνοιας» δεν θα περιοριστούν στην κατοχύρωση της δεσπόζουσας θέσης της Ουάσινγκτον στον ενεργειακό εφοδιασµό της γειτονιάς µας. Με το τουρκικό µπλοκ εξουσίας παραγκωνισµένο σήµερα από τα τεκταινόµενα και στο πλαίσιο του χρόνιου γεωστρατηγικού µπρα-ντε-φερ στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο, µια πρωτοβουλία «διευθέτησης» των ελληνοτουρκικών σχέσεων, µε εργαλείο κυρίως τη γνωστή συναλλακτική διπλωµατία Τραµπ και λιγότερο το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, φαντάζει σχεδόν προαναγγελθείσα. Όμως, η µοναδική ελληνοτουρκική διαφορά -και οι µονοµερείς τουρκικές διεκδικήσεις- αφορούν ζητήµατα κυριαρχίας και όχι οικονοµίστικη συναλλαγή...

Ακόµα, σε συνάρτηση µε τις πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου αλλά και τις νοµικές ρήτρες που δεσµεύουν τις χώρες διοχέτευσης Φ.Α. µέσω του επ’ αόριστον καταργούµενου ΤΑΝΑΡ, η ενεργειακή µας τροφοδοσία θα αντιµετωπίσει προβλήµατα αναπλήρωσης, και µάλιστα σε συνθήκες επείγοντος. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πάλι έχει -µάλλον απερίσκεπτα- εξαγγείλει πλήρη κατάργηση του Φ.Α. από 1ης/1/2040, «αποτασσόµενη» το ενδεχόµενο ρωσοουκρανικής ειρήνης, που, αν επιτευχθεί, θα απενεργοποιήσει πολιτικά τα ορόσηµα του 2027 και του 2040.

Αναµφίβολα, τα επόµενα χρόνια θα πληρώνουµε ακριβά το οικονοµικό κόστος µονοπωλιακής εξάρτησης από το αµερικανικό LNG. Ωστόσο, ίσως για πρώτη φορά από τη λήξη του Ψυχρού Πολέµου ο οικονοµικός ανταγωνισµός και η ταυτόχρονη συγκέντρωση στη χώρα µας του γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος των δύο ισχυρότερων πόλων του διεθνούς συστήµατος ασφαλείας συνιστούν -όσο διαρκέσει-, δίπλα στην εθνική µας ετοιµότητα, σηµαντικό στοιχείο διπλωµατικής αποτροπής.

Τέλος, υπό το φως των επικείµενων τροπών της Ιστορίας, θα απαιτηθεί δεξιοτεχνική διαχείριση για την αποκατάσταση των σχέσεων Αθήνας - Μόσχας και την αποφυγή επιπτώσεων στα Ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό. Συνοψίζοντας, η Ελλάδα και η Κυπριακή ∆ηµοκρατία, ως ενιαίο δίπολο, συµβαίνει να αποτελούν, στην παρούσα συγκυρία, επίζηλο περιφερειακό ενεργειακό κρίκο -όχι κόµβο- και ταυτόχρονα, µε τον εµπορικό τους στόλο, παγκόσµιους διακοµιστές ενέργειας. Ένας, λοιπόν, επιτήδειος συνδυασµός εθνικής πολιτικής βούλησης και «πιεστικής εύνοιας» των ΗΠΑ, µε στόχο την υλοποίηση ενεργειακών και, κατ’ επέκταση, γεωπολιτικών διασυνδετηρίων κοινού µεν περιφερειακού ενδιαφέροντος, αλλά ελληνικής «έµπνευσης», θα αποτελούσε µονόδροµο για την εθνική µας ασφάλεια και την περιφερειακή σταθερότητα. Με την επιφύλαξη, εννοείται, του απαραβίαστου της εθνικής µας κυριαρχίας.

*Άρθρο του Γρηγόρη Βασιλοκωνσταντάκη, πρέσβεως επί τιμή 

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά