Εγκαινιάστηκε παρουσία του ΠτΔ Κωνσταντίνου Τασούλα η έκθεση "Το Δικό μας Σύνταγμα 1975-2025", στη Βουλή των Ελλήνων
Εντυπωσιακή Έκθεση
«Είμαι βέβαιος ότι ως θαυμαστές και θεατές αυτής της εκθέσεως θα αντιληφθούμε γιατί αυτό το Σύνταγμα επέζησε μισό αιώνα και συνεχίζει πλησίστιο προς το μέλλον» ανέφερε ο κ. Τασούλας
Παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Τασούλα εγκαινιάστηκε, νωρίτερα σήμερα στη Βουλή των Ελλήνων, η έκθεση «Το Δικό μας Σύνταγμα 1975-2025». Κατά τον χαιρετισμό του, ο κ.Τασούλας, αφού συνεχάρη τον Πρόεδρο της Βουλής κ.Νικήτα Κακλαμάνη και τους συνεργάτες του, για την προετοιμασία της σπουδαίας αυτής έκθεσης, υπογράμμισε, ότι πενήντα χρόνια μετά, το πιο μακρόβιο Σύνταγμα στην πολιτική και συνταγματική μας ιστορία, θα αποσυναρμολογηθεί μπροστά στα μάτια μας και θα καταλάβουμε πολλά περισσότερα για αυτό και θα το γνωρίσουμε ακόμη καλύτερα». Μάλιστα, εξέφρασε την βεβαιότητά του, ότι «ως θαυμαστές και θεατές αυτής της εκθέσεως θα αντιληφθούμε γιατί αυτό το Σύνταγμα επέζησε μισό αιώνα και συνεχίζει πλησίστιο προς το μέλλον. Γιατί άντεξε μισό αιώνα και γιατί αποτέλεσε ένα υποδειγματικό Σύνταγμα». Σημείωσε, επίσης, ότι η έκθεση αυτή «θα συμβάλλει στη γνώση της ιστορίας, ώστε να κατανοήσουμε πώς το παρελθόν μπορεί να βοηθήσει το παρόν και το μέλλον. Πώς ένα Σύνταγμα προσαρμοστικό χωρίς όμως να χάνει την πολιτειακή του φυσιογνωμία βοηθάει τη χώρα να ξεπεράσει σκοπέλους, να ξεπεράσει δύσκολες φάσεις και να βαδίσει παραγωγικά προς το μέλλον».
Κωνσταντίνος Τασούλας: Αυτό το δικό μας Σύνταγμα του 1975 δεν είναι μόνο το μακροβιότερο Σύνταγμα, αλλά είναι και το ανθεκτικότερο
Ειδικότερα, στον χαιρετισμό του, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τασούλας ανέφερε: «Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε της Βουλής των Ελλήνων, Κυρίες και Κύριοι, Αυτό το δικό μας Σύνταγμα του 1975, το οποίο είναι το μακροβιότερο Σύνταγμα της Ελλάδος, ξεπερνώντας σε διάρκεια εκείνο του 1864, το οποίο επεβίωσε 47χρόνια- το δικό μας είναι ήδη 50 ετών- δεν είναι μόνο το μακροβιότερο Σύνταγμα, αλλά είναι και το ανθεκτικότερο. Αυτό το οποίο άντεξε πολλαπλές, ποικίλες και διαφορετικές κρίσεις και στάθηκε αρωγός στο ξεπέρασμά τους, αλλά και στάθηκε «αντίσταση» στην ανάσχεσή του. Αυτό το Σύνταγμα παρουσιάστηκε στην Ολομέλεια της Μεταπολιτευτικής Βουλής, της πρώτης Μεταπολιτευτικής Βουλής, ως σχέδιο, στις 7 Ιανουαρίου του 1975. Ψηφίστηκε στις 7 Ιουνίου του 1975, υπεγράφη στην τότε λεγόμενη Αίθουσα Τροπαίων, εκεί που σήμερα είναι ο χώρος της εκθέσεως, και που λέγεται πλέον Αίθουσα Ελευθερίου Βενιζέλου, στις 9 Ιουνίου του 1975, και δημοσιεύτηκε στις 11 Ιουνίου του 1975. Ήταν σημαδιακή η δημοσίευση στις 11 Ιουνίου γιατί στις 12 υπεβλήθη επισήμως από την Ελλάδα, που είχε δημοκρατικό πλέον και ψηφισμένο Σύνταγμα, η αίτηση για πλήρη ένταξη στις τότε Ευρωπαϊκές Κοινότητες και για την ολοκλήρωση της συντάξεως της Πολιτείας, στις 19 Ιουνίου του 1975, ανέλαβε Πρόεδρος της Δημοκρατίας ο Κωνσταντίνος Τσάτσος.
Αυτό το Σύνταγμα αποτελείται από τέσσερα μέρη. Αποτελείται από το πρώτο μέρος που αφορά εις τη μορφή του πολιτεύματος, από το δεύτερο μέρος που αφορά στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, το τρίτο μέρος στη σύνταξη της Πολιτείας, που ρυθμίζει, δηλαδή, τις λειτουργίες της Πολιτείας, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τη Βουλή, την Εκτελεστική Εξουσία, την Κυβέρνηση, τη Δικαιοσύνη και το τέταρτο μέρος που είναι το ακροτελεύτιο, οι ειδικές και μεταβατικές διατάξεις. Το Σύνταγμα του 1975 ήταν Σύνταγμα ελληνικό. Όπως είπε στη Βουλή, στην ομιλία του εκείνη της 7ης Ιουνίου του 1975 ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, που υπήρξε, στους μήνες που προηγήθηκαν της ψηφίσεώς του, Πρόεδρος της Επιτροπής του Συντάγματος. Ήταν Σύνταγμα ελληνικό. Όπως ήταν και το Σύνταγμα της Επιδαύρου. Ένα Σύνταγμα το οποίο προσαρμόσθηκε στην ελληνική πραγματικότητα και δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει από τα Συντάγματα άλλων προηγμένων κοινοβουλευτικά, συνταγματικά κρατών. Ένας από τους μεγαλύτερους επαίνους που απευθύνει ο Περικλής στο ακροατήριο του Επιταφίου του- επαίνους για την αθηναϊκή Δημοκρατία του 5ου αιώνα- είναι ο έπαινος ότι το πολίτευμα της Αθήνας δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτε από τα πολιτεύματα γειτονικών κρατών. Γιατί τότε οι γειτονικές πόλεις, ήταν γειτονικά κράτη. «Χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους», είπε ο Περικλής σε εκείνη την περίφημη ομιλία του, και έτσι και το Σύνταγμα του 1975 δεν μιμήθηκε σε τίποτε από «τοὺς τῶν πέλας νόμους», από τα «τῶν πέλας» συντάγματα, αλλά είχε προσαρμοστεί πλήρως στην ελληνική πραγματικότητα της εποχής του.
Αυτό το Σύνταγμα καθιερώθηκε όχι μόνο, για να αντιμετωπίσει τις κακοτοπιές της δικτατορίας, αλλά για να αντιμετωπίσει, όπως σωστά έχει λεχθεί, κακοτοπιές δεκαετιών, τις κακοτοπιές της λεγόμενης, όπως καθιερώθηκε να λέγεται, κρίσεως των θεσμών, η οποία άρχισε με τον Εθνικό Διχασμό το 1915 και έκλεισε με την ψήφιση του δικού μας Συντάγματος. Αυτό το Σύνταγμα προσαρμόστηκε στην εποχή του, που ήθελε να θεμελιώσει μια γνήσια δημοκρατία, σε μια χώρα η οποία είχε 7 χρόνια στρατιωτική δικτατορία και προηγουμένως, όχι αυτό που ενδεχομένως λένε ως καχεκτική δημοκρατία, αλλά σίγουρα μια δύσκολη δημοκρατία. Όπως χαρακτηρίζει την προδικτατορική δημοκρατία, ο Γάλλος Ακαδημαϊκός και συγγραφέας Μωρίς Ζενεβουά στο περίφημο βιβλίο του, όπου παρουσιάζει τη βιογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, πρωτομάστορα του δικού μας Συντάγματος, υπό τον τίτλο «Η Ελλάς του Καραμανλή ή η δύσκολη δημοκρατία».
Αυτό το Σύνταγμα έπρεπε να ξεπεράσει κακοτοπιές οι οποίες οδηγούσαν σε ατέρμονες συζητήσεις στη Βουλή. Φανταστείτε ότι ένα νομοσχέδιο στη Βουλή, πριν τη δικτατορία, μπορούσε - ακόμη και αν συμφωνούσαν με αυτό το νομοσχέδιο τα κόμματα - να συζητείται επί πεντάμηνο ή μία επερώτηση να συζητείται επί τρίμηνο. Έπρεπε λοιπόν να προσαρμοστεί η πολιτειακή συγκρότηση, η λειτουργία των θεσμών στις απαιτήσεις των καιρών για μία ισχυρή κυβέρνηση, για μία ισχυρή εκτελεστική εξουσία, χωρίς όμως η ισχύς αυτή της εκτελεστικής εξουσίας να υπονομεύσει τον πολιτικό ανταγωνισμό. Ήταν μία ισορροπία απαραίτητη, η οποία επετεύχθη με το δικό μας Σύνταγμα. Αυτό το Σύνταγμα έγινε εν μέσω ενός πυρετώδους ρυθμού αποκαταστάσεως της Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία απεκατεστάθη μετά την αυτοκατάλυση της δικτατορίας, με ημερομηνία έναρξης της αποκαταστάσεως την 24η Ιουλίου του 1974. Από τότε, με έναν πυρετώδη, θα έλεγε κανείς, φρενήρη ρυθμό, οι θεσμοί ξαναγεννήθηκαν, οι θεσμοί ανακαινίσθηκαν, οι θεσμοί ξαναήρθαν στη θέση τους προσαρμοσμένοι στην Ελλάδα της εποχής εκείνης, η οποία είχε στραμμένο το βλέμμα προς την Ευρώπη. 17 Νοεμβρίου του 1974 είχαμε τις ελεύθερες εκλογές μετά από δεκαετία, οι τελευταίες είχαν γίνει το 1964, είχαμε 8 Δεκεμβρίου το δημοψήφισμα για το πολιτειακό ζήτημα και είχαμε 30 Μαρτίου του 1975 τις δημοτικές εκλογές. 'Αρα μέσα σε ένα μικρό χρονικό διάστημα, η δημοκρατική έκφραση του ελληνικού λαού, σε όλες τις πτυχές, αυτής της έκφρασης αποτυπώθηκε με τρόπο αξιοθαύμαστα πειστικό, με τρόπο αξιοθαύμαστα πολιτισμένο, με τρόπο αξιοθαύμαστα κανονικό, μετά από ένα πάγωμα επταετίας. Αμέσως μετά την ημερομηνία της 24ης Ιουλίου, είχαμε οκτώ συντακτικές πράξεις. Η Α' συντακτική πράξη της 1ης Αυγούστου του 1974 ήταν αυτή που αφορούσε στην επαναφορά του Συντάγματος του 1952, εκτός όμως από την επαναφορά των διατάξεων που αφορούσαν στη μορφή του πολιτεύματος. Επανήλθε, δηλαδή, σχεδόν σύσσωμο το Σύνταγμα του 1952, εκτός από τις διατάξεις για τη μορφή του πολιτεύματος, η οποία και ανετέθη εις το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου. Κανονίστηκαν θέματα που αφορούσαν την ανώτατη εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη, τη δημόσια διοίκηση και, χάρη σε αυτόν τον ρυθμό, η αποκατάσταση της Δημοκρατίας, με πρωτοστάτη στην αποκατάσταση το δικό μας Σύνταγμα, κινήθηκε με γοργούς ρυθμούς. Σε μία συνομιλία που είχε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον διακεκριμένο Γάλλο συγγραφέα και δημοσιογράφο Ροζέ Μασίπ, είπε ότι το Σύνταγμά μας είναι μοναδικό, ελληνικό - κατά την έκφραση Τσάτσου - διότι εκτός των άλλων δεν μοιάζει όπως πολλοί νόμιζαν με το Γκωλικό Σύνταγμα. Και εξήγησε ότι το Γκωλικό Σύνταγμα έγινε διότι ο λαός της Γαλλίας φοβούμενος εκτροπή έδωσε υπερεξουσίες στον Ντε Γκωλ και του έδωσε δικαίωμα να φτιάξει ένα Σύνταγμα που θα απέτρεπε την εκτροπή. Ενώ το Σύνταγμα το ελληνικό του 1975, το δικό μας Σύνταγμα, έγινε μετά από μία περίοδο εκτροπής, μετά από μία δικτατορία οπότε το παλλαϊκό αίτημα δεν ήταν για ισχυρές εξουσίες αποτροπής, αλλά για ελευθερίες, για δικαιώματα, όπως πάντα γίνεται μετά από μία περίοδο δεσποτική, από μία περίοδο αυταρχική.
Παραμένει, λοιπόν, η μοναδικότητα αυτού του Συντάγματος. Και όταν πιέστηκε ο Καραμανλής να πει με τί μοιάζει αυτό το Σύνταγμα σε σχέση με άλλα, είπε απλώς ότι είναι ανάμεσα στο γαλλικό και το γερμανικό Σύνταγμα. Αυτή είναι η εικόνα του δικού μας Συντάγματος, το οποίο έκτοτε αναθεωρήθηκε τέσσερις φορές: το 1986 με την αναθεώρηση, η οποία είχε σχέση με τις λεγόμενες υπερεξουσίες του Προέδρου της Δημοκρατίας, οι οποίες, ωστόσο, δεν μπορούν να θεωρηθούν και ως υπερεξουσίες δεδομένου ότι τα δικαιώματα που είχε ο Προέδρος της Δημοκρατίας πριν το 1986 δεν είχαν καμία σχέση με τις υπερεξουσίες τις πραγματικές που είχε ο Βασιλεύς από το Σύνταγμα το 1952 και, εν πάση περιπτώσει, εάν ασκούντο τα δικαιώματα αυτά του Προέδρου της Δημοκρατίας θα οδηγούσαν σε λαϊκή εντολή, άρα τον τελικό λόγο όλων των πρωτοβουλιών θα τον είχε ο λαός. Η δεύτερη, η μεγάλη συναινετική και με πάρα πολλά άρθρα αναθεώρηση έγινε το 2001, η τρίτη του 2008 αφορούσε στην ουσία την κατάργηση του επαγγελματικού ασυμβιβάστου και η τελευταία του Νοεμβρίου του 2019 αφορούσε ουσιαστικά σε εννέα άρθρα και σε κατάργηση κάποιων αναχρονιστικών άρθρων του Συντάγματος, του 111, του 112, του 113. Εννέα άρθρα, όμως, ουσιαστικά τα οποία αναθεωρήθηκαν και τα οποία είχαν σχέση με την αποφυγή εκλογών σε περίπτωση αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας, με τη μείωση του κλάσματος, με τη μείωση του αριθμού των ψήφων που χρειάζονται για την ανάδειξη των διοικήσεων των Ανεξαρτήτων Αρχών με την κατάργηση της σύντομης παραγραφής των υπουργικών αδικημάτων και διάφορα άλλα θέματα τα οποία συμπεριλήφθηκαν στην τελευταία αναθεώρηση του 2019. Παρά τις τέσσερες αναθεωρήσεις, το δικό μας Σύνταγμα διατηρεί τα θεσμικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, τα καταγωγικά του. Και αυτά τα θεσμικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, τα καταγωγικά, έχουν σχέση με μια πλουραλιστική, φιλελεύθερη Δημοκρατία, με την κοινωνική οικονομία της αγοράς, με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα με μια εξισορρόπηση της ισχύος των τριών λειτουργιών της Πολιτείας, και με την ικανότητα αυτού του Συντάγματος να ξεπερνάει κρίσεις και να συμπορεύεται με την εποχή του, ευσταλές και όρθιο, χωρίς να κλονίζεται, όπως μας το απέδειξαν οι κρίσεις που συμπορεύτηκαν με την ύπαρξή του: η οικονομική, βαρύτατη οικονομική, κρίση, η κρίση της πανδημίας και άλλες. Το Σύνταγμα στάθηκε όρθιο, οι διατάξεις του αξιοποιήθηκαν, προκειμένου η χώρα να μην οδηγηθεί σε ακραίες καταστάσεις και σε καταστάσεις αμφισβητήσεως του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Είναι αρκετό όμως το δικό μας Σύνταγμα για τη σωστή λειτουργία της πολιτείας; Είναι αρκετό ένα Σύνταγμα από μόνο του να ψηφιστεί, όπως έγινε στις 7 Ιουνίου του 1975, και εν συνεχεία εμείς να πάμε στο σπίτι μας ήσυχοι ότι το Σύνταγμα θα κάνει τη δουλειά από εδώ και πέρα μόνο του αυτομάτως, αυτόθροα; Το Σύνταγμα, το οποίο προετοιμάστηκε από τη μεγάλη εμπειρία του Καραμανλή, με τη σοβαρή συμμετοχή του τότε Προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Παπακωνσταντίνου, του μετέπειτα Προέδρου της Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Τσάτσου, του Υπουργού Δικαιοσύνης Κωνσταντίνου Στεφανάκη, το Σύνταγμα αυτό είναι ένα Σύνταγμα φτιαγμένο για μια Δημοκρατία που οφείλει να είναι μαχόμενη και όχι στατική. Για μια δημοκρατία της οποίας οι πολίτες αντιλαμβάνονται την αποστολή τους και τον ρόλο τους ως καθημερινών μαχητών του Συντάγματος, και όχι ως εκείνων οι οποίοι μετά την ψήφισή του του αναθέτουν τη φροντίδα της ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος. Γιατί το Σύνταγμα, όπως είπε ο πρωτομάστοράς του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είναι μόνο ο σκελετός της Πολιτείας. Η σάρκα και το αίμα του πολιτεύματος είναι τα κόμματα, ο Τύπος, και όλα αυτά μαζί, μαζί με το ήπιο πολιτικό κλίμα, την αποφυγή τοξικότητας, την αποφυγή διχαστικών καταστάσεων, συντελούν στην ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος. Δεν είναι συνεπώς το δικό μας Σύνταγμα από μόνο του αρκετό για την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, πρέπει να υπάρχουν και τα υπόλοιπα στοιχεία. Το Σύνταγμα του 1911 υπήρξε για την εποχή του ιδεώδες, ωστόσο δεν απέτρεψε τον διχασμό τέσσερα χρόνια μετά, διότι ακριβώς τα άλλα στοιχεία, ο Τύπος, τα κόμματα, το κλίμα, η ατμόσφαιρα δεν συνεργούσαν εις το να αξιοποιηθεί με ιδεώδη τρόπο ένα ιδανικό Σύνταγμα. Θα θαυμάσουμε σε λίγο στην αίθουσα «Ελευθερίου Βενιζέλου», στην αίθουσα Τροπαίων, εκεί που υπεγράφη το δικό μας Σύνταγμα, τη σπουδαία αυτή έκθεση που με τη φροντίδα του Προέδρου της Βουλής και των άξιων συνεργατών του, προετοιμάστηκε. Αυτή την έκθεση για «Το δικό μας Σύνταγμα».
Πενήντα χρόνια μετά, το πιο μακρόβιο Σύνταγμα στην πολιτική μας, στην συνταγματική μας ιστορία, το πιο μακρόβιο Σύνταγμα θα αποσυναρμολογηθεί μπροστά στα μάτια μας και μέσω αυτής της εκθέσεως θα καταλάβουμε πολλά περισσότερα για αυτό και θα το γνωρίσουμε ακόμη καλύτερα. Και είμαι βέβαιος ότι ως θαυμαστές και θεατές αυτής της εκθέσεως θα αντιληφθούμε γιατί αυτό το Σύνταγμα επέζησε μισό αιώνα και συνεχίζει πλησίστιο προς το μέλλον. Γιατί άντεξε μισό αιώνα και γιατί αποτέλεσε ένα υποδειγματικό Σύνταγμα. Όλα τα άλλα, όλες οι άλλες εκδοχές, όλες οι εκδοχές που αφορούν τη σάρκα και το αίμα της Δημοκρατίας, εν πολλοίς, αυτά τα 50 χρόνια συνήργησαν με τον σκελετό του πολιτεύματος. Και είμαι βέβαιος ότι και αυτή η έκθεση θα συμβάλλει στη γνώση της ιστορίας, ώστε να κατανοήσουμε πώς το παρελθόν μπορεί να βοηθήσει το παρόν και το μέλλον. Πώς ένα Σύνταγμα προσαρμοστικό χωρίς όμως να χάνει την πολιτειακή του φυσιογνωμία βοηθάει τη χώρα να ξεπεράσει σκοπέλους, να ξεπεράσει δύσκολες φάσεις και να βαδίσει παραγωγικά προς το μέλλον. Δεν υπάρχει λόγος η σάρκα και το αίμα της Πολιτείας να υπονομεύσουν το σκελετό της. Όταν έγινε αυτό οδηγηθήκαμε σε εθνικές καταστροφές. Είμαι βέβαιος ότι αυτό το μεγάλο δίδαγμα θα μας κάνει και η σπουδαία έκθεση που οργανώνει από σήμερα εδώ στην Αίθουσα Τροπαίων η Βουλή των Ελλήνων, προς την οποία νοσταλγικά και με μεγάλη ικανοποίηση για τη σπουδαία δουλειά που έγινε προσφέρω αφειδώς τα συγχαρητήριά μου!».