Έτσι απέκτησε "άκρες" στα υψηλά κλιμάκια της πολιτικής ο Τάκης Μαυρίκος
<p>Ο συλληφθείς για εκβιασμούς δημοσιογράφος τίναζε την μπάνκα στον αέρα</p>
Του Θανάση Φουσκίδη-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Μπορεί να ξεκίνησε ως ένας ασήμαντος ρεπόρτερ στο κανάλι του Γιώργου Καρατζαφέρη, ωστόσο μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει -από το πουθενά και χωρίς να έχει αντιληφθεί κανείς τους λόγους- προνομιακός συνομιλητής και συνεργάτης υπουργών, κυρίως από τον χώρο της Ν.Δ. Ο λόγος για τον Τάκη Μαυρίκο, που, χάρη στις παντός είδους γνωριμίες του, τη συνδρομή άγνωστων… άνωθεν δυνάμεων, αλλά και τις παρασκηνιακές ενέργειες με βιτρίνα τον χώρο του Τύπου, άρχισε να συστήνεται ως… εκδότης, έστω και ανυπόληπτων -ή λαθρόβιων, όπως τις χαρακτήριζαν δημοσίως οι γνωρίζοντες πρόσωπα και καταστάσεις- κυκλοφοριακά εντύπων.
Οπως φάνηκε, βέβαια, στην πορεία, η δραστηριότητά του στον χώρο των εκδόσεων, που κάθε άλλο παρά συμβάδιζε με τους κανόνες και τα δεδομένα της αγοράς, ήταν απλώς το περιτύλιγμα και, ταυτόχρονα, το εργαλείο για τις πολύ πιο… προσοδοφόρες business του, που αποτελούν εδώ και μερικές ημέρες αντικείμενο διερεύνησης από την ελληνική Δικαιοσύνη, με φόντο το αδίκημα του εκβιασμού.
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή… Ο πρώτος τίτλος εφημερίδας που έβαλε στο μάτι και τελικά κατάφερε να αποκτήσει ο Τ. Μαυρίκος ήταν η «Μεσημβρινή», που ανήκε στην οικογένεια Βαρδινογιάννη. Εκείνη την εποχή άπαντες στον Πειραιά, όπου έχει την έδρα του ο επιχειρηματίας, άρχισαν να απορούν για τον τρόπο με τον οποίο ένας νεόκοπος εκδότης είχε πάρει στα χέρια του μια τόσο ιστορική εφημερίδα, γεγονός για το οποίο οι Βαρδινογιάννηδες κατέθεσαν ασφαλιστικά μέτρα, διεκδικώντας τον τίτλο.
Οπως λένε εκείνοι που γνωρίζουν το modus operandi του Τ. Μαυρίκου, όλα αυτά τα χρόνια ο εκδότης παρακολουθούσε στην Επιτροπή Σημάτων του υπουργείου Εμπορίου τον χρόνο λήξης των σημάτων και μόλις διαπίστωνε ότι οι κάτοχοί τους δεν ανανέωναν τους τίτλους έσπευδε να τους κατοχυρώσει νομικά. Κάπως έτσι περιήλθαν στην κατοχή του ιστορικά brands του εγχώριου Τύπου, όπως (πέραν της «Μεσημβρινής») οι «24 Ωρες», η «Επικαιρότητα» και, βεβαίως, η «Ακρόπολη». Με τον τρόπο αυτό προσπαθούσε επί της ουσίας να προσδώσει μια ψεύτικη αίσθηση αξιοπιστίας στα εκδοτικά του εγχειρήματα, προκειμένου να κινείται και να… παραπλανά ευκολότερα.
Κι αν για τη «Μεσημβρινή», μετά τις ενέργειες της οικογένειας Βαρδινογιάννη και τις αντίστοιχες τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, αναγκάστηκε να κάνει πίσω, δεν συνέβη το ίδιο με την «Ακρόπολη», την οποία στο μεταξύ (από τον Νοέμβριο του 2006) είχε ξεκινήσει να εκδίδει. Το κόλπο που μηχανεύτηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν η αλλαγή του φύλλου στα… πρότυπα της Δημοτικής, καθώς σε πρώτη φάση προσπάθησε να καπελώσει τον αρχικό τίτλο «Ακρόπολις». Ομως, η αντίδραση σε νομικό επίπεδο της πλευράς Κοντομηνά, στην οποία ανήκε το brand, οδήγησε τον Τ. Μαυρίκο σε αναδίπλωση και αλλαγή σχεδίων.
Υστερα από περίπου μισό χρόνο, κι ενώ ο σκοτεινός εκδότης είχε αρχίσει να λαμβάνει κρατική διαφήμιση, πέραν της λογικής, δεδομένης της κυκλοφορίας της εφημερίδας του, προχώρησε στην έκδοση άλλων δύο εντύπων, με προφανή σκοπό την απορρόφηση επιπλέον διαφήμισης από φορείς του Δημοσίου. Συγκεκριμένα, στις 8 Απριλίου του 2007 εξέδωσε την πρωινή εφημερίδα «Επικαιρότητα» και στις 15 Μαΐου του ίδιου έτους τις «24 Ωρες». Σημειώνεται πως η περίπτωση της πρώτης εφημερίδας είχε μια ιδιαιτερότητα, αφού, αν και ο εκδότης της κινείτο στον χώρο της Ακροδεξιάς, το φύλλο είχε φιλοπασοκική γραμμή, προφανώς για να εξυπηρετεί τα «ανοίγματα» που ήθελε να κάνει τότε ο εκδότης στο άλλοτε κραταιό Κίνημα, στους κόλπους του οποίου δεν είχε ιδιαίτερες επαφές. Εντούτοις, διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον πρώην αντιπρόεδρο της Βουλής, Παναγιώτη Κρητικό, ο οποίος του άνοιξε δίαυλο επικοινωνίας με τα υψηλά κομματικά κλιμάκια.
Με το… ψώνιο του Μπερλουσκόνι
Ο Τ. Μαυρίκος, κάποια στιγμή, θέλοντας να δώσει περαιτέρω θεσμικό υπόβαθρο στις σκοτεινές επιδιώξεις του και έχοντας μόνιμο το… ψώνιο της πολιτικής, μπήκε στη διαδικασία να διεκδικήσει τον Δήμο Πειραιά. Στο πλαίσιο αυτό, φρόντισε να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του, η οποία ουδέποτε τελικώς έγινε πραγματικότητα, αφού, παρά το γεγονός ότι γέμισε όλο τον Πειραιά με αφίσες (προκαλώντας την μήνιν της τοπικής κοινωνίας για τη σχετική ρύπανση), δεν κατέβηκε στον εκλογικό στίβο. Παράλληλα και… προφανώς επηρεασμένος από το είδωλό του, τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έκανε «άνοιγμα» στον χώρο του ποδοσφαίρου. Τον Ιούλιο του 2007 ανακοίνωσε ότι θα αγόραζε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών του ιστορικού Απόλλωνα Αθηνών. Ωστόσο, οι προθέσεις του αποδείχθηκαν φούσκα, αφού, αν και αποθεώθηκε από τους φίλους της ομάδας, ουδέποτε εμφανίστηκε για να υπογράψει. Σε ανάλογο φιάσκο εξελίχθηκε και το δήθεν ενδιαφέρον του για τον Αιολικό και την επίσης ιστορική Προοδευτική, οι παλαίμαχοι της οποίας ακόμη θυμούνται την εμπλοκή του Πειραιώτη εκδότη, που παρ’ ολίγον να διαλύσει το σωματείο-σύμβολο του Κορυδαλλού. Οι πολιτικές του φιλοδοξίες έφτασαν μέχρι και την ίδρυση κόμματος με την ονομασία «ΔΕΞΙΑ», ωστόσο το εγχείρημα εγκαταλείφθηκε άμεσα.
Και επί Σαμαρά τίναζε την μπάνκα στον αέρα
Ο Τάκης (όπως τον φωνάζουν διαχρονικά οι φίλοι του) Μαυρίκος φρόντισε από την πρώτη στιγμή να δώσει δείγματα γραφής των στοχεύσεών του για την εξασφάλιση κρατικής διαφήμισης, που ήταν αντιστρόφως ανάλογη με την κυκλοφορία των εφημερίδων του. Εξάλλου, ουδέποτε τον ενδιέφερε να αφήσει ισχυρό εκδοτικό στίγμα, ενώ οι αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών επιβεβαίωσαν αυτό που ψιθύριζαν επί χρόνια οι γνωρίζοντες τον… ανεξήγητο και ξαφνικό πλουτισμό του. Οτι, δηλαδή, αυτά τα χρήματα έβγαιναν από δραστηριότητες που λάμβαναν χώρα στο απόλυτο σκοτάδι, με βασικό συστατικό στοιχείο -όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία της δικογραφίας- τον εκβιασμό κρατικών λειτουργών και παραγόντων, αλλά και τη διαπλοκή με την πολιτική εξουσία.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο Τ. Μαυρίκος την περίοδο των κυβερνήσεων Καραμανλή και Σαμαρά (με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, μια και η χώρα είχε μπει σε μνημονιακή τροχιά) τίναζε στην κυριολεξία τη διαφημιστική μπάνκα στον αέρα, με τζίρους εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ.
«Το στυλ με το οποίο διεκδικούσε κρατικά χρήματα ήταν αλαζονικό και προκαλούσε εντύπωση στους πάντες», σημειώνουν παλαιοί επικεφαλής γραφείων Τύπου «γαλάζιων» υπουργών και υφυπουργών, στους οποίους απευθυνόταν μετ’ επιτάσεως ο εκδότης.
Πέραν των καταχωρίσεων, εντύπωση προκαλούσε η προβολή που είχαν οι ισχνής κυκλοφορίας εφημερίδες του από την κρατική τηλεόραση, ιδιαίτερα κατά τη θητεία «γαλάζιων» κυβερνήσεων. Δύο στελέχη που είχε προσεγγίσει ο εκδότης και με τα οποία συνδέθηκε η πορεία του ήταν ο πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής Γιάννης Τραγάκης, με τον οποίο είχαν επαφές χάριν εντοπιότητας (καθώς ο τελευταίος εκλέγεται στη Β’ Πειραιά), αλλά και ο σημερινός επίτροπος της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, Δημήτρης Αβραμόπουλος. «Οι πολιτικές του γνωριμίες τού άνοιξαν τον δρόμο για τα media και την κρατική διαφήμιση. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιοι ήταν πρόθυμοι να του κάνουν τις χάρες, χωρίς ο ίδιος να χρειαστεί να επιστρατεύσει πιο… ακραίες μεθόδους, όπως έκανε σε άλλες περιπτώσεις», λένε εκείνοι που παρακολουθούσαν από τότε την διαδρομή του. Μάλιστα, ο Γ. Τραγάκης, όπως και ο πρώην βουλευτής της Ν.Δ. και των ΑΝ.ΕΛ. Π. Μελάς είχαν δώσει το «παρών» και στη βάφτιση της κόρης του, Σοφίας, που είχε τελεστεί όταν ο Τ. Μαυρίκος ζούσε και βασίλευε στα νεοδημοκρατικά στέκια. Για την ιστορία, η δεξίωση είχε δοθεί στο «Χίλτον», προκειμένου να είναι αντάξια των υψηλών καλεσμένων. Χαρακτηριστικός της άνεσης με την οποία απευθυνόταν σε μερίδα κυβερνητικών στελεχών ο εκδότης ήταν ο τρόπος με τον οποίο ασκούσε πίεση για την προώθηση καταχωρίσεων στις εφημερίδες του. Συγκεκριμένα, εκτός από τους συνεργάτες τους, απευθυνόταν και στους ίδιους (είτε απευθείας είτε μέσω επιστολών), διατυπώνοντας τα αιτήματά του. Μάλιστα, εκτός του διαφημιστικού υλικού, ζητούσε να συμπεριλαμβάνεται η «Ακρόπολη» στο σώμα των εφημερίδων που έφταναν στα υπουργεία, με το αιτιολογικό ότι το εν λόγω φύλλο αντιπροσωπεύει την κληρονομιά της αρχαιότερης ελληνικής εφημερίδας.
Εκείνη την περίοδο, δε, ο Τάκης Μαυρίκος εξέφραζε την περηφάνια του για το γεγονός ότι η «Ακρόπολη» διανεμόταν τόσο στην -τότε υπό δημόσιο έλεγχο- Ολυμπιακή όσο και στον ΟΣΕ. Ο άνθρωπος στον οποίο οφειλόταν αυτή η… μεγάλη προσφορά προς τους ταξιδιώτες ήταν ο πρώην υπουργός Μεταφορών και εξάδελφος του Κώστα Καραμανλή, Μιχάλης Λιάπης.
ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ
Στις τάξεις εκείνης της «γαλάζιας» κυβέρνησης φαίνεται πως, εκτός από το εκδοτικό άστρο του Τ. Μαυρίκου, εκτίμησαν και τις διοικητικές ικανότητές του. Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί η ανάληψη από τον ίδιο της αντιπροεδρίας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής τον Σεπτέμβριο του 2007, επί Δ. Αβραμόπουλου στο υπουργείο Υγείας; Εκτός κι αν κάποιοι εκτίμησαν πως ήταν ο καταλληλότερος για τη θέση, εξαιτίας του χαρτιού που επεδείκνυε ενίοτε (όποτε του χρειαζόταν) σύμφωνα με το οποίο αντιμετώπιζε διάφορα ψυχιατρικά προβλήματα. Μόνο έτσι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η απόφαση του διορισμού του, ειδικά σε ένα πόστο που, εκτός των άλλων, έχει να κάνει και με την αξιολόγηση του επιστημονικού προσωπικού. Πάντως, σύμφωνα με όσα σχολίασε προ ημερών ο κ. Αβραμόπουλος, η θητεία του Τ. Μαυρίκου στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής τελείωσε στα δικαστήρια, με προσφυγές εναντίον του.
Στη σύγχρονη εποχή, βέβαια, ένα… ανήσυχο πνεύμα σαν τον Τ. Μαυρίκο δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στον χώρο του έντυπου Τύπου. Αντίθετα, πολύ γρήγορα έβαλε πλώρη και για το Διαδίκτυο, ακολουθώντας την ίδια στρατηγική. Δημιουργώντας sites τα οποία δεν επισκεπτόταν ούτε ο ίδιος, κατάφερνε με τα γνωστά του κόλπα να εξασφαλίζει διαφημιστικά banners που θα ζήλευαν οι ιστότοποι με τη μεγαλύτερη εγχώρια επισκεψιμότητα. Τράπεζες, ΔΕΚΟ και όχι μόνο συνέθεταν το παζλ που ξεπερνούσε κάθε λογική μάρκετινγκ. Καμπάνιες υπουργείων, projects Τοπικής Αυτοδιοίκησης και δημόσιοι φορείς αναζητούσαν κατά καιρούς προβολή στα sites του Τ. Μαυρίκου. Κοινή αναφορά και πάλι οι κυβερνήσεις και στελέχη προερχόμενα από το «γαλάζιο» στρατόπεδο, που ενέκριναν απλόχερα κρατική διαφήμιση για χάρη του εκδότη.
Το πρώτο μεγάλο «μπαμ» έγινε και πάλι επί Καραμανλή, με ενδεικτικές περιπτώσεις το υπουργείο Πολιτισμού (επί θητείας Σπηλιωτόπουλου), την Cosmote, τον ΔΕΣΦΑ, αλλά και Περιφέρειες όπου έλυναν κι έδεναν «γαλάζιοι» κομματικοί παράγοντες.