Του Γιώργου Λυκουρέντζου

Ως μονόδρομο προκειμένου να φτάσει η χώρα στην ανάκαμψη παρουσιάζει το Τρίτο Μνημόνιο το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή η τριμηνιαία έκθεση του οποίου ξεκαθαρίζει ότι το τρίτο Μνημόνιο (=πρόγραμμα προσαρμογής) πρέπει να πετύχει, διότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να επιστρέψουμε στην ανάπτυξη. Οι συντάκτες της έκθεσης προειδοποιούν πως ο «κίνδυνος αποτυχίας δεν έχει εξαλειφθεί» καθώς, το έργο της προσαρμογής δεν έχει τελειώσει από τη στιγμή που «εκκρεμούν κρίσιμες αποφάσεις για τους επόμενους μήνες ως την αξιολόγηση του Νοεμβρίου 2016.

Ακριβώς εκεί το Γραφείο κάνει εκτενέστατη αναφορά στις μεταρρυθμίσεις του εργασιακού προειδοποιώντας για δεκάμηνο φωτιά ενώ επισημαίνει  στην κυβέρνησηνα μη  μιλάει για κόκκινες γραμμές, οι οποίες όπως υποστηρίζει αυτές ευθύνονται για τα λουκέτα και τις μαζικές απολύσεις  και πως θα πρέπει να λάβει όλα τα σκληρά μέτρα που ζητούν οι θεσμοί. 

“Οι διαρθρωτικές πολιτικές περιλαμβάνουν τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας. Η ελληνική κυβέρνηση, δεσμεύτηκε και ανέθεσε σε επιτροπή ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων τις βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και ειδικότερα βασικά ζητήματα που αφορούν, τις ομαδικές απολύσεις, τον συνδικαλιστικό νόμο, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις.Επιπλέον, έως και τον Μάρτιο του 2017 θα πρέπει να κωδικοποιηθούν οι εργατικοί νόμοι” αναφέρει χαρακτηριστικά η Έκθεση.

ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΕΚΘΕΣΗ ΕΔΩ

Αίσθηση προκαλεί πάντως το ότι η Έκθεση επιχειρεί πολιτική παρέμβαση καλώντας την κυβέρνηση να μη μικά για κόκκινες γραμμές καθώς μπορεί να προκαλέσει νέες αβεβαιότητες: “Η επανάληψη δηλώσεων για ασαφείς γραμμές που η ελληνική πλευρά δεν είναι διατεθειμένη να υπερβεί («κόκκινες γραμμές») και η επίκληση αμήχανων κοινωνικών εταίρων μπορεί να προκαλέσει τον Σεπτέμβριο νέες αβεβαιότητες και να επιβραδύνει την ανάκαμψη της οικονομίας και τη βελτίωση της απασχόλησης” αναφέρει η Έκθεση και συνεχίζει λέγοντας ότι τέτοιου είδους επικλήσεις σε κόκκινες γραμμές δεν απαντούν σε πραγματικά προβλήματα: “Εκτός τούτου με τις «κόκκινες γραμμές» δεν απαντώνται τα ερωτήματα που προκύπτουν από την κατάσταση της χώρας: Ποιος ζήτησε την κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού; Πως μπορούν οι επιχειρήσεις να επιβιώνουν σε αντίξοες συνθήκες; Τι ακριβώς πετυχαίνουν υπουργικές απαγορεύσεις απολύσεων; Ως ποιο βαθμό οι ισχύοντες συνδικαλιστικοί κανόνες (π.χ. για λήψη αποφάσεων απεργίας) είναι δυσλειτουργικοί; Πως επηρέασαν την τύχη μεγάλων επιχειρήσεων; Ποιες είναι οι δικές μας εμπειρίες; Ποιο σύστημα εργασιακών σχέσεων θα ενθάρρυνε ξένες παραγωγικές επενδύσεις;”.

Περιγράφοντας το πλαίσιο των αλλαγών στα εργασιακά που έρχονται η Έκθεση προβλέπει ξεκάθαρα ότι έρχονται ευέλικτες μορφές εργασίες και  επισημαίνει ότι το Μνημόνιο υποδεικνύει την κατεύθυνση των αλλαγών στους κανόνες των αγορών εργασίας με τους θεσμούς να προσανατολίζονται στο πρότυπο της «ευελιξίας με ασφάλεια» (ευασφάλεια, flexicurity) που εφαρμόζεται σε Δανία και αλλού και το οποίο στηρίζεται από τους κοινωνικούς εταίρους! “Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να διορθωθούν εμφανή δυσλειτουργικά στοιχεία του σημερινού θεσμικού πλαισίου όπως είναι η αγνόηση δικαστικών αποφάσεων, οι αντιπαραγωγικοί περιορισμοί στις δυνατότητες των επιχειρήσεων να προσαρμόζονται σε μεταβαλλόμενες συνθήκες κ.ά. Το κράτος δεν παρέχει περισσότερη ασφάλεια στους εργαζόμενους εμποδίζοντας την ευελιξία των επιχειρήσεων. Η ευελιξία των επιχειρήσεων είναι προϋπόθεση για την επιβίωση ή ανάπτυξή τους και, οπωσδήποτε, για την είσοδο νέων στην παραγωγή. Το κράτος όμως μπορεί να δημιουργήσει ένα αποτελεσματικό δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζόμενους. Η προάσπιση του status quo ή η επαναφορά προηγούμενων κανόνων είναι αδιέξοδη πολιτική” καταλήγει.