Στοίχημα χαρακτήρισε ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, τη στρατηγική αναδιάρθρωση των επιχειρήσεων που εντάσσονται στο λεγόμενο Υπερταμείο και τη σύνδεσή τους με την αναπτυξιακή και κλαδική πολιτική.

Ο υπουργός Οικονομικών, σχολιάζοντας τα πυρά που δέχεται η κυβέρνηση για το Υπερταμείο, κατήγγειλε εκστρατεία ψεύδους και υπογράμμισε πως από πουθενά δεν προκύπτει η υποχρέωση ιδιωτικοποιήσεων. «Δεν είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε ιδιωτικοποιήσεις. Δεν χρειάζεται να είναι σαν το ΤΑΙΠΕΔ και δεν είναι σαν το ΤΑΙΠΕΔ», είπε χαρακτηριστικά και επεσήμανε ότι σε αυτό το Ταμείο «δεν υπάρχει επιτροπεία, δεν υπάρχει υποθήκευση όλης της περιουσίας, μοναδικός μέτοχος είναι το ελληνικό Δημόσιο, οι μετοχές δεν μεταβιβάζονται, οι μετοχές δεν μπορεί να κατασχεθούν».

Επίσης, ανέφερε ότι Σ, και ο υπουργός Οικονομικών πρέπει να δεχθεί την κάθε μεγάλη ιδιωτικοποίηση. «Είναι προφανές σε εμένα ότι εάν έρθει μία πολύ νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση, μία κυβέρνηση Θάτσερ- και ο Κυριάκος Μητσοτάκης πάντα αυτό πρεσβεύει: τον νεοφιλελευθερισμό σε ακραία περίπτωση- τότε μπορούν προφανώς να γίνουν περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις. Θα μπορούσαν να γίνουν και χωρίς να είναι στο Ταμείο», υποστήριξε ο υπουργός Οικονομικών.

Ο κ. Τσακαλώτος αναγνώρισε ότι η υπαγωγή των επιχειρήσεων στο Ταμείο ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμού. Σημείωσε, όμως, ότι το Υπερταμείο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μπορούν να γίνουν αναδιαρθρώσεις σε αυτές τις επιχειρήσεις και να συνδεθούν με την αναπτυξιακή και κλαδική πολιτική, για να λειτουργήσουν αυτές οι επιχειρήσεις προς όφελος του λαού και της χώρας, χωρίς εκποίηση, χωρίς ιδιωτικοποίηση.

Ταυτόχρονα, χαρακτήρισε ψευδή και τα όσα ισχυρίζονται στελέχη της ΝΔ, ότι πάλι υπάρχουν καθυστερήσεις του προγράμματος ή ότι «η οικονομία βυθίζεται». «Θα έχουμε τρία συνεχόμενα τρίμηνα με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, γιατί δεν βλέπετε ότι ενώ θα ήμασταν -700 στα έσοδα, τελικά είμαστε στα +300;», αναρωτήθηκε ο κ. Τσακαλώτος και επανέλαβε ότι δεν θα ενεργοποιηθεί ο κόφτης, καλώντας, μάλιστα, τη ΝΔ να αναρωτηθεί γιατί εκείνη δεν κατάφερνε να βελτιώσει την εισπραξιμότητα του ΦΠΑ και να είναι πρώτη η Μύκονος, δεύτερη η Ρόδος και Τρίτη η Σαντορίνη, όπως συνέβη φέτος στα έσοδα από ΦΠΑ.

Επίσης, επεσήμανε ότι η σημερινή κυβέρνηση φτιάχνει μία σχέση με τις ΔΕΚΟ και τη δημόσια διοίκηση, που σταματάει το πελατειακό κράτος και το ρουσφέτι και συντονίζεται με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας, με κοινωνική, μάλιστα, λογοδοσία.