Του Θανάση Φουσκίδη – Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

 Ποικίλες αντιδράσεις, αλλά και έντονη κινητικότητα σε παρασκηνιακό επίπεδο προκάλεσε η εξαγγελία του Κυριάκου Μητσοτάκη από το βήμα του συνεδρίου της ΟΝΝΕΔ την περασμένη εβδομάδα περί πρόθεσής του να προχωρήσει σε γενναίο… φρεσκάρισμα των «γαλάζιων» ψηφοδελτίων των επόμενων εθνικών εκλογών. 

Bλέπετε, η τοποθέτηση αυτή του προέδρου της Ν.Δ. επιβεβαίωσε αφενός τη σχετική πληροφορία που κυκλοφορούσε εδώ και καιρό στο ρεπορτάζ του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και αφετέρου τους φόβους μιας σημαντικής μερίδας πολιτευτών (αφού δεν αναμένεται να τεθεί συνολικό ζήτημα για τους εν ενεργεία βουλευτές), οι οποίοι… ψυχανεμίζονταν εδώ και μήνες ότι κάθε άλλο παρά απίθανο είναι να θυσιαστούν στον βωμό της επιχειρούμενης ανανέωσης από την Πειραιώς.

Εκτός της σειράς των νέων ηλικιακά προσώπων που έβγαλε μπροστά η «γαλάζια» ηγετική ομάδα και τα οποία βρέθηκαν σε κομβικά ηγετικά πόστα, σε πλήρη εξέλιξη είναι η διαδικασία επιλογής και προώθησης των βιογραφικών που αποστέλλουν στην ηλεκτρονική διεύθυνση ananeosind.gr οι ενδιαφερόμενοι να δοκιμάσουν την τύχη τους και να συμμετάσχουν στις εκλογικές λίστες της Ν.Δ.

 Οπως έχουν γράψει τα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», το εν λόγω πλάνο «τρέχει» ο γραμματέας της Πολιτικής Επιτροπής, Λευτέρης Αυγενάκης, με τη συνδρομή του διευθυντή του γραφείου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Μιχάλη Μπεκίρη, ενώ βασική υπεύθυνη για το κομμάτι της αξιολόγησης των βιογραφικών είναι η άρτι αφιχθείσα στην Πειραιώς Ρεβέκκα Πιτσίκα, που προέρχεται από την αγορά και διαθέτει έντονο τεχνοκρατικό προφίλ.  Παράλληλα, στο εν λόγω κομμάτι θα δραστηριοποιηθεί ο νέος πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ, Κώστας Δέρβος, από τον οποίο έχει ζητηθεί ήδη να κινηθεί στην κατεύθυνση της ανάδειξης εν δυνάμει υποψηφίων νεαρής ηλικίας.

  «Δεν ήταν μια ατάκα που μπορεί να ακουστεί θετικά στα αυτιά της κοινωνίας. Είναι ένα προσωπικό στοίχημα του Κυριάκου», λένε χαρακτηριστικά συνομιλητές του προέδρου της Ν.Δ., αποτυπώνοντας τις σκέψεις του.

ΦΕΥΓΟΥΝ

Οπως είναι φυσικό, οι προθέσεις της Πειραιώς για την κατάρτιση των πιο… νεανικών ψηφοδελτίων «στην ιστορία της παράταξης», όπως διεμήνυσε ο ίδιος ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, έχουν προβληματίσει έντονα τόσο τους βουλευτές της παλαιάς φρουράς όσο και τους πολιτευτές. Και αν, όπως προαναφέρθηκε, για τους πρώτους δεν προβλέπεται -πλην συγκεκριμένων περιπτώσεων, που μπορεί να προκύψουν στο μέλλον- να υπάρξει θέμα αποκλεισμού τους λόγω… ηλικίας, για κάποιους από τους δεύτερους το καμπανάκι του κινδύνου έχει χτυπήσει ήδη.  Στο μικροσκόπιο των «γαλάζιων» επιτελών βρίσκονται κυρίως εκείνοι που, αν και είχαν (μακρά ή μη) κοινοβουλευτική θητεία, βρίσκονται εκτός της παρούσας Βουλής, κάποιοι που, παρά τις επανειλημμένες προσπάθειές τους, δεν μπόρεσαν ποτέ να κερδίσουν μια κοινοβουλευτική έδρα, καθώς και μια σειρά στελεχών που δεν συμβαδίζουν με το σύγχρονο προφίλ που επιδιώκουν να καλλιεργήσουν στο κόμμα ο κ. Μητσοτάκης και οι στενοί συνεργάτες του.

 Σε αυτή τη… μαύρη -αν και ανεπίσημη μέχρι νεωτέρας- λίστα συμπεριλαμβάνονται μεταξύ άλλων πολύ γνωστά ονόματα της Α’ και της Β’ Αθήνας (κάποια εκ των οποίων κατείχαν σημαντικά χαρτοφυλάκια στις κυβερνήσεις της Ν.Δ.), όπως οι Φωτεινή Πιπιλή, Μανώλης Μαυρομμάτης, Αργύρης Ντινόπουλος, Πάνος Παναγιωτόπουλος, Γιάννης Μιχελάκης και Τάνια Ιακωβίδου. Στη Β’ Πειραιά θεωρείται δύσκολο, σύμφωνα με τους γνωρίζοντες, να είναι εκ νέου υποψήφιος ο Τάσος Νεράντζης, ενώ και ο εν ενεργεία βουλευτής και πρώην αντιπρόεδρος της Βουλής, Γιάννης Τραγάκης, είναι εξαιρετικά πιθανό να παραδώσει την πολιτική παρακαταθήκη του στον υιό του. Στην Περιφέρεια Αττικής ερωτηματικό αποτελεί ο γνωστός μετεωρολόγος Νίκος Καντερές, τη στιγμή που ανάλογες αγωνίες φαίνεται να περνούν στην Α’ και τη Β’ Θεσσαλονίκης ο πρώην υφυπουργός Γιώργος Ορφανός και ο γνωστός «σαμαρικός» Δημήτρης Βαρτζόπουλος.

 Στην ίδια κατηγορία συμπεριλαμβάνονται ο Τιμολέων Κοψαχείλης από τα Γρεβενά, ο Κώστας Παπασιώζος από την Αρτα, οι Θανάσης Νταβλούρος και Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος από την Αχαΐα, οι Ανδρέας Κουτσούμπας και Αρια Αγάτσα από τη Βοιωτία, ο Αλέξανδρος Δερμεντζόπουλος και ο στενός συνομιλητής του Αντώνη Σαμαρά, Ακης Γεροντόπουλος. Ακόμα, οι Λάζαρος Τσαβδαρίδης, Γεωργία Μπατσαρά και Κωνσταντίνος Γιοβανόπουλος από την Ημαθία, ο πρώην υφυπουργός Αντώνης Μπέζας από τη Θεσπρωτία, ο Σταύρος Καλογιάννης από τα Γιάννενα, οι Γιάννης Πασχαλίδης, Κωνσταντίνος και Γιώργος Καλαντζής από την Καβάλα και ο Σπύρος Ταλιαδούρος από την Καρδίτσα. Επίσης, ο Ζήσης Τζηκαλάγιας από την Καστοριά, ο Δημοσθένης Δαββέτας από την Κέρκυρα (ο οποίος επίσης συγκαταλέγεται στα πρόσωπα του περιβάλλοντος Σαμαρά), οι Δημήτρης Σαμπαζιώτης και Γιάννης Λαμπρόπουλος από τη Μεσσηνία, οι Θεόφιλος Λεονταρίδης και Μενέλαος Βλάχβεης από τις Σέρρες, o Μιχάλης Ταμήλος από τα Τρίκαλα, ο Κωνσταντίνος Κουτσογιαννόπουλος από τη Φθιώτιδα, ο Ευστάθιος Κωνσταντινίδης από τη Φλώρινα και ο Ευθύμιος Καρανάσιος από τη Χαλκιδική.

 Για την ιστορία και μόνο, αρκετοί εκ των προαναφερθέντων -και όχι μόνο- έχουν επιχειρήσει ήδη να ιχνηλατήσουν το τοπίο για να διαπιστώσουν αν βρίσκονται στην black list του κ. Μητσοτάκη, ενώ έχουν ενεργοποιήσει τις όποιες αναφορές τους στον «καραμανλικό» και τον «σαμαρικό» πυρήνα, προκειμένου να είναι προετοιμασμένοι για παν ενδεχόμενο.

Οι νέοι που μπαίνουν στη μάχη του σταυρού

Για να δώσουν τη μάχη του σταυρού ετοιμάζονται ουκ ολίγα στελέχη που διακρίθηκαν εσωκομματικά στο πλευρό του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου, Κωνσταντίνος Κυρανάκης, στη Β’ Αθήνας, ο γραμματέας Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Τάσος Γαϊτάνης, ο γραμματέας Παραγωγικών Φορέων, Βασίλης Ξυπολυτάς, και η επικεφαλής του Τομέα Γυναικών, Μαρία Συρεγγέλα στην ίδια περιφέρεια.

 Ακόμα, η αναπληρώτρια εκπρόσωπος Τύπου Σοφία Ζαχαράκη, ίσως στην Ευρυτανία, καθώς και ο επικεφαλής του γραφείου Τύπου της Ν.Δ., Μακάριος Λαζαρίδης, στην Καβάλα.  Κατά τα άλλα, μεταξύ των πρωτοεμφανιζόμενων στα «γαλάζια» ψηφοδέλτια θα είναι επίσης στη Β’ Αθήνας ο πρώην πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ, Σάκης Ιωαννίδης, καθώς και οι Πηνελόπη Παναγιωτοπούλου (πρώην γραμματέας του Τομέα Παιδείας του κόμματος) και Χρήστος Θεοδωρόπουλος (υιός του εκλιπόντος πρώην δημάρχου Γλυφάδας).

 Στα Χανιά ακούγεται έντονα το στέλεχος της τοπικής ΟΝΝΕΔ Δημήτρης Μπούκας, ενώ βέβαιος πρέπει να θεωρείται ο ανιψιός του Χρήστου Μαρκογιαννάκη, Αλέξανδρος.  Στην Αρτα, δεδομένη φαντάζει η υποψηφιότητα του δημοσιογράφου Γιώργου Ευθυμίου, ενώ, πέραν του τελευταίου, εξακολουθούν να «παίζουν» ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος για την Α’ Αθήνας και ο Γιάννης Πιτταράς για τις Κυκλάδες. Τέλος, για πρώτη φορά ενεργοί, αφού τον Σεπτέμβριο του 2015 τοποθετήθηκαν συμβολικά στις τελευταίες θέσεις της λίστας της Β’ Αθήνας, της Α’ Πειραιά και της Εύβοιας, θα είναι ο πρώην επικεφαλής των ΑΝ.ΕΛ., Μπάμπης Αποσκίτης, ο αντιδήμαρχος του μεγάλου λιμανιού, Γιάννης Μελάς, και ο Νίκος Λυσιγάκης, αντίστοιχα.

 Στο Κιλκίς θα δοκιμάσει τις δυνάμεις της η αναπληρώτρια γραμματέας Γυναικών της Ν.Δ., Νατάσα Σωτηριάδου. Στο ίδιο κάδρο θα πρέπει να τοποθετηθούν βεβαίως και οι προερχόμενοι από το «άνοιγμα» του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ευρύτερο Κέντρο, όπως ο ήδη προσχωρήσας από το κόμμα του Βασίλη Λεβέντη και επίσης νέος σε ηλικία Γιάννης Καλλιάνος, καθώς και οι ουκ ολίγοι γόνοι πρώην υπουργών και βουλευτών που θα μπουν για πρώτη φορά στον προεκλογικό στίβο. Ο λόγος για περιπτώσεις όπως του Γιώργου Βλαχογιάννη και του Μικέλη Χατζηγάκη στα Τρίκαλα, του Βαγγέλη Γιαννάκη στη Βοιωτία, της Χαράς Μπαχαρίδου στον Εβρο, του Ζαχαρία Κεφαλογιάννη στο Ρέθυμνο κ.ά.

Κεντροδεξιά και λαϊκή Δεξιά: Ενα διαζύγιο  σε εκκρεμότητα

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα φιλελεύθερο κόμμα της «Κεντροδεξιάς», όπως τουλάχιστον ορίζεται σήμερα ένα ευρωπαϊκό συντηρητικό κόμμα στην Ε.Ε. Στη βάση αυτή, και με τα ισχύοντα πολιτικά και οικονομικά δεδομένα στη χώρα μας, η Ν.Δ. με τη σημερινή ηγεσία της μπορεί να προβάλλεται ως ένα σύγχρονο, αστικό, «μεταρρυθμιστικό» κόμμα, που διεκδικεί την εξουσία στην Ελλάδα των «μνημονίων». Ομως το κόμμα αυτό προέρχεται από μια παράταξη με μεγάλη πορεία και συμμετοχή σε σημαντικά ιστορικά γεγονότα από τον περασμένο αιώνα και απέκτησε χαρακτήρα λαϊκού, πολυσυλλεκτικού κόμματος, με δυνάμεις που συνέθεσαν αυτό που ονομάστηκε Δεξιά. Από το Λαϊκό Κόμμα στον Συναγερμό και από εκεί στην ΕΡΕ και στη Νέα Δημοκρατία της Μεταπολίτευσης, η παράταξη που είναι σήμερα η «Κεντροδεξιά» του κ. Κυρ. Μητσοτάκη ήταν για πολλές δεκαετίες το μεγάλο και ισχυρό πολιτικό κέντρο με την ευρεία λαϊκή βάση που αποτελούσε τη Δεξιά, τη μεγάλη αντίπαλο των κομμουνιστών και των σοσιαλιστών στη χώρα μας. Αυτά σήμερα δεν ισχύουν σε ό,τι αφορά τον ρόλο της Ν.Δ. ως κεντρικής δύναμης αυτού που ονομάστηκε «Δεξιά».

Η στροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1978 προς το Κέντρο και ένα δεύτερο «άνοιγμα» προς κεντρώους αργότερα από τον Κώστα Μητσοτάκη, το 1985, καθώς και ο προσδιορισμός της Ν.Δ. από τον Κώστα Καραμανλή το 2004 ως κεντροδεξιού κόμματος των «μεσαίων» αστών, που όμως αρνήθηκε να αποδεχθεί ο Αντ. Σαμαράς, δεν άλλαξαν σταδιακά μόνο τα χαρακτηριστικά της αστικής Δεξιάς και κάποιες απ’ τις «παραδόσεις» της. Προκάλεσαν και αναταράξεις στον ευρύτερο δεξιό χώρο, που βίωσε τις αλλαγές στη διάρκεια μιας μακράς περιόδου δυσμενών οικονομικών εξελίξεων, μεταναστευτικών και προσφυγικών στη συνέχεια κυμάτων και από το 2010 τα τεράστια βάρη των «μνημονίων», που υποχρέωσαν την ελληνική κοινωνία σε βίαιους μετασχηματισμούς.

Οι αλλαγές, οι εντάσεις, οι αγωνίες και οι απογοητεύσεις εκατομμυρίων πολιτών έφεραν μοιραίως τα πάνω κάτω και στη Νέα Δημοκρατία, κατά φάσεις από το 2009, αλλά και γενικότερα στον χώρο της Δεξιάς, που συρρικνώθηκε στη βάση του από το 2012, υπό «μνημονιακή» βροχή, λόγω «εξόδου» πολλών ψηφοφόρων από τις τάξεις της και διασποράς τους σε μικρότερα δεξιά σχήματα έως και χώρους μιας καθαρής Ακροδεξιάς. Κοντολογίς, τα πράγματα κατέληξαν σε μια μικρότερη «κεντροδεξιά» Ν.Δ. και με κατακερματισμένες τις δυνάμεις των «ακραιφνών» δεξιών, που σήμερα κινούνται κατά μικρές ομάδες, αναζητώντας λύση εκτός Ν.Δ.

Τα μεγάλα φορτία αυτής της «γαλάζιας» κληρονομιάς έχει τώρα να τα διαχειριστεί ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, που υποχρεώνεται σε μια πολύ δύσκολη δουλειά: Να κινηθεί όχι ως αρχηγός μιας μεγάλης συντηρητικής παράταξης, αλλά σε περιορισμένο χώρο, με σημαία «κεντροδεξιά», σε μια προσπάθεια να έρθει σε επαφή με κοινωνικά στρώματα που θα πείθονταν ενδεχομένως να στηρίξουν μια αντι-συριζέικη εκστρατεία. Ομως, το μέγα πρόβλημα της «μεταρρυθμιστικής» ηγεσίας της Ν.Δ. είναι πως αναζητεί την τόνωση της πολιτικής ταυτότητάς της μέσα σε μια αστική κοινωνία που έχει ταυτίσει τον όρο «μεταρρύθμιση» με τα σκληρά «μνημονιακά» μέτρα που τη βασανίζουν ήδη επί μια επταετία.

Ετσι, διάφορα εκτός (ορισμένα και εντός) Ν.Δ. στελέχη της «λαϊκής Δεξιάς», παρ’ ότι είναι σήμερα σκόρπιες οι δυνάμεις αυτού του χώρου, ελπίζουν, όπως δηλώνουν σε ιδιαίτερες συζητήσεις τους, ότι «αργά ή γρήγορα» οι «γαλάζιοι» μεταρρυθμιστές της Κεντροδεξιάς «θα τους χρειαστούν».

Το μέλλον θα δείξει. Αλλά βέβαιο είναι και έχει ενδιαφέρον σήμερα ότι στα παρασκήνια και της «Κεντροδεξιάς» και της «Δεξιάς» είναι διάχυτη μια χαμηλόφωνα εκφρασμένη σύγχυση για το πώς και σε ποια κοινωνική έκταση μπορεί τώρα να εκπροσωπεί η Ν.Δ. τον χώρο που έχει αναλάβει τη μεγάλη μάχη με την Αριστερά σε σκληρό «μνημονιακό» περιβάλλον. Είναι προφανές ότι παραμένει δύσκολη υπόθεση η έκδοση οριστικού «διαζυγίου» της «κεντροδεξιάς» Νέας Δημοκρατίας με τη «λαϊκή Δεξιά».