Σιγή ασυρμάτου της κυβέρνησης σχετικά με τις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές ενώ η ελληνική υπουργική αποστολή επειστρέφει στην Αθήνα.
Η απαιτούμενη προ-συμφωνία δεν φαίνεται να υπήρξε για τα κρίσιμα ζητήματα των συντάξεων, των εργασιακών και της ΔΕΗ που θα άνοιγε τον δρόμο για την επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα από Δευτέρα.
Σύμφωνα με πληροφορίες η εικόνα συγκλίσεων που εμφανιζόταν τις τελευταίες ημέρες φαίνεται να ανατρέπεται καθώς εμμένει στην σκληρή του στάση το ΔΝΤ.
Έτσι ούτε η χθεσινή συνάντηση κατέληξε σε αποτέλεσμα καθώς η συζήτηση μεταφέρθηκε, βάσει του σχεδίου της Αθήνας, σε επίπεδο Κορυφής, με τον Πρωθυπουργό κύριο Αλέξη Τσίπρα να κάνει «σημαία» του τα εργασιακά, να κατηγορεί τους Ευρωπαίους πως έχουν παραδώσει την Ευρώπη στο ΔΝΤ, να θέτει θέμα αναδιανομής των πλεονασμάτων από τον πλούσιο Βορρά προς τις χώρες του Νότου.
Στο μεταξύ η επιστολή Τσίπρα δόθηκε στη δημοσιότητα την ώρα ακριβώς που οι υπουργοί κ.κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης ολοκλήρωναν 12 ώρες διαπραγματεύσεων ουσιαστικά θέτει βέτο στις απαιτήσεις του ΔΝΤ για τα εργασικά.
Στην επιστολή , ο κ. Τσίπρας σημειώνει μεταξύ άλλων ότι πρόσθεση της Ελλάδας είναι να υποστηρίξει τη Διακήρυξη της Ρώμης «καθώς θεωρούμε ότι κινείται σε θετική κατεύθυνση» ωστόσο συμπληρώνει ότι «για να μπορούμε πραγματικά να γιορτάσουμε τις μεγάλες κοινές κατακτήσεις (των ευρωπαϊκών λαών), οφείλουμε να γνωρίζουμε ανοιχτά, επίσημα και καθαρά αν δικαιούμαστε και εμείς να έχουμε πρόσβαση σε αυτές τις κατακτήσεις».
«Να γνωρίζουμε αν το ευρωπαϊκό κεκτημένο ισχύει για όλους χωρίς εξαιρέσεις ή αν ισχύει για όλους με εξαίρεση την Ελλάδα», προσθέτει.
Σημειώνει επίσης ότι η Αθήνα σέβεται και τηρεί τις δεσμεύσεις της, αλλά «δεν μπορούμε να κατανοήσουμε απαιτήσεις πέραν των δεσμεύσεων αυτών, όπως αυτή της παράτασης της Ελλάδας από το ευρωπαϊκό κοινωνικό κεκτημένο».

Στο μεταξύ ανησυχία προκαλεί η αύξηση του ανώτατου ορίου του εκτάκτου μηχανισμού ρευστότητας (ELA) προς τις ελληνικές τράπεζες που αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, για πρώτη φορά μετά από σχεδόν δύο χρόνια.
Κατόπιν αιτήματος της Τράπεζας της Ελλάδος, η Ευρωτράπεζα αύξησε το όριο κατά 400 εκατομμύρια ευρώ, με το πλαφόν να ανέρχεται πλέον στα 46,6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Είχαν προηγηθεί αιτήματα των ελληνικών τραπεζών στην Τράπεζα της Ελλάδος για αυξημένη χρήση της ρευστότητας του ELA, η οποία είναι σαφώς ακριβότερη σε σχέση με την κανονική χρηματοδότηση που προσφέρει το ευρωσύστημα.
Στην ανακοίνωσή της, η ΤτΕ σημειώνει πως η αύξηση του ανώτατου ορίου κατά 400 εκατ. ευρώ «αντανακλά εξελίξεις στη ρευστότητα των ελληνικών τραπεζών, λαμβανομένων υπόψη των ροών καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα».