Θέση πάνω στην πρόταση για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος στην κατεύθυνση της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων παίρνει η Δημοκρατική Ευθύνη, επισημαίνοντας μία ακόμη πολύ σοβαρή διάσταση του θέματος, αυτή των ιδιωτικών κολεγίων.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η αναθεώρηση του άρθρου 16 είναι αναγκαία «…και για έναν επιπλέον σοβαρό λόγο, ο οποίος σκόπιμα και με επιμέλεια αποκρύπτεται: Παρά το γεγονός ότι απαγορεύονται τα ιδιωτικά και τα μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, υπάρχει πληθώρα ιδιωτικών κολεγίων, τα οποία λειτουργούν νόμιμα και χορηγούν πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης, πολλά από τα οποία παρέχουν μέσω του ΕΟΠΠΕΠ τα ίδια επαγγελματικά (αν και όχι ακαδημαϊκά) δικαιώματα με τα αντίστοιχα των ελληνικών πανεπιστημίων, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο».

Επιρρίπτει ευθύνες στην «αριστερή και δεξιά υποκρισία των σημερινών κομμάτων», όπως χαρακτηριστικά λέει: «…Στην ουσία η ελληνική πολιτεία και η αριστερή και δεξιά υποκρισία των σημερινών κομμάτων, που κλείνουν επί δεκαετίες τα μάτια στο θέμα, εμπαίζουν τους φοιτητές των κρατικών ΑΕΙ αλλά και των ιδιωτικών κολεγίων. Αυτό είναι ένα ακόμη παράδειγμα ότι η ελληνική κοινωνία είναι διαρκές θύμα του λαϊκισμού και του ψεύδους του πολιτικού προσωπικού της χώρας, το οποίο δεν έχει κανένα πρόβλημα να υπερασπίζεται μετά πάθους τη δημόσια δωρεάν παιδεία την ίδια ώρα που στη χώρα λειτουργούν δεκάδες κολέγια που δίνουν πτυχία με επαγγελματικά δικαιώματα…».

Η Δημοκρατική Ευθύνη, με επιστολή του πολιτικού της επικεφαλής Θωμά Παπαλιάγκα προς τους αρχηγούς των κομμάτων, είχε από τις 6 Σεπτεμβρίου προτείνει το άνοιγμα της διαδικασίας Αναθεώρησης του Συντάγματος, καταθέτοντας 17 προτάσεις.

Ολόκληρη η ανακοίνωση:

«Η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να γίνει έδρα διεθνών εκπαιδευτικών κέντρων, που θα προσελκύουν φοιτητές από ολόκληρο τον κόσμο. Μπορεί να κρατήσει τους φοιτητές της που φεύγουν στο εξωτερικό για σπουδές. Μπορεί και πρέπει να εκμεταλλευτεί η ίδια τους πολλούς σοβαρούς επιστήμονες που παράγει και διώχνει στο εξωτερικό, όπου συχνά διαπρέπουν. Μπορεί να αποκτήσει επιστημονική έρευνα υψηλού επιπέδου με τους δικούς της επιστήμονες σε δικά της εργαστήρια. Όπως το έκανε η Μεγάλη Βρετανία, οι ΗΠΑ και τελευταία η Κύπρος. Αυτονόητο όμως είναι ότι όλα τα πανεπιστήμια, κρατικά και μη, θα πρέπει να είναι προσιτά σε όλους και να λειτουργούν υπό ένα αυστηρό πλαίσιο, το οποίο θα εφαρμόζεται για όλους. Ώστε και τα δημόσια πανεπιστήμια επιτέλους να σταματήσουν να είναι κομματικά λάφυρα.

Η Δημοκρατική Ευθύνη είναι υπέρ της αναθεώρησης και του άρθρου 16 του Συντάγματος για τη δημιουργία μη κρατικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα για τους παραπάνω λόγους. Αλλά και για έναν επιπλέον σοβαρό λόγο, ο οποίος σκόπιμα και με επιμέλεια αποκρύπτεται: παρά το γεγονός ότι απαγορεύονται τα ιδιωτικά και τα μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα, υπάρχει εδώ και δεκαετίες πληθώρα ιδιωτικών κολεγίων, τα οποία λειτουργούν νόμιμα και χορηγούν πτυχία ανώτατης εκπαίδευσης, πολλά από τα οποία παρέχουν μέσω του ΕΟΠΠΕΠ τα ίδια επαγγελματικά (αν και όχι ακαδημαϊκά) δικαιώματα με τα αντίστοιχα των ελληνικών πανεπιστημίων, σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

Στην ουσία, η ελληνική πολιτεία και η αριστερή και δεξιά υποκρισία των σημερινών κομμάτων, που κλείνουν επί δεκαετίες τα μάτια στο θέμα, εμπαίζουν τους φοιτητές των κρατικών ΑΕΙ αλλά και των ιδιωτικών κολεγίων. Αυτό είναι ένα ακόμη παράδειγμα ότι η ελληνική κοινωνία είναι διαρκές θύμα του λαϊκισμού και του ψεύδους του πολιτικού προσωπικού της χώρας, το οποίο δεν έχει κανένα πρόβλημα να υπερασπίζεται μετά πάθους τη δημόσια δωρεάν παιδεία την ίδια ώρα που στη χώρα λειτουργούν δεκάδες κολέγια που δίνουν πτυχία με επαγγελματικά δικαιώματα. Χαρακτηριστικό, δε, είναι ότι όσες ελληνικές Αρχές (δικηγορικοί σύλλογοι, επιμελητήρια, δημόσιες υπηρεσίες) αρνούνται να αποδεχθούν τους αποφοίτους των κολεγίων ως ισότιμους επαγγελματικά με τους πτυχιούχους των ελληνικών κρατικών πανεπιστημίων αναγκάζονται να το κάνουν μετά από προσφυγές τους στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο πάντοτε εκείνοι δικαιώνονται.

Η αναθεώρηση λοιπόν του άρθρου 16 είναι αναγκαία και γι' αυτόν το λόγο. Όχι γιατί πρέπει να υποκύψουμε σε ένα πρόβλημα που εμείς δημιουργήσαμε. Αλλά γιατί το επιβάλλει η εποχή. Και η σοβαρότητα της χώρας».