Κλίμα αισιοδοξίας και εξωστρέφειας προσπαθούν να καλλιεργήσουν από την κυβέρνηση ήδη από το περασμένο Σαββατοκύριακο μετά την ανακοίνωση της τεχνικής συμφωνίας με τους θεσμούς για την τρίτη αξιολόγηση, η οποία επικυρώθηκε κατά τη διάρκεια του χθεσινού Eurogroup, σε συνδυασμό με την ανακοίνωση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ για το γ’ τρίμηνο, τα οποία εμφάνισαν ανάπτυξη 1,3%.

Εκείνο που σχολιάζεται μάλιστα ευρέως είναι ότι έχει να σημειωθεί ανάπτυξη για τρία συνεχόμενα τρίμηνα από το 2006, την εποχή των «παχέων αγελάδων», πριν η Ελλάδα μπει στη στενωπό της κρίσης και των μνημονίων.

Η ανάπτυξη ωστόσο, εκτός από το γεγονός ότι δεν πρόκειται να φτάσει τον αρχικό στόχο που είχε τεθεί, φανερώνει ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα. Την ώρα που η ανάπτυξη των χωρών της ευρωζώνης θα κυμαίνεται στο 2,7%, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η Ελλάδα θα αδυνατεί να πετύχει τον στόχο του 1,6%.

«Για να πετύχει συνολική ανάπτυξη 1,6% το 2017, η ελληνική οικονομία θα πρέπει να τρέξει με ρυθμό 1,2% τους τρεις τελευταίους μήνες του έτους», δήλωσε στο Bloomberg ο οικονομολόγος Maxime Sbaihi, προσθέτοντας ότι «είναι ένας πολύ υψηλός στόχος. Μια ανάπτυξη κατά το ήμισυ αυτού του επιπέδου είναι πιο πιθανή για το δ’ τρίμηνο. Μια τέτοια εξέλιξη θα τοποθετούσε την ανάπτυξη του 2017 στο επίπεδο του 1,4% - κοντά αλλά κάτω του στόχου».

Το στοιχείο όμως που σταματάει τα πανηγύρια της κυβέρνησης είναι ότι ο στόχος της ανάπτυξης για το 2017 έχει αναθεωρηθεί ήδη δύο φορές. Η αρχική πρόβλεψη ήταν 2,7%, ένας στόχος που θεωρήθηκε γρήγορα ανέφικτος και αναθεωρήθηκε πριν από 6 μήνες στο 2,1%. Ακόμα όμως και αυτό αναθεωρήθηκε πρόσφατα στο 1,6%, το οποίο δεν πρόκειται να πετύχουμε, ούτε με τις πλέον αισιόδοξες προβλέψεις για το δ’ τρίμηνο. Με λίγα λόγια η Ελλάδα κατέβασε τον πήχη δύο φορές, με τις πιθανότητες να τον περάσει να είναι συντριπτικά εναντίον της.

Η μεγαλύτερη αιτία για την υποχώρηση της ανάπτυξης είναι η οικονομική συρρίκνωση, οι περικοπές στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και η αδυναμία προσέλκυσης νέων επενδυτών. Όλα αυτά, μάλιστα, τη χρονιά πριν η Ελλάδα μπει σε τροχιά εξόδου από το μνημόνιο, η οποία προσδιορίζεται για τον Αύγουστο το 2018, με τους στόχους για την επόμενη χρονιά αλλά και τα πέντε επόμενα χρόνια να είναι πολύ πιο απαιτητικοί σε σχέση με τους φετινούς. Ενδεικτικό είναι ότι ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος ήταν 1,75% και για το 2018 το πρόγραμμα προβλέπει 3,5% και ο προϋπολογισμός που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπει πλεόνασμα της τάξης του 3,82%. Οι απαιτητικοί δημοσιονομικοί στόχοι που προβλέπονται για τα επόμενα χρόνια ουσιαστικά επηρεάζουν την ανάπτυξη, η οποία δείχνει να καθηλώνεται σε χαμηλά επίπεδα, παρά το θετικό της πρόσημο.