Η Τουρκία επιχειρεί να καταστεί μεγάλη στρατιωτική περιφερειακή δύναμη στο Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο και όχι μόνον. Στον αντίποδα, οι κυβερνήσεις της Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ επιχειρούν με σταθερά βήματα να διαμορφώσουν και στερεώσουν ένα ισχυρό ενεργειακό δίχτυ ασφαλείας απέναντι στις εχθρικές – και με χρήση στρατιωτικών μέσων- διαθέσεις της Τουρκίας εναντίον τους στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η χθεσινή είδηση ότι το Βερολίνο έχει ήδη δώσει την έγκριση του ώστε η γερμανική εταιρεία ThyssenKrupp να προχωρήσει στη ναυπήγηση από κοινού με την Τουρκία 6 υποβρυχίων συνολικού κόστους 6 δισ. ευρώ δεν διαψεύδεται από την γερμανική κυβέρνηση. Πράγμα που επιτρέπει στον κ Ερντογάν να χρησιμοποιήσει καταλλήλως αυτήν την «γερμανική υποστήριξη» κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του.

Βεβαίως, το Βερολίνο δεν είναι η μόνη ευρωπαική χώρα που συνεργάζεται θαυμάσια με την Τουρκία του κ. Ερντογάν στον στρατιωτικό τομέα. Υπενθυμίζεται ότι και η Ισπανία έχει συμφωνήσει στην ναυπήγηση του πρώτου τουρκικού αεροπλανοφόρου, που αναμένεται να παραδοθεί ίσως το 2020 στην Άγκυρα.

Με την σταθερή εξαίρεση της Γαλλίας, οι ευρωπαϊκές χώρες η μια μετά την άλλη υποκύπτουν στην «γοητεία του παρά» του κ Ερντογάν και συνάπτουν μαζί του μεγάλες συμφωνίες, την ίδια ώρα που καμμία από τις δύο πλευρές (ΕΕ-Τουρκία) δεν θέλουν να αναζωογονήσουν την διαδικασία ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας. Δι' αυτού του τρόπου όμως η σχέση της Τουρκίας με τις ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως τις χώρες της ευρωζώνης αποκτούν σταθερά την εικόνα και το περιεχόμενο που θέλει τώρα ο πρόεδρος της Τουρκίας: Μια καθαρά οικονομική σχέση με κάθε μια ευρωπαϊκή χώρα χωριστά, έτσι ώστε τα συμφέροντα που δημιουργούνται να κατεβάσουν τα πολιτικά κριτήρια και κριτήρια Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που ορθώνει η ΕΕ στην Άγκυρα.

Πέραν όμως της ευρωπαϊκής... συνεισφοράς στη δημιουργία του υπερ-στρατού της Τουρκίας, η πρόσθεση των αμερικανικών αεροσκαφών F-35, που ουδόλως έχει ματαιωθεί και η προσθήκη των ρωσικών πυραύλων S-400, αναβαθμίζουν πράγματι την Τουρκία σε στρατιωτική υπερδύναμη στην περιοχή.

Η Άγκυρα ουδόλως έχει αποκρύψει ότι δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει τη δύναμη πυρός που διαθέτει για να διασφαλίσει «τα μερίδια της», (σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων και οικονομικών συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου), και μέσα στην κυπριακή ΑΟΖ και κυρίως στο τμήμα της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου και Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία δεν μπορεί να καθοριστεί χωρίς την σύμφωνη γνώμη και των τριών χωρών, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας.

Στον αντίποδα, οι τρείς «όμορες ενεργειακώς» χώρες, Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ επιχειρούν και πάλι να συντονίσουν τα βήματα τους μπροστά στη διαφύλαξη του ενεργειακού θησαυρού που διαθέτουν (Κύπρος και Ισραήλ) αλλά και στην οριστικοποίηση της μεταφοράς του φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, μέσω Ελλάδας δια του αγωγού East Med.

Με δυο λόγια, να ισχυροποιήσουν ένα ενεργειακό δίχτυ προστασίας της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων και της ασφαλούς μεταφοράς τους στην Ευρώπη, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις πειρατικές εφόδους και τα ρεσάλτα της Τουρκίας.

Αυτό το «ενεργειακό δίχτυ ασφαλείας» όμως πλέκεται με αργές διαδικασίες στην Ανατολική Μεσόγειο απέναντι σε έναν επισπεύδοντα Ερντογάν.