Με μύδρους εναντίον όσοι δεν τηρούν το δικαστικό απόρρητο αλλά και έντονη συγκίνηση ανακοίνωσε ο κ. Σακελλαρίου την παραίτησή του από την προεδρεία του Συμβουλίου της Επικρατείας. «Δεν μπορώ να ασκήσω πια τα καθήκοντά μου» ανέφερε χαρακτηριστικά καταγγέλλοντας την υποχώρηση του κράτους δικαίου και την αδιανόητη παραβίαση του δικαστικού απορρήτου με αφορμή τις διαρροές για το Νόμο Κατρούγκαλου. Η κίνηση έρχεται λίγες ημέρες πριν από την κανονική συνταξιοδότησή του, ενώ οι δηλώσεις έγιναν με τον ίδιο ιδιαίτερα φορτισμένο ψυχικά.

Σε μια πρωτοφανή ανακοίνωση στα δικαστικά χρονικά της χώρας, ο κ. Σακελλαρίου με δάκρυα στα μάτια, μίλησε για μεγάλο πλήγμα στον θεσμό του ΣτΕ «έναν θεσμό που υπηρέτησα τίμα, αγαπώ και θα εξακολουθώ να αγαπώ μέχρι το τέλος της ζωής μου». Ενώ αναφερόμενος στην αποχώρησή του ανέφερε ιδιαίτερα φορτισμένος «Έχω την συνείδησή μου ήσυχη γιατί δεν αποχωρώ αμαχητί».

Με συγκίνηση ο κ. Σακελλαρίου, αναφέρθηκε στον ελληνικό λαό σημειώνοντας: Τη στιγμή, όμως, αυτή, η σκέψις μου στρέφεται στους απλούς πολίτες, που είναι τα θύματα των μνημονίων και της κλιμακούμενης επικυριαρχίας του οικονομικού παράγοντος επί του θεσμικού, οι αντοχές των οποίων συνεχώς δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα, που λαμβάνονται με την επίκληση του λεγομένου δημοσιονομικού συμφέροντος και που συνεπάγονται υπέρογκες γι' αυτούς επιβαρύνσεις, λόγω του σωρευτικού τους χαρακτήρος.

«Οι αντοχές δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα Ήδη από την εποχή του πρώτου μνημονίου συνάδελφοί μου είχαμε επισημάνει τη μη συμβατότητα του μνημονίου με το Σύνταγμα. Τα χρόνια που ακολούθησαν οι αντοχές όλων μας δοκιμάστηκαν από τα νεότερα μνημόνια που επέβαλαν την λήψη και νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων. Οι καταστάσεις αυτές οδήγησαν το δικαστήριο στην έκδοση σειράς αποφάσεων σχετικά με τη μη περαιτέρω μείωση των συντάξεων» ανέφερε.  

Τόνισε ακόμη «ότι υπάρχουν ακόμη δικαστές που θα συνεχίσουν να δίνουν τη μάχη».

«Όλοι πρέπει να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμαστε την Δικαιοσύνη» κατέληξε.  

Σημειώνεται ότι την παραίτηση του κ. Σακελλαρίου έκανε δεκτή ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής.

 

Αναλυτικά η δήλωση:

Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα μετά την πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του Δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα και την εύλογη αναταραχή που προκάλεσε σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.

Η αδιανόητη όσο και απαράδεκτη αυτή παραβίαση του δικαστικού απορρήτου, την οποία αντικειμενικά αδυνατώ να ελέγξω, επέφερε καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία και στο κύρος του θεσμού του Συμβουλίου της Επικρατείας και δεν μου επιτρέπει, πλέον, να εξακολουθήσω να ασκώ τα δικαστικά μου καθήκοντα με τη δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα.

Η σημερινή απόφασίς μου -έστω και αν απέχει λίγες μόνον ημέρες από την υποχρεωτική αποχώρησή μου από την υπηρεσία- δεν παύει -όσο επιβεβλημένη και αν είναι- να αποτελεί μία πολύ επώδυνη απόφαση, για μένα που διανύω το 42ο έτος της δικαστικής μου σταδιοδρομίας, έχοντας αφιερώσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου στην υπηρεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, έναν θεσμό τον οποίο αγαπώ και θα συνεχίσω να αγαπώ μέχρι το τέλος της ζωής μου.

Έχω τη συνείδησή μου ήσυχη, διότι δεν αποχωρώ αμαχητί, αφού όλα αυτά τα χρόνια αγωνίσθηκα, με τη βοήθεια του Θεού, τον αγώνα τον καλό.

Τη στιγμή, όμως, αυτή, η σκέψις μου στρέφεται στους απλούς πολίτες, που είναι τα θύματα των μνημονίων και της κλιμακούμενης επικυριαρχίας του οικονομικού παράγοντος επί του θεσμικού, οι αντοχές των οποίων συνεχώς δοκιμάζονται από τα αλλεπάλληλα οικονομικά μέτρα, που λαμβάνονται με την επίκληση του λεγομένου δημοσιονομικού συμφέροντος και που συνεπάγονται υπέρογκες γι' αυτούς επιβαρύνσεις, λόγω του σωρευτικού τους χαρακτήρος.

Ήδη, από την εποχή του πρώτου μνημονίου, ορισμένοι συνάδελφοί μου μεταξύ των οποίων και εγώ είχαμε, με τις μειοψηφίες μας, επισημάνει τη μη συμβατότητα των ρυθμίσεων του μνημονίου με το Σύνταγμα και είχαμε εγκαίρως, προειδοποιήσει, χωρίς δυστυχώς να εισακουστούμε, για την επερχόμενη πλήρη επικυριαρχία του οικονομικού επί του θεσμικού, που επηρέασε, καίρια, το σύνολο σχεδόν της κρατικής δράσεως και σηματοδότησε τη συνακόλουθη υποχώρηση του Κράτους Δικαίου και του Κοινωνικού Κράτους.

Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι αντοχές όλων μας δοκιμάσθηκαν ακόμη περισσότερο από τα νεότερα μνημόνια που επέβαλαν τη λήψη και νέων επώδυνων οικονομικών μέτρων, που συνοδεύθηκαν από τις συνεχείς μειώσεις μισθών και συντάξεων.

Οι καταστάσεις αυτές οδήγησαν το Δικαστήριο στην έκδοση σειράς αποφάσεων της Ολομελείας του σχετικά με τη μη περαιτέρω μείωση των συντάξεων και τη θεσμική θωράκιση των προσώπων, που είναι επιφορτισμένα με βασικές αποστολές του κράτους, όπως η εθνική άμυνα, η ασφάλεια, η υγεία, η παιδεία και η δικαιοσύνη.

Φρονούμε ότι τα δικαστικά αυτά προηγούμενα και οι εγγυήσεις που ετέθησαν με αυτά, δεν μπορούν, χωρίς να παραβιάζεται το Σύνταγμα, να αγνοηθούν ούτε, πολύ περισσότερο, να παρακαμφθούν από τον νομοθέτη, με το πρόσχημα της καταρτίσεως ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος μέσω του επανυπολογισμού όλων των μέχρι σήμερα απονεμηθεισών συντάξεων -πράγμα που θέτει τους ήδη συνταξιούχους σε καθεστώς πλήρους ανασφαλείας, κατά παράβαση της αρχής της εμπιστοσύνης- και μέσω της εισαγωγής, σε συνάρτηση, πάντοτε, με τον επανυπολογισμό, ενός νέου τρόπου υπολογισμού των εφεξής απονεμομένων συντάξεων, μέτρα που οδηγούν, με μαθηματική ακρίβεια, σε περαιτέρω μείωση του ύψους των συντάξεων, το οποίο, όμως, έχει ήδη διαμορφωθεί, μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές τους, σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο.

Σε αντίθετη περίπτωση, εκτιμούμε, ότι είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος περαιτέρω μειώσεως του ύψους των απονεμομένων συντάξεων, με τελικό αποτέλεσμα την πλήρη εξαθλίωση όλων των συνταξιούχων.

Αναμφιβόλως, ευρισκόμεθα προ μιας πολύ δυσχερούς καταστάσεως, η οποία, όμως, ευελπιστούμε ότι θα αντιμετωπισθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, για μία ακόμη φορά, από την ανεξάρτητο ελληνική Δικαιοσύνη, στην οποία μετακυλίεται, παγίως, από την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η επίλυσις των πιο σημαντικών προβλημάτων της Χώρας.

Εκφράζουμε, τέλος, τη βεβαιότητα ότι «έχουν γνώσιν οι φύλακες» και ότι οι δικαστικοί λειτουργοί του Συμβουλίου της Επικρατείας θα αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ανταποκρινόμενοι στην ιστορική παράδοση του Σώματος.

Επομένως, πρέπει όλοι να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμεθα τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, τελούντες πάντοτε εν πλήρη επιγνώσει του γεγονότος ότι «Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας».

Τι έλεγε η απόφαση του ΣτΕ για τις περικοπές των συντάξεων του νόμου Κατρούγκαλου

Υπέρ του επανυπολογισμού και της περικοπής της προσωπικής διαφοράς τάχθηκε την Παρασκευή το ΣτΕ, σύμφωνα με ανακοίνωση της Ένωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους, πρόεδρος της οποίας είναι ο Αλέξης Μητρόπουλος.

Συγκεκριμένα, με οριακή πλειοψηφία (13 υπέρ-12 κατά) απερρίφθησαν οι προσφυγές που ζητούσαν να κηρυχθεί αντισυνταγματικός ο επανυπολογισμός και η περικοπή της προσωπικής διαφοράς.

Το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο (ΣτΕ Ολομέλεια), έπειτα από επανειλημμένες διασκέψεις και πολύωρη συζήτηση, απέρριψε τις προσφυγές των Συνδικαλιστικών Οργανώσεων των συνταξιούχων που ζητούσαν να κηρυχθεί αντισυνταγματικός ο επανυπολογισμός των συντάξεων και η περικοπή της προσωπικής διαφοράς στις καταβαλλόμενες συντάξεις τους που είχαν επιβληθεί με τον ν. 4387/2016 («Νόμος Κατρούγκαλου»).

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, με οριακή πλειοψηφία μίας (1) μόνο ψήφου (αφού 13 δικαστές ψήφισαν υπέρ της συνταγματικότητας των περικοπών και 12 δικαστές υπέρ της αντισυνταγματικότητάς τους) αλλάζει με την απόφασή του αυτή όλα τα δεδομένα αναφορικά με την προοπτική των περικοπών των συντάξεων όπως έχουν προνομοθετηθεί από τη σημερινή κυβέρνηση για να ισχύσουν από 1-1-2019.

Αυτό σημαίνει ότι οι περικοπές, που φτάνουν έως και 18% θα τεθούν σε εφαρμογή και χιλιάδες συνταξιούχοι θα δουν μεγάλες μειώσεις θα φτάνουν τα 350 ευρώ.