H επίδειξη πολιτικής αμεριμνησίας για την έγκαιρη ολοκλήρωση των προαπαιτουμένων, που κινδύνευσε να πάρει τη μορφή γενικευμένης ανυπακοής στο εσωτερικό της κυβέρνησης, δεδομένου ότι πολλοί υπουργοί έχουν αφήσει τα μολύβια κάτω και το μόνο μέλημά τους είναι η προετοιμασία της υποψηφιότητάς τους για τις εθνικές εκλογές, έχει σημάνει κόκκινο συναγερμό στο Μέγαρο Μαξίμου.

Ο Αλ. Τσίπρας εξαναγκάστηκε να θέσει σε καθεστώς «ατομικής» επιτήρησης τους «ασυνεπείς» υπουργούς, αναθέτοντας την πολιτική τους «επιστασία» στον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ, Δημήτρη Λιάκο, ο οποίος, πέραν των δύο επιστολών που έστειλε τον τελευταίο μήνα προς τους σ υ να δ έ λ φ ο υ ς του, ζητώντας τους να «τρέξουν» τις αναγκαίες υποχρεώσεις τους για την άμεση ολοκλήρωση των προαπαιτουμένων, σε αρκετές περιπτώσεις «ανέλαβε» να τους «εγχειρίσει» και τα σχετικά «ραβασάκια», για να μην εμφανιστούν απροετοίμαστοι στις διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των θεσμών στο Χίλτον, που ολοκληρώνονται σήμερα.  

ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ

 Κατά κάποιον τρόπο, ο συγκεκριμένος υφυπουργός αναδεικνύεται σε «κεντρικό συντονιστή της διεκπεραίωσης του μνημονιακού έργου της κυβέρνησης» και συνάμα σε «άτυπο» εγγυητή της ομαλής διεξαγωγής των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς, ώστε να μην τιναχτεί στον αέρα ο πολιτικός και επικοινωνιακός σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου το προσεχές διάστημα.

Δηλαδή, να μην υπονομευτεί εκ των έσω το αφήγημα περί «καθαρής εξόδου» από τα Μνημόνια τον ερχόμενο Αύγουστο, επειδή συγκεκριμένοι υπουργοί, ορμώμενοι από την ανάγκη της ατομικής επιβίωσής τους και της αποφυγής του πολιτικού κόστους, επιδίδονται σε τακτικές «λούφας και παραλλαγής», παίζοντας κρυφτούλι με τις υποχρεώσεις που καλούνται να εκπληρώσουν στον τομέα ευθύνης τους.

Ανάμεσα στους αποδέκτες των τελευταίων επιστολών του για επιτάχυνση της ολοκλήρωσης των προαπαιτουμένων ήταν και ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, ο οποίος υποτίθεται ότι έχει την κεντρική ευθύνη προκειμένου να καθοδηγεί όλους τους υπολοίπους, αφού αυτός είναι ο θεσμικά υπεύθυνος για την εκπροσώπηση της κυβέρνησης στο Eurogroup, απ’ όπου «εγκρίνεται» η πρόοδος της επιτυχούς ολοκλήρωσης του προγράμματος.

Από εκεί και πέρα, στην πολιτική επιτήρηση του Μεγάρου Μαξίμου για την άμεση ολοκλήρωση των εκκρεμοτήτων της κυβέρνησης βρίσκονται οι υπουργοί Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Ολγα Γεροβασίλη, για τα ζητήματα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, η υπουργός Εργασίας, Εφη Αχτσιόγλου, για το θέμα της διαιτησίας και άλλες «ουρές» στα εργασιακά και την αναπροσαρμογή της συνταξιοδοτικής πολιτικής, ο υπουργός Υποδομών, Χρήστος Σπίρτζης, για το θέμα της «Εγνατίας» και τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος», ο υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης, για τη ΔΕΠΑ και όχι μόνο, η ηγεσία του υπουργείου Υγείας αναφορικά με την ανατιμολόγηση της φαρμακευτικής δαπάνης, το υπουργείο Ανάπτυξης του Γιάννη Δραγασάκη για σειρά μεταρρυθμίσεων που παραμένουν μετέωρες κ.ά.  

ΑΠΡΟΘΥΜΙΑ  

Η προβληματική εικόνα με τις καθυστερήσεις ως προς την απροθυμία των υπουργών να «κλείσουν άρον-άρον» τις δεσμεύσεις που τους αναλογούν και συνάμα να τις υπερασπιστούν δημοσίως οφείλεται πρωτίστως στην αγωνία τους να μην «εκτεθούν» στα μάτια της κοινής γνώμης ως «στυγνοί» υπηρέτες των εντολών της τρόικας.

Ή, στην καλύτερη περίπτωση, η «συμβολή» τους στην επίτευξη των μνημονιακών στόχων να μην τυγχάνει «κραυγαλέας» προβολής και, όταν αποκαλύπτεται, να παρουσιάζεται από τους ίδιους ως αποτέλεσμα μιας «αναπόφευκτης» επιλογής, που τους κάνει κιόλας να δακρύζουν ή να ισχυρίζονται πως δεν τους εκφράζει οτιδήποτε «νομοθετούν».

Τέτοιες περιπτώσεις, που δεν συνδέονται αναγκαστικά με την ολοκλήρωση των προαπαιτουμένων, έχουν καταγραφεί αλλεπάλληλες φορές την τελευταία τριετία, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά των υπουργών Χρήστου Σπίρτζη, που με βαριά καρδιά συναινούσε στην πώληση των αεροδρομίων, ή του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκου Παππά, που, ενώ είχε υπογράψει την τροπολογία για τη φορολόγηση των ηλεκτρονικών συσκευών, εν συνεχεία ζητούσε την επανεξέταση του μέτρου.  

Ιδιότυπη «ασυλία» για δύο  

Επάνω σε όλη αυτήν τη «σουρεαλιστική εικόνα» που παρουσιάζει γενικά η κυβέρνηση, αλλά και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, που καλείται κάθε φορά να «συναινεί» στις νομοθετικές επιταγές του Μεγάρου Μαξίμου, διαπιστώνεται και κάτι ακόμη που σχετίζεται με την προνομιακή αντιμετώπιση συγκεκριμένων προσώπων, που, ενώ διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξοντωτική πολιτική που εφαρμόζουν, εντούτοις τελούν υπό καθεστώς επικοινωνιακής ασυλίας και δεν βγαίνουν στη σέντρα, για να μην «τσαλακωθούν» εν όψει των εθνικών εκλογών.

Η περίπτωση της υπουργού Εργασίας, Ε. Αχτσιόγλου, είναι ίσως η πιο ενδιαφέρουσα από άποψη παροχής επικοινωνιακής ασυλίας, αφού για το ζήτημα της περικοπής των συντάξεων ή των εισφορών του ΕΦΚΑ, που οδήγησαν για πρώτη φορά στα ιστορικά χρονικά μέχρι και στην παραίτηση του προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Νίκου Σακελλαρίου, η ίδια βρέθηκε εκτός «κάδρου», αν και στελέχη της Λαϊκής Ενότητας κατήγγειλαν πως έκανε παρασκηνιακές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, αφού η όλη συζήτηση «προσωποποιήθηκε» στον προκάτοχό της, Γ. Κατρούγκαλο. Ο τελευταίος, δηλαδή, υφίσταται «εξατομικευμένη» κριτική, ενώ εδώ και περίπου δύο χρόνια δεν είναι υπουργός Εργασίας.

Επιπλέον, σε καθεστώς «ιδιότυπης» επικοινωνιακής φροντίδας, κυρίως από τους μηχανισμούς που έχει στήσει στο μέτωπο των ΜΜΕ η «Ενωτική Κίνηση», επιρροής της οικογένειας Παππά, βρίσκεται και η υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης, Ολγα Γεροβασίλη. Βέβαια, τη «μειωμένη» απόδοσή της, κυρίως στο ζήτημα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, φρόντισε να επισημάνει με «πονηρό» τρόπο προ ημερών ο πρόεδρος της Βουλής και πρώην υπουργός Εσωτερικών στην πρώτη περίοδο διακυβέρνησης της Αριστεράς, Νίκος Βούτσης, ο οποίος σε συνομιλία του με τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, πριν από μία εβδομάδα, ανέφερε με νόημα ότι «η Βουλή είναι ο πρώτος φορέας που ολοκλήρωσε την αξιολόγηση με επιτυχία».  

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, Σάββατο 19 Μαΐου 2018