Το Aρθρο 124 του Κανονισµού της Βουλής είναι ξεκάθαρο και ορίζει ότι η κυβέρνηση υπόκειται στον έλεγχο της Βουλής, χωρίς να έχει τη διακριτική ευχέρεια άρνησης. Η πραγµατικότητα, ωστόσο, έρχεται για µια ακόµα φορά να διαψεύσει τα γραπτά κείµενα και να επιβεβαιώσει την ουσιαστική άρνηση της κυβέρνησης να «λογοδοτεί» στη Βουλή. Σύµφωνα µε τα επίσηµα στατιστικά της Βουλής, που αποκαλύπτουν σήµερα τα «Π», µία στις δύο επίκαιρες ερωτήσεις που προγραµµατίζονται για να εισαχθούν στην Ολοµέλεια δεν θα απαντηθεί ποτέ, µε κύρια δικαιολογία το περίφηµο «κώλυµα υπουργού».

Το φαινόµενο της απαξίωσης του κοινοβουλευτικού ελέγχου από τα µέλη της κυβέρνησης δεν είναι τωρινό, ούτε εµφανίστηκε για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια. Η κατάσταση, ωστόσο, δείχνει να έχει βαλτώσει και να είναι ακόµα χειρότερη από την περίοδο που ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του για το χαµηλό ποσοστό των απαντήσεων. Ηταν Μάιος του 2016, όταν ο κ. Βούτσης κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου εξέφραζε τη δυσαρέσκειά του για την άρνηση των υπουργών να σεβαστούν τη διαδικασία του κοινοβουλευτικού ελέγχου.

Το ποσοστό των επίκαιρων ερωτήσεων που απαντώνταν τότε είχε φτάσει στο 56%. Τα πράγµατα σήµερα όµως είναι ακόµα χειρότερα, καθώς τα επίσηµα στατιστικά της Βουλής δείχνουν ότι την περίοδο 2/10/2017 - 13/7/2018, οπότε και ολοκληρώθηκαν οι εργασίες στην Ολοµέλεια, οι υπουργοί προσήλθαν να απαντήσουν σε µόλις 349 από τις 744 επίκαιρες ερωτήσεις, οι οποίες είχαν προγραµµατισθεί να συζητηθούν στην αίθουσα της Ο λοµέλειας. Το ποσοστό δεν ξεπέρασε ούτε το ψυχολογικό φράγµα του 50%, φτάνοντας µόλις στο 46%.

Ο λόγος για τον οποίο τα µέλη του Υπουργικού Συµβουλίου επιδεικνύουν τέτοιου είδους ασέβεια προς τον κοινοβουλευτικό έλεγχο παραµένει µυστήριο. Ο όρος ασέβεια δεν είναι υπερβολικός. Ποια άλλη λέξη µπορεί να χρησιµοποιηθεί, όταν διαπιστώνονται φαινόµενα µε υπουργούς να επικαλούνται φόρτο εργασίας για να µην απαντήσουν σε ερώτηση και την ίδια ώρα να περιφέρονται ασκόπως εντός του κτιρίου του Κοινοβουλίου; Φαντάζει παράδοξο, ωστόσο έχει καταγγελθεί ακόµα και αυτό.

Εµπειροι κοινοβουλευτικοί υποστηρίζουν ότι οι αιτίες είναι πολύ πιο απλές και θα πρέπει να αναζητηθούν στην απροθυµία των υπουργών να «λογοδοτήσουν», ιδιαίτερα στους βουλευτές της αντιπολίτευσης. ∆ύο χαρακτηριστικά παραδείγµατα -όλως συµπτωµατικώς, αµφότερα αφορούν στο υπουργείο Οικονοµικώναποκαλύπτουν µε γλαφυρό τρόπο το τι ακριβώς συµβαίνει. Το πρώτο αφορά στην ερώτηση του αντιπροέδρου της Νέας ∆ηµοκρατίας, Αδωνι Γεωργιάδη, σχετικά µε τη σύµβαση του Οργανισµού ∆ιαχείρισης ∆ηµόσιου Χρέους (Ο∆∆ΗΧ) µε την επενδυτική τράπεζα Rothschild, αλλά και τη συνάντηση που φέρεται να είχε ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, µε εκπροσώπους της τράπεζας. Η επίκαιρη ερώτηση κατατέθηκε στη Βουλή για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 2017.

Σχεδόν 19 µήνες αργότερα, το υπουργείο Οικονοµικών επιµένει πεισµατικά να µην απαντά στη συγκεκριµένη ερώτηση, µε τον βουλευτή να έχει επανέλθει στο ίδιο θέµα τουλάχιστον έξι φορές. Κάτι ανάλογο συνέβη και µε την ερώτηση του βουλευτή της ∆ηµοκρατικής Συµπαράταξης Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου για το Ελληνικό, µε µόνη διαφορά ότι σε αυτή την ερώτηση υπήρξε απάντηση ύστερα από 15 µήνες. Η πρώτη επίκαιρη κατατέθηκε τον Ιανουάριο του 2016. Επειτα από 12 επανακαταθέσεις της ίδιας επίκαιρης ερώτησης, ο υπουργός Οικονοµικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, εµφανίστηκε τελικά στη Βουλή τον Μάιο του 2017 για να απαντήσει στον κ. Κωνσταντινόπουλο ότι ακόµα δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραµµα!

Οι εξαιρέσεις

Στις φωτεινές εξαιρέσεις τρεις υπουργοί, οι οποίοι δείχνουν να τρέφονται από τη σύγκρουση µε τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Πρώτος και καλύτερος ο υφυπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Τάσος Πετρόπουλος, ο οποίος προσήλθε στη Βουλή για να απαντήσει και στις 18 επίκαιρες ερωτήσεις προς αυτόν. ∆εύτερος, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκος Παππάς, ο οποίος σχεδόν κάθε Παρασκευή έδινε ραντεβού στην Ολοµέλεια µε τη σκιώδη υπουργό της Ν∆, Αννα-Μισέλ Ασηµακοπούλου.

Ο κ. Παππάς απάντησε στο 88% των επίκαιρων ερωτήσεων -η πλειονότητα κατατέθηκε από την κ. Ασηµακοπούλου- και συγκεκριµένα στις 14 από τις 16. Πολύ κοντά και ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Ευάγγελος Αποστόλου, ο οποίος απάντησε στις 36 από τις 49 ερωτήσεις προς αυτόν.

Πρωταθλητής στις «κοπάνες» ο Καμμένος

Το κακό παράδειγµα δίνει το υπουργείο Εθνικής Αµυνας. Η πολιτική ηγεσία του, µε επικεφαλής τον υπουργό Πάνο Καµµένο, αναδείχθηκε πρωταθλήτρια της «κοινοβουλευτικής κοπάνας», απαντώντας µόλις στο 12% των επίκαιρων ερωτήσεων που κατατέθηκαν προς αυτό.

Σύµφωνα µε τα στατιστικά στοιχεία της Βουλής, από τις 26 επίκαιρες ερωτήσεις που προγραµµατίστηκαν να συζητηθούν και απευθύνονταν στο ΥΠΕΘΑ, συζητήθηκαν τελικά µόνον οι τρεις. Οσον αφορά µάλιστα στα πρόσωπα, από τις 13 επίκαιρες ερωτήσεις οι οποίες απευθύνονταν στον υπουργό, ο Πάνος Καµµένος εµφανίστηκε στη Βουλή για να απαντήσει µόλις στις δύο -ποσοστό 15%-, ενώ ο Φώτης Κουβέλης ακόµα δεν έχει απαντήσει σε καµία εκ των επτά επίκαιρων ερωτήσεων που έχουν υποβληθεί προς αυτόν.

Σε απόσταση αναπνοής από το υπουργείο Εθνικής Αµυνας βρίσκεται το υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο, παρά τα επίκαιρα θέµατα τα οποία διαχειριζόταν, επέλεξε να κρατήσει στο σκοτάδι τους βουλευτές που ζητούσαν πληροφορίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 23 επίκαιρες ερωτήσεις που απευθύνονταν στο υπουργείο Εξωτερικών και προγραµµατίστηκαν για να συζητηθούν στην Ολοµέλεια, η πολιτική ηγεσία του επέλεξε να απαντήσει µόλις σε έξι. Μάλιστα, ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς -σηµειώνεται πάντως ο µικρός απόλυτος αριθµός ερωτήσεων προς αυτόν-, απάντησε την τρέχουσα σύνοδο σε µόλις µία από τις 13 επίκαιρες ερωτήσεις που υποβλήθηκαν προς αυτόν, µε το ποσοστό να γράφει µόλις 8%.

Αν δεν υπήρχε η υφυπουργός Οικονοµικών, Αικατερίνη Παπανάτσιου, η οποία απαντά σε µεγάλο αριθµό επίκαιρων ερωτήσεων κάθε εβδοµάδα, το υπουργείο Οικονοµικών θα µπορούσε να είναι ακόµα και πρώτο. Με µόνιµη επωδό τον φόρτο εργασίας λόγω διαπραγµατεύσεων µε τους θεσµούς και τις απουσίες στο εξωτερικό, η Βουλή έκανε… µαύρα µάτια για να δει τον υπουργό Οικονοµικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο, και τον αναπληρωτή του, Γιώργο Χουλιαράκη.

Το συνολικό ποσοστό του υπουργείου σε συζήτηση προγραµµατισθεισών επίκαιρων ερωτήσεων φτάνει το 24%. Το απουσιολόγιο της Βουλής είναι γεµάτο από τα ονόµατα Τσακαλώτος και Χουλιαράκης, καθώς, εν αντιθέσει µε τα υπουργεία Εξωτερικών και Αµυνας, δέχεται καταιγισµό ερωτήσεων. Συγκεκριµένα, από τις 91 ερωτήσεις που κατατέθηκαν προς αυτό, συζητήθηκαν µόλις 22, µε το ποσοστό να φτάνει στο 24%. Ειδικά για τον κ. Τσακαλώτο, ο υπουργός απάντησε σε µόλις επτά από τις 38 επίκαιρες ερωτήσεις που κατατέθηκαν προς αυτόν, ενώ ο αναπληρωτής υπουργός, Γιώργος Χουλιαράκης, απάντησε σε µόλις δύο από τις 21 ερωτήσεις προς αυτόν.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 11/8/2018