Για «απίθανες υπαναχωρήσεις» στα εθνικά θέµατα, που διακυβεύουν τα εθνικά µας συµφέροντα, κατηγορεί την κυβέρνηση ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας ∆ηµοκρατίας, Κώστας Τσιάρας, o οποίος, µιλώντας στα «Π» αφήνει ανοιχτό το ενδεχόµενο να καταθέσει η αξιωµατική αντιπολίτευση µια νέα πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης το προσεχές διάστηµα.

Η Ν.∆. διακηρύττει ότι «δεν θα επιτρέψει τον κοινοβουλευτικό ευτελισµό» µε «τα έξι δεκανίκια του κ. Τσίπρα». Ποια κοινοβουλευτικά και πολιτικά «όπλα» θα χρησιµοποιήσετε για να το πράξετε αυτό;

Η Νέα ∆ηµοκρατία έχει στη φαρέτρα της όλα τα πολιτικά και κοινοβουλευτικά µέσα που της παρέχει το Σύνταγµα και ο Κανονισµός της Βουλής. Ολα τα όπλα µας είναι πάνω στο τραπέζι. Από κει και πέρα, αυτό που έχει σηµασία, στην τελευταία στροφή πριν από τις επικείµενες κάλπες, είναι να αναδείξουµε τις αντιφάσεις αυτής της κυβέρνησης, η οποία δεν διαθέτει, πλέον, την απαιτούµενη πλειοψηφία. Σε αυτό το θολό τοπίο, είναι προφανές πως η ανίσχυρη και ανήθικη συµµαχία των «δανεικών βουλευτών» που έχει συγκροτήσει στη βάση πολιτικών ανταλλαγµάτων ο κ. Τσίπρας, δεν διαθέτει την πολιτική νοµιµοποίηση να αναλάβει ουσιαστικές πρωτοβουλίες. Εκ των πραγµάτων, εποµένως, η πρωτοβουλία των κινήσεων περνά στη µειοψηφία και στην αξιωµατική αντιπολίτευση, η οποία είναι πια ο καταλύτης των πολιτικών εξελίξεων.

Την Τρίτη ξεκινά στην Ολοµέλεια της Βουλής η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγµατος. Θα συµπράξει η Ν.∆. στη διαδικασία, αν δεν συµφωνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην αναθεώρηση του άρθρου 16 και άλλων άρθρων που θεωρείτε κρίσιµα;

Η αναθεώρηση του άρθρου 16 θα µπορούσε να εξελιχθεί σε µια εµβληµατική µεταρρύθµιση του Καταστατικού Χάρτη της χώρας, στέλνοντας ένα καθαρό µήνυµα µε πολλαπλούς αποδέκτες. Ενα καθαρό µήνυµα πως η Ελλάδα έµαθε από τα λάθη που µας βύθισαν στην κρίση τα τελευταία χρόνια και πως το πολιτικό µας σύστηµα είναι έτοιµο να απαρνηθεί τον λαϊκισµό, κάνοντας τολµηρά βήµατα για τη µεταρρύθµιση του κράτους, την εξυγίανση των θεσµών και την ανόρθωση της οικονοµίας µας. ∆υστυχώς, η εµµονή αυτής της κυβέρνησης σε παρωχηµένες ιδεοληψίες στέλνει τα ακριβώς αντίθετα µηνύµατα. Εστω και την τελευταία στιγµή, εύχοµαι η κυβέρνηση να απαγκιστρωθεί από τις κοµµατικές της αγκυλώσεις και να τολµήσει. Να τολµήσει µια ευρεία αναθεώρηση, προκειµένου να µην εξελιχθεί αυτό το µεγάλο στοίχηµα της συνταγµατικής αναθεώρησης σε ακόµα µία χαµένη ευκαιρία. Γιατί µια ενδεχόµενη υπαναχώρηση σήµερα από τις γενναίες µεταρρυθµίσεις στο Σύνταγµα µεταθέτει την υλοποίηση των αναγκαίων αλλαγών για πολλά χρόνια αργότερα. ∆υστυχώς, η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να χάσει και άλλον χρόνο.

Εκτιµάτε ότι θα «αντέξει» η κυβέρνηση µέχρι τον Οκτώβριο; Σκέπτεται η Ν.∆. να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας ή αυτός ο σχεδιασµός έχει πλέον αποσυρθεί;

Η Νέα ∆ηµοκρατία δεν υπέκυψε στον πειρασµό του λαϊκισµού και δεν ξόδεψε τα κοινοβουλευτικά της εργαλεία µόνο και µόνο για να δηµιουργήσει εφήµερες εντυπώσεις. Με τη συνετή αντιπολιτευτική στάση του Κυριάκου Μητσοτάκη, έκανε οικονοµία στα κοινοβουλευτικά της µέσα και σήµερα έχει στη διάθεσή της όλα τα όπλα που θα επιτρέψουν στον πρόεδρο της Νέας ∆ηµοκρατίας να είναι ο ρυθµιστής των εξελίξεων. Είναι, εποµένως, στην κρίση του τόσο ο χρόνος όσο και ο τρόπος µε τον οποίον θα επιλέξει να δροµολογήσει τις πολιτικές εξελίξεις. Και αυτό ακριβώς θα πράξει.

Υπό ποιες προϋποθέσεις θα ψηφίσετε τη ρύθµιση που φηµολογείται ότι θα φέρει η κυβέρνηση για την ψήφο των Ελλήνων της ∆ιασποράς;

Η Νέα ∆ηµοκρατία έχει ξεκαθαρίσει πως δεν θα ανεχτεί νόµους που αντιβαίνουν στο Σύνταγµα και παραβιάζουν την αρχή της ισότητας της ψήφου, δηµιουργώντας µια στρεβλή αντιπροσώπευση των πολιτών στο εθνικό Κοινοβούλιο. Αντί, λοιπόν, η κυβέρνηση να παίζει µικροκοµµατικά παιχνίδια µε την ψήφο των οµογενών, ας κάνει το πλέον πρόσφορο: ας φέρει προς ψήφιση την πρόταση νόµου που έχει καταθέσει η Νέα ∆ηµοκρατία για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού, που εδώ και τρία χρόνια αραχνιάζει στο συρτάρι του προέδρου της Βουλής. Αυτή θα ήταν µια καθαρή λύση. Ολα τα άλλα είναι προφάσεις εν αµαρτίαις του κ. Σκουρλέτη.

Βλέπετε πρόοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις µετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Αγκυρα;

Η επίσκεψη του κ. Τσίπρα στην Τουρκία αποδεικνύει πως η εξωτερική πολιτική δεν είναι το «ατού» του πρωθυπουργού. Αντίθετα, έδειξε πως υπάρχει µια ελλιπής προετοιµασία αυτών των διµερών επαφών, ειδικά µε την Τουρκία, που δηµιουργεί τελικά περισσότερα προβλήµατα από εκείνα που επιχειρεί να επιλύσει. Το είχαµε επισηµάνει κατά την περσινή επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα, η οποία οδήγησε σταδιακά σε µια επικίνδυνη κλιµάκωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Αποδείχτηκε ξανά, πριν από λίγες ηµέρες, στην Κωνσταντινούπολη, µε τον κ. Τσίπρα να ακούει µάλλον µε αµηχανία τον Τούρκο πρόεδρο να ανοίγει τη βεντάλια των θέσεων της γείτονος. Λυπάµαι που το λέω, αλλά, δυστυχώς, στη διάρκεια της θητείας αυτής της κυβέρνησης η Ελλάδα έχει απολέσει σηµαντικές κατακτήσεις δεκαετιών και έχει προβεί σε απίθανες υπαναχωρήσεις από τις εθνικές κόκκινες γραµµές, διακυβεύοντας τα εθνικά µας συµφέροντα.

∆υστυχώς, η εξωτερική πολιτική των «κλειστών µετώπων» και της «κόκκινης γραβάτας», που προώθησε ο κ. Τσίπρας, έχει ανοίξει ουσιαστικά όλα τα ευαίσθητα ζητήµατα της εξωτερικής µας πολιτικής. Από τις σχέσεις µε την Αλβανία, τα ανοιχτά ζητήµατα µε το Κυπριακό και τις εύθραυστες διεθνείς ισορροπίες στην αποκλειστική οικονοµική της ζώνη, µέχρι τις περίπλοκες ελληνοτουρκικές σ χ έ σ ε ι ς . Αποκορύφωµα, βέβαια, αυτής της ανεύθυνης πολιτικής του κ. Τσίπρα, το κερασάκι στην τούρτα της ελαφρότητας µε την οποία χειρίζεται τα θέµατα της εξωτερικής πολιτικής ο πρωθυπουργός, υπήρξε η επιβλαβής για τα εθνικά µας συµφέροντα Συµφωνία των Πρεσπών.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 9/2/2019