Διπλά κερδισμένη βγαίνει η Νέα Δημοκρατία από τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης, καθώς, από τη μια πλευρά, «έκαψε» ουσιαστικά το σενάριο περί «δεξιάς παρένθεσης» με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 και, από την άλλη, μπορεί πλέον να προσδώσει στις επερχόμενες εθνικές εκλογές χαρακτήρα άτυπου δημοψηφίσματος για το περιεχόμενο της αναθεώρησης του Συντάγματος. Είναι εμφανές ότι η κυβέρνηση ήθελε εξαρχής να αξιοποιήσει την κορυφαία αυτή διαδικασία ως πολιτικό εργαλείο και ως μέσο για να αποκομίσει μικροκομματικά οφέλη. Εξάλλου, ήδη από το βράδυ της 31ης Δεκεμβρίου 2016, όταν ο Αλέξης Τσίπρας απηύθυνε τηλεοπτικό μήνυμα στον λαό ενόψει της νέας χρονιάς, έλεγε μεταξύ άλλων: «Μέσα στο 2017 θα ολοκληρώσουμε τον διάλογο και θα φέρουμε προς ψήφιση στη Βουλή τις προτάσεις για τη μεγάλη αναθεώρηση του Συντάγματος. Με στόχο τη διεύρυνση και εμβάθυνση της Δημοκρατίας. Αλλά και την ενίσχυση της λαϊκής συμμετοχής».

Αυτή η εξαγγελία είχε γίνει ενόψει ενδεχόμενης προσφυγής στις κάλπες λόγω αδυναμίας της κυβέρνησης να κλείσει την τρίτη αξιολόγηση. Η αξιολόγηση έκλεισε, η δέσμευση Τσίπρα για αναθεώρηση του Συντάγματος μέσα στο 2017 πήγε περίπατο και επανήλθε το 2019, με προφανή και πάλι εκλογική σκοπιμότητα. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ήθελε να έχει στο τραπέζι την επιλογή των πρόωρων καλπών λόγω πιθανής μη εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 (ό,τι έκανε και το 2015, δηλαδή), αιφνιδιάστηκε από την απόφαση της Ν.Δ. να ψηφίσει τη δική του πρόταση για την αναθεώρηση του Αρθρου 32, ώστε να αποσυνδεθεί η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη διάλυση της Βουλής.

Οπως φάνηκε από τις δηλώσεις του Γιώργου Κατρούγκαλου την Τρίτη το απόγευμα, για να αποφύγουν τον σκόπελο αυτόν στο Μαξίμου, σκέφτηκαν να βάλουν βουλευτές τους να απέχουν από την ψηφοφορία για το άρθρο αυτό, ώστε να μην πάρει 180 ψήφους! Μπροστά στην κατακραυγή, ο σχεδιασμός αυτός άλλαξε την ίδια ημέρα και έτσι το Αρθρο 32 είναι πλέον στα αναθεωρητέα. Επομένως, στην επόμενη Βουλή η Ν.Δ. με 151 ψήφους θα μπορεί να το αλλάξει και να οδηγήσει έτσι το Κοινοβούλιο σε εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας στις αρχές του 2020 (ή ακόμα και στα τέλη του 2019), χωρίς να υπάρχει πια το ενδεχόμενο διάλυσης της Βουλής και αναγκαστικής προκήρυξης πρόωρων εκλογών.

Αν, ωστόσο, η κυβέρνηση της Ν.Δ. αλλάξει το περιεχόμενο του Αρθρου 32 σε σχέση με αυτό που πρότεινε η παρούσα Βουλή, υπάρχει το σενάριο της προσφυγής τότε του ΣΥΡΙΖΑ στη Δικαιοσύνη για αντισυνταγματικότητα της διαδικασίας. Το ενδεχόμενο αυτό δεν προβληματίζει τη Ν.Δ., καθώς, όπως τονίζει συνεργάτης του κ. Μητσοτάκη, «το Κοινοβούλιο αποφασίζει κυρίαρχα», ενώ, μάλιστα, υπενθυμίζει ότι όλοι οι συνταγματολόγοι που έχουν πάρει θέση συμφωνούν με την άποψη της Ν.Δ. ότι η επόμενη Βουλή μπορεί να αποφασίσει ελεύθερα για το περιεχόμενο κάθε αναθεωρητέας διάταξης.

Αυτό ακριβώς, το πώς δηλαδή θα διαμορφωθεί κάθε συνταγματική διάταξη, και ιδίως το Αρθρο 32, θα είναι ένα από τα θέματα που θα βάλει στην ατζέντα της προεκλογικής περιόδου η Νέα Δημοκρατία, μετατρέποντας την κάλπη των εθνικών εκλογών σε άτυπο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα. Ετσι, το κορυφαίο θέμα του πώς εκλέγεται ο -τυπικά- αρχηγός του ελληνικού κράτους θα περάσει από τον λαό, που θα αποφασίσει και γι’ αυτό μέσα από τις εκλογές.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 16/2/2019