Προεκλογικός και διχαστικός Τσίπρας ενώπιον ΣΥΡΙΖΑ
Μέχρι και τον Πινοτσέτ θυμήθηκε, ενώ επανήλθε στο κάλεσμα προς την κεντροαριστερά.
Με αναφορά στην έξοδο της Ελλάδας από τα μνημόνια κάνοντας λόγο για την αφετηρία μίας «νέας εποχής» ξεκίνησε την ομιλία του ο Αλέξης Τσίπρας στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, πραγματοποιώντας σφοδρή επίθεση στην αντιπολίτευση και συντηρώντας το δίλημμα «εμείς ή αυτοί».
H συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ υπό την προεδρία του πρωθυπουργού είχε θέμα την προετοιμασία για τις Ευρωεκλογές.
Ο κ. Τσίπρας επιτέθηκε προσωπικά στον Κ. Μητσοτάκη, επαναλαμβάνοντας για ακόμα μία φορά ότι το δικό του πρόγραμμα είναι «οι αντικοινωνικές προτάσεις του ΔΝΤ για το ασφαλιστικό, την υγεία και την παιδεία», υποστηρίζοντας ότι εάν κερδίσει η ΝΔ ο λαός θα χάσει όλες τις παροχές, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ο κ. Μητσοτάκης έχει το δικό του μνημόνιο. Ελληνικής εμπνεύσεως αυτή τη φορά, αλλά ίσως πιο ωμό, πιο ακραίο, πιο ισοπεδωτικό από όλα τ’ άλλα».
Ο κ. Τσίπρας κατηγόρησε τον Κ. Μητσοτάκη ότι «έχει έτοιμο το ασφαλιστικό Πινοσέτ, για να ξηλώσει το δημόσιο συνταξιοδοτικό σύστημα. Έχει την εμμονή της ιδιωτικής ασφάλισης, την οποία επαναλαμβάνει διαρκώς ως δήθεν εκσυγχρονισμό του συστήματος, ενώ όλα τα διεθνή παραδείγματα κατάρρευσης τέτοιων συστημάτων τα αποκρύπτει επιμελώς. Προπαγανδίζει απολύσεις στο δημόσιο τομέα, αφού τα στελέχη του δηλώνουν ευθαρσώς ότι θα διώξουν όσους προσελήφθησαν με ΑΣΕΠ στα χρόνια της δικής μας διακυβέρνησης σε τομείς κρίσιμους όπως στη παιδεία και στην υγεία. Και ταυτόχρονα διατυμπανίζει την ακύρωση κάθε πρόσληψης, αφού επίμονα αρνείται το 1 προς 1 που πετύχαμε εμείς και προπαγανδίζει την επιστροφή στο 1 προς 5».
Κατηγόρησε τον Κ. Μητσοτάκη, ότι κοροϊδεύει και ψηφοθηρεί, καταγγέλλοντας τον ότι όταν ήταν κυβέρνηση, τσάκισε τη μεσαία τάξη σε φόρους και εισφορές, χωρίς καν αποτέλεσμα.
Υποστήριξε ότι οι Έλληνες γνωρίζουν καλά ότι αν κάποια κυβέρνηση είχε οφέλη στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές για τους πολλούς, αυτή είναι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και πρόσθεσε ότι ο λαός καταλαβαίνει επίσης ότι αν θα υπάρξει μια κυβέρνηση που θα φέρει μεσα από τη συνέπεια και την αποτελεσματικότητα της, στο εγγύς μέλλον καλύτερα πλεονάσματα, αυτή πάλι θα είναι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία όπως υποστήριξε θα διαπραγματευτεί και πάλι προς όφελος των πολλών και όχι προς όφελος της ελιτ και της ολιγαρχίας.
«Με τη ΝΔ έχουμε δύο απολύτως ανταγωνιστικά αντιπαραθετικά πολιτικά σχέδια», συνέχισε ο Α. Τσίπρας λέγοντας ότι αυτά «βρίσκονται ενώπιον του ελληνικού λαού. Διότι έχει ζήσει ο ελληνικός λαός τη τετραετία 10-14. Και τα αποτελέσματα της. Και τη τετραετία 15-19. Και τα αποτελέσματά της. Και αυτή είναι προφανώς μια πραγματικότητα η οποία διαπερνά το σύνολο του πολιτικού συστήματος. Δεν υπάρχουν πια μεσοβέζικες επιλογές», για να υπογραμμίσει ότι «ο καθένας επιλέγει πλευρά».
Αναφερόμενος στη Συμφωνία των Πρεσπών, ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι: Αν η έξοδος από τα μνημόνια ήταν αντικειμενικά, η αφετηρία στη διαμόρφωση της νέας πολιτικής πραγματικότητας, η Συμφωνία των Πρεσπών είναι το ορόσημο για την αποκρυστάλλωση της. Η Συμφωνία των Πρεσπών διαπέρασε οριζόντια όλα τα κόμματα. Ως ένα ζήτημα βαθιά ταυτοτικό για κάθε χώρο, ανέδειξε μια σαφέστατη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον προοδευτικό πολιτικό κόσμο και στο πολιτικό προσωπικό της πιο βαθιάς συντήρησης και της αδράνειας. Για το λόγο αυτό, οι πολιτικές μετατοπίσεις είναι απολύτως συνειδητές».
Συνεχίζοντας την επίθεση στον Κ. Μητσοτάκη, ο Α. Τσίπρας τον κατηγόρησε για μετατόπιση της ΝΔ προς την ακροδεξιά, καθώς όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι με αυτό τον τρόπο θεωρεί ότι «θα διεμβολίσει συντηρητικά ακροατήρια», για να προσθέσει: «όμως, όταν έχεις νομιμοποιήσει απολύτως τη ρητορική και τις πρακτικές των αυθεντικών εκπροσώπων της ακροδεξιάς, είναι αυταπάτη να πιστεύεις ότι ο κόσμος που επιλέγεις να απευθυνθείς με αυτούς τους όρους, δεν θα επιλέξει την πιο καθαρή, την πιο original έκφανση αυτής της πολιτικής αντίληψης».
«Το 2019 θα είναι η χρονιά που η Ελλάδα θα ξεμπερδέψει με το κακό της παρελθόν, που η Ελλάδα των λίγων θα πάρει τη θέση της στο περιθώριο» κατέληξε ο Α. Τσίπρας.