Η Μαίρη Ραζή στα parapolitika.gr για την «Μέση Διάρκεια ζωής των πλυντηρίων»
Η ηθοποιός Μαίρη Ραζή παρουσιάζει στο θέατρο «Πρόβα», ένα έργο από την Ρουμανία. Μιλάει για τα βραβεία της, αλλά και την συμμετοχή της στο «Καφέ της Χαράς».
Η «Μέση Διάρκεια ζωής των πλυντηρίων» είναι η ιστορία μιας τριμελούς οικογένειας που ζει στην επαρχία. Με το κλείσιμο ενός μεγάλου εργοστασίου της πόλης τους, λόγω οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας. Μεταξύ των ανέργων που παρέμειναν στην πόλη και δεν μετανάστευσαν στο εξωτερικό, είναι και αυτή η οικογένεια.
Ο πατέρας ο Τζίκο είναι άνεργος δύο χρόνια και βρίσκει τον τελευταίο μήνα μια ευκαιριακή δουλειά, ράβει μάτια σε λούτρινα αρκουδάκια στο σπίτι του κρυφά από την γυναίκα του. Με τα λεφτά που βγάζει θα πάει στην συναυλία της Μαντόνα γιατί είναι ερωτοχτυπημένος μαζί της.
Η μητέρα βρίσκει δουλειά σε μια επιχείρηση που φτιάχνει φέρετρα για χάμστερ. Τον υπόλοιπο χρόνο της τον περνάει μπροστά στην τηλεόραση, εθισμένη στις τηλεαγορές ψωνίζει διάφορες αηδίες. Κουκουβάγιες από την Κίνα που φέρνουν γούρι. Το μαγικό δάσος που θα αλλάξει την τύχη της οικογένειας, και άλλα άχρηστα πράγματα για να ξεφύγει από την πραγματικότητα.
Και η κόρη δουλεύει ως υπάλληλος αλλά είναι εγκλωβισμένη σε έναν παράνομο δεσμό με τον παντρεμένο γείτονα. Καθένας κάνει τα δικά του όνειρα. Ζουν τη δική τους τρέλα, τη δική τους φαντασίωση. Τι είναι όμως αυτό που θα τους αλλάξει τη ζωή;
Κ. Ραζή, φέτος επιλέξατε να ανεβάσετε μια κωμωδία, άγνωστης και πολύ νέας συγγραφέως, από τη γείτονα Ρουμανία. Βρήκατε ομοιότητες με την ελληνική πραγματικότητα; Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πείτε , ναι αυτό το έργο επιλέγω για το θέατρο ΠΡΟΒΑ..
Η σχέση μου με τα Βαλκάνια είναι σπουδαία, νομίζω ότι η αληθινή γεωγραφία των Βαλκανίων είναι οι καλλιτεχνικοί τους δρόμοι έχουν κοινή διαδρομή. Τα Βαλκάνια είναι μια μεγάλη οικογένεια κι έχουν κοινούς τρόπους έκφρασης, ήθη και έθιμα. Δεν είναι η πρώτη φορά που ανεβάζω ρουμάνικο έργο. Το 1995-1996 ανέβασα στο θέατρο της οδού Ερμού ανέβασα το έργο «Έρωτας και Τιμωρία» του Ιόν Λούκα Καρατζιάλε. Έχω παίξει πολλές φορές στο Βουκουρέστι και στη Μπραΐλα.
Με την Δραματική Σχολή "Η ΠΡΟΒΑ" την οποία διευθύνω συμμετείχαμε τρεις φορές στο Φεστιβάλ Δραματικών Σχολών όπου βραβευτήκαμε με πέντε βραβεία.
Μεγάλη τιμή για μένα, για το 2019, αποτελεί το γεγονός της βράβευσης μου ως Εξαίρετης Θεατρικής Ερμηνείας Τετραπλού Ρόλου από το 3οΔιεθνές Φεστιβάλ Διαβαλκανικού Θεάτρου. Όταν ο Βαγγέλης Δουκουτσέλης πρότεινε το έργο της Ελίζε Βιλκ, σε δύο μέρες του είπα ότι θέλω να το παίξω. Ενθουσιάστηκα. Η Ελίζε Βιλκ έχει μια γραφή σύγχρονη, που ανήκει στις νέες τάσεις του ευρωπαϊκού θεάτρου. Το έργο παρουσιάζει τη ζωή μιας σύγχρονης οικογένειας. Με προκάλεσε η αποκρυπτογράφηση των σχέσεων τους. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, οι άνθρωποι αυτοί, παλεύουν με την ανεργία και πολλά άλλα προβλήματα. Ο καθένας ζει στον κόσμο του, με τα όνειρα και τα αδιέξοδα του. Αλλά, η δύναμη της φαντασίας είναι μοναδική. Μέσα από αυτήν, οι τρεις ήρωες προσπαθούν να αλλάξουν το πεπρωμένο τους, με έναν τρόπο που το κωμικό εναλλάσσεται με το τραγικό.
Οπότε καταλαβαίνετε ότι ήταν αναπόφευκτο να μην ανεβάσω ένα ακόμα ρουμάνικο έργο. Οι ομοιότητες με την ελληνική πραγματικότητα είναι πολλές γιατί κρίση οικονομική έχουμε κι εμείς όπως και οι ρουμάνοι. Καταλαβαίνετε λοιπόν όταν οι γείτονες μας υποφέρουν δεν μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι εμείς, επηρεαζόμαστε. Και ‘η μέση διάρκεια ζωής των πλυντηρίων’ μιλάει για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με έναν πρωτότυπο τρόπο, που γελάς πολύ αλλά μπορεί να αισθανθείς άβολα γιατί δεν ξέρεις μερικές στιγμές τι να κάνεις, να γελάσεις ή να κλάψεις.
Πείτε μας λίγο για την υπόθεση της Μέσης διάρκειας ζωής των πλυντηρίων;
Όταν ο Βαγγέλης Δουκουτσέλης μας έφερε τη μετάφραση του έργου ενώ την συγκεκριμένη περίοδο διαβάζαμε πολλά κείμενα επιλέξαμε μαζί με τον Σωτήρη Τσόγκα τη ¨Μέση Διάρκεια¨ γιατί το βρήκαμε πολύ φρέσκο, πολύ πρωτότυπο πολύ «ελληνικό». Η υπόθεση του έργου είναι η ιστορία μιας τριμελούς οικογένειας . Η «Μέση Διάρκεια ζωής των πλυντηρίων» είναι η ιστορία μιας τριμελούς οικογένειας που ζει στην επαρχία. Με το κλείσιμο ενός μεγάλου εργοστασίου της πόλης τους, λόγω οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας. Μεταξύ των ανέργων που παρέμειναν στην πόλη και δεν μετανάστευσαν στο εξωτερικό, είναι και αυτή η οικογένεια.
Ο πατέρας ο Τζίκο είναι άνεργος δύο χρόνια και βρίσκει τον τελευταίο μήνα μια ευκαιριακή δουλειά, ράβει μάτια σε λούτρινα αρκουδάκια στο σπίτι του κρυφά από την γυναίκα του. Με τα λεφτά που βγάζει θα πάει στην συναυλία της Μαντόνα γιατί είναι ερωτοχτυπημένος μαζί της.Η μητέρα βρίσκει δουλειά σε μια επιχείρηση που φτιάχνει φέρετρα για χάμστερ. Τον υπόλοιπο χρόνο της τον περνάει μπροστά στην τηλεόραση, εθισμένη στις τηλεαγορές ψωνίζει διάφορες αηδίες. Κουκουβάγιες από την Κίνα που φέρνουν γούρι. Το μαγικό δάσος που θα αλλάξει την τύχη της οικογένειας, και άλλα άχρηστα πράγματα για να ξεφύγει από την πραγματικότητα.
Πόσα χρόνια διευθύνετε το θέατρο Πρόβα; Πως είναι ο φετινός θεατρικός χειμώνας σε σχέση με άλλους χειμώνες της οικονομικής κρίσης;
Διευθύνω το Θέατρο Πρόβα από το 1984. Ο φετινός χειμώνας νομίζω ότι είναι από τους χειρότερους που έχω βιώσει. Οι αιτίες είναι πολλές κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές, πολλά τα θέατρα, δεν ξέρουν που να πρωτοπάνε, δεν έχουν και οικονομική άνεση, βλέπουν και περισσότερο τηλεόραση είναι και ο καλοκαιρινός καιρός. Πάντως το ελληνικό κοινό είναι θεατρόφιλο και παρακολουθεί θέατρο έχει κριτήριο και χαίρομαι που είναι πιστό στο Θέατρο Πρόβα και γι’αυτόν τον λόγο το ευχαριστώ που μας στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια.
Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει μια παράσταση να διαφέρει από τις υπόλοιπες 300 - 400 , όσες έχει Αθήνα, φέτος;
Το θέατρο Πρόβα έχει διαμορφώσει το δικό του καλλιτεχνικό στίγμα, το δικό του κοινό. Έχουμε στο ενεργητικό μας 80 παραγωγές. Όλα τα χρόνια παρουσιάζουμε έργα στην κεντρική σκηνή στην δεύτερη σκηνή και στην παιδική σκηνή έργα άπαιχτα μακριά από ταμειακές επιταγές, αρκεί να μας εκφράζουν καλλιτεχνικά. Έχουμε μεγάλη αγάπη, πίστη και επιμονή σ’αυτό που κάνουμε.
Ο κόσμος που μας παρακολουθεί το αισθάνεται και μας ανταμείβει με την παρουσία του. Επιλέγουμε πάντα για το καλύτερο θεατρικό μέλλον και μας ενδιαφέρει το πώς θα ανταποκριθεί ο καθένας. Νομίζω ότι αυτή η αμφίδρομη ενέργεια είναι που κάνει την παράσταση να διαφέρει από τις υπόλοιπες και να αντέχει ακόμα και κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Παράλληλα σας βλέπουμε και σε μια τηλεοπτική σειρά, το «Καφέ της Χαράς» που έκανε θραύση τα προηγούμενα χρόνια. Γιατί κάνετε τηλεόραση;
Αγαπώ πολύ την τηλεόραση. Γι΄αυτό κάνω τηλεόραση. Μ΄αρέσει η καλή τηλεόραση. Με την κρίση, δεν γίνονταν σήριαλ, γι΄αυτό έχω αρκετά χρόνια – γύρω στα επτά – να παίξω στην τηλεόραση. Χαίρομαι πολύ που συμμετέχω στο «Καφέ της Χαράς». Εισπράττω μεγάλη αγάπη και σεβασμό από το κοινό κι αυτό είναι το μεγάλο δώρο των θεατών σε μένα και παίρνω δύναμη.
Τι λέτε στα νέα παιδιά που ξεκινούν το επάγγελμα του ηθοποιού;
Τους λέω να μην προδώσουν ποτέ τα όνειρά τους, να παλέψουν να παλέψουν να τα πραγματοποιήσουν. Δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει να έχουν υπομονή και πίστη. Να διαβάζουν, να μελετούν για να εξελίσσονται σαν καλλιτέχνες. Να μη φοβούνται την αναεργία. Αν πιστέψουν στους στόχους τους, ίσως πετύχουν να μη μείνουν άνεργοι. Άλλωστε η ανεργία μαστίζει όλα τα επαγγέλματα. Προτιμώ ένα φτωχό, αλλά ευτυχισμένο παιδί.
Η κόρη σας Κοραλία Τσόγκα, επίσης έχει επιλέξει το θέατρο. Με κάποιον τρόπο είναι σαν να της έχετε δώσει τη σκυτάλη… Υπάρχει μια συμβουλή που της λέτε πάντα;
Τη μονάκριβη Κοραλία μου, τη συμβουλεύω να «παίζει» για να είναι ευτυχισμένη από το «παιχνίδι», γιατί νομίζω, από τη διαδρομή στο θέατρο, αυτό που αξίζει, είναι η χαρά της δημιουργίας. Οι επιλογές της να είναι μακριά από ταμειακές επιταγές και κοντά σε ψυχικές επιταγές.
Τι θα θέλατε να φέρει η νέα χρονιά στο θέατρο Πρόβα και εσάς προσωπικά;
Η νέα χρονιά να είναι ειρηνική για όλους μας. Το θέατρο Πρόβα να συνεχίσει την ιστορική του πορεία. Θέλω την αγάπη του κοινού και τη συμμετοχή του στις παραστάσεις μας μετά από 35 χρόνια και 82 έργα που παρουσιάστηκαν από τη σκηνή του. Εγώ προσωπικά, θα ήθελα να είμαι γερή, δυνατή, δραστήρια, υγιής. Να συνεχίσω να έχω όνειρα, στόχους, να δημιουργώ, να αγωνίζομαι για τα πιστεύω μου.
Δεν μ΄αρέσει το μαύρο χρώμα στη ζωή μου. Είμαι τόσο αισιόδοξη, που θέλω να ζω στο γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού, στο φως και στον ήλιο.
Ο πατέρας ο Τζίκο είναι άνεργος δύο χρόνια και βρίσκει τον τελευταίο μήνα μια ευκαιριακή δουλειά, ράβει μάτια σε λούτρινα αρκουδάκια στο σπίτι του κρυφά από την γυναίκα του. Με τα λεφτά που βγάζει θα πάει στην συναυλία της Μαντόνα γιατί είναι ερωτοχτυπημένος μαζί της.
Η μητέρα βρίσκει δουλειά σε μια επιχείρηση που φτιάχνει φέρετρα για χάμστερ. Τον υπόλοιπο χρόνο της τον περνάει μπροστά στην τηλεόραση, εθισμένη στις τηλεαγορές ψωνίζει διάφορες αηδίες. Κουκουβάγιες από την Κίνα που φέρνουν γούρι. Το μαγικό δάσος που θα αλλάξει την τύχη της οικογένειας, και άλλα άχρηστα πράγματα για να ξεφύγει από την πραγματικότητα.
Και η κόρη δουλεύει ως υπάλληλος αλλά είναι εγκλωβισμένη σε έναν παράνομο δεσμό με τον παντρεμένο γείτονα. Καθένας κάνει τα δικά του όνειρα. Ζουν τη δική τους τρέλα, τη δική τους φαντασίωση. Τι είναι όμως αυτό που θα τους αλλάξει τη ζωή;
Κ. Ραζή, φέτος επιλέξατε να ανεβάσετε μια κωμωδία, άγνωστης και πολύ νέας συγγραφέως, από τη γείτονα Ρουμανία. Βρήκατε ομοιότητες με την ελληνική πραγματικότητα; Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πείτε , ναι αυτό το έργο επιλέγω για το θέατρο ΠΡΟΒΑ..
Η σχέση μου με τα Βαλκάνια είναι σπουδαία, νομίζω ότι η αληθινή γεωγραφία των Βαλκανίων είναι οι καλλιτεχνικοί τους δρόμοι έχουν κοινή διαδρομή. Τα Βαλκάνια είναι μια μεγάλη οικογένεια κι έχουν κοινούς τρόπους έκφρασης, ήθη και έθιμα. Δεν είναι η πρώτη φορά που ανεβάζω ρουμάνικο έργο. Το 1995-1996 ανέβασα στο θέατρο της οδού Ερμού ανέβασα το έργο «Έρωτας και Τιμωρία» του Ιόν Λούκα Καρατζιάλε. Έχω παίξει πολλές φορές στο Βουκουρέστι και στη Μπραΐλα.
Με την Δραματική Σχολή "Η ΠΡΟΒΑ" την οποία διευθύνω συμμετείχαμε τρεις φορές στο Φεστιβάλ Δραματικών Σχολών όπου βραβευτήκαμε με πέντε βραβεία.
Μεγάλη τιμή για μένα, για το 2019, αποτελεί το γεγονός της βράβευσης μου ως Εξαίρετης Θεατρικής Ερμηνείας Τετραπλού Ρόλου από το 3οΔιεθνές Φεστιβάλ Διαβαλκανικού Θεάτρου. Όταν ο Βαγγέλης Δουκουτσέλης πρότεινε το έργο της Ελίζε Βιλκ, σε δύο μέρες του είπα ότι θέλω να το παίξω. Ενθουσιάστηκα. Η Ελίζε Βιλκ έχει μια γραφή σύγχρονη, που ανήκει στις νέες τάσεις του ευρωπαϊκού θεάτρου. Το έργο παρουσιάζει τη ζωή μιας σύγχρονης οικογένειας. Με προκάλεσε η αποκρυπτογράφηση των σχέσεων τους. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, οι άνθρωποι αυτοί, παλεύουν με την ανεργία και πολλά άλλα προβλήματα. Ο καθένας ζει στον κόσμο του, με τα όνειρα και τα αδιέξοδα του. Αλλά, η δύναμη της φαντασίας είναι μοναδική. Μέσα από αυτήν, οι τρεις ήρωες προσπαθούν να αλλάξουν το πεπρωμένο τους, με έναν τρόπο που το κωμικό εναλλάσσεται με το τραγικό.
Οπότε καταλαβαίνετε ότι ήταν αναπόφευκτο να μην ανεβάσω ένα ακόμα ρουμάνικο έργο. Οι ομοιότητες με την ελληνική πραγματικότητα είναι πολλές γιατί κρίση οικονομική έχουμε κι εμείς όπως και οι ρουμάνοι. Καταλαβαίνετε λοιπόν όταν οι γείτονες μας υποφέρουν δεν μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι εμείς, επηρεαζόμαστε. Και ‘η μέση διάρκεια ζωής των πλυντηρίων’ μιλάει για ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα με έναν πρωτότυπο τρόπο, που γελάς πολύ αλλά μπορεί να αισθανθείς άβολα γιατί δεν ξέρεις μερικές στιγμές τι να κάνεις, να γελάσεις ή να κλάψεις.
Πείτε μας λίγο για την υπόθεση της Μέσης διάρκειας ζωής των πλυντηρίων;
Όταν ο Βαγγέλης Δουκουτσέλης μας έφερε τη μετάφραση του έργου ενώ την συγκεκριμένη περίοδο διαβάζαμε πολλά κείμενα επιλέξαμε μαζί με τον Σωτήρη Τσόγκα τη ¨Μέση Διάρκεια¨ γιατί το βρήκαμε πολύ φρέσκο, πολύ πρωτότυπο πολύ «ελληνικό». Η υπόθεση του έργου είναι η ιστορία μιας τριμελούς οικογένειας . Η «Μέση Διάρκεια ζωής των πλυντηρίων» είναι η ιστορία μιας τριμελούς οικογένειας που ζει στην επαρχία. Με το κλείσιμο ενός μεγάλου εργοστασίου της πόλης τους, λόγω οικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκε ένα μεγάλο ποσοστό ανεργίας. Μεταξύ των ανέργων που παρέμειναν στην πόλη και δεν μετανάστευσαν στο εξωτερικό, είναι και αυτή η οικογένεια.
Ο πατέρας ο Τζίκο είναι άνεργος δύο χρόνια και βρίσκει τον τελευταίο μήνα μια ευκαιριακή δουλειά, ράβει μάτια σε λούτρινα αρκουδάκια στο σπίτι του κρυφά από την γυναίκα του. Με τα λεφτά που βγάζει θα πάει στην συναυλία της Μαντόνα γιατί είναι ερωτοχτυπημένος μαζί της.Η μητέρα βρίσκει δουλειά σε μια επιχείρηση που φτιάχνει φέρετρα για χάμστερ. Τον υπόλοιπο χρόνο της τον περνάει μπροστά στην τηλεόραση, εθισμένη στις τηλεαγορές ψωνίζει διάφορες αηδίες. Κουκουβάγιες από την Κίνα που φέρνουν γούρι. Το μαγικό δάσος που θα αλλάξει την τύχη της οικογένειας, και άλλα άχρηστα πράγματα για να ξεφύγει από την πραγματικότητα.
Πόσα χρόνια διευθύνετε το θέατρο Πρόβα; Πως είναι ο φετινός θεατρικός χειμώνας σε σχέση με άλλους χειμώνες της οικονομικής κρίσης;
Διευθύνω το Θέατρο Πρόβα από το 1984. Ο φετινός χειμώνας νομίζω ότι είναι από τους χειρότερους που έχω βιώσει. Οι αιτίες είναι πολλές κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές, πολλά τα θέατρα, δεν ξέρουν που να πρωτοπάνε, δεν έχουν και οικονομική άνεση, βλέπουν και περισσότερο τηλεόραση είναι και ο καλοκαιρινός καιρός. Πάντως το ελληνικό κοινό είναι θεατρόφιλο και παρακολουθεί θέατρο έχει κριτήριο και χαίρομαι που είναι πιστό στο Θέατρο Πρόβα και γι’αυτόν τον λόγο το ευχαριστώ που μας στηρίζει όλα αυτά τα χρόνια.
Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που κάνει μια παράσταση να διαφέρει από τις υπόλοιπες 300 - 400 , όσες έχει Αθήνα, φέτος;
Το θέατρο Πρόβα έχει διαμορφώσει το δικό του καλλιτεχνικό στίγμα, το δικό του κοινό. Έχουμε στο ενεργητικό μας 80 παραγωγές. Όλα τα χρόνια παρουσιάζουμε έργα στην κεντρική σκηνή στην δεύτερη σκηνή και στην παιδική σκηνή έργα άπαιχτα μακριά από ταμειακές επιταγές, αρκεί να μας εκφράζουν καλλιτεχνικά. Έχουμε μεγάλη αγάπη, πίστη και επιμονή σ’αυτό που κάνουμε.
Ο κόσμος που μας παρακολουθεί το αισθάνεται και μας ανταμείβει με την παρουσία του. Επιλέγουμε πάντα για το καλύτερο θεατρικό μέλλον και μας ενδιαφέρει το πώς θα ανταποκριθεί ο καθένας. Νομίζω ότι αυτή η αμφίδρομη ενέργεια είναι που κάνει την παράσταση να διαφέρει από τις υπόλοιπες και να αντέχει ακόμα και κάτω από αντίξοες συνθήκες.
Παράλληλα σας βλέπουμε και σε μια τηλεοπτική σειρά, το «Καφέ της Χαράς» που έκανε θραύση τα προηγούμενα χρόνια. Γιατί κάνετε τηλεόραση;
Αγαπώ πολύ την τηλεόραση. Γι΄αυτό κάνω τηλεόραση. Μ΄αρέσει η καλή τηλεόραση. Με την κρίση, δεν γίνονταν σήριαλ, γι΄αυτό έχω αρκετά χρόνια – γύρω στα επτά – να παίξω στην τηλεόραση. Χαίρομαι πολύ που συμμετέχω στο «Καφέ της Χαράς». Εισπράττω μεγάλη αγάπη και σεβασμό από το κοινό κι αυτό είναι το μεγάλο δώρο των θεατών σε μένα και παίρνω δύναμη.
Τι λέτε στα νέα παιδιά που ξεκινούν το επάγγελμα του ηθοποιού;
Τους λέω να μην προδώσουν ποτέ τα όνειρά τους, να παλέψουν να παλέψουν να τα πραγματοποιήσουν. Δεν είναι εύκολο, αλλά πρέπει να έχουν υπομονή και πίστη. Να διαβάζουν, να μελετούν για να εξελίσσονται σαν καλλιτέχνες. Να μη φοβούνται την αναεργία. Αν πιστέψουν στους στόχους τους, ίσως πετύχουν να μη μείνουν άνεργοι. Άλλωστε η ανεργία μαστίζει όλα τα επαγγέλματα. Προτιμώ ένα φτωχό, αλλά ευτυχισμένο παιδί.
Η κόρη σας Κοραλία Τσόγκα, επίσης έχει επιλέξει το θέατρο. Με κάποιον τρόπο είναι σαν να της έχετε δώσει τη σκυτάλη… Υπάρχει μια συμβουλή που της λέτε πάντα;
Τη μονάκριβη Κοραλία μου, τη συμβουλεύω να «παίζει» για να είναι ευτυχισμένη από το «παιχνίδι», γιατί νομίζω, από τη διαδρομή στο θέατρο, αυτό που αξίζει, είναι η χαρά της δημιουργίας. Οι επιλογές της να είναι μακριά από ταμειακές επιταγές και κοντά σε ψυχικές επιταγές.
Τι θα θέλατε να φέρει η νέα χρονιά στο θέατρο Πρόβα και εσάς προσωπικά;
Η νέα χρονιά να είναι ειρηνική για όλους μας. Το θέατρο Πρόβα να συνεχίσει την ιστορική του πορεία. Θέλω την αγάπη του κοινού και τη συμμετοχή του στις παραστάσεις μας μετά από 35 χρόνια και 82 έργα που παρουσιάστηκαν από τη σκηνή του. Εγώ προσωπικά, θα ήθελα να είμαι γερή, δυνατή, δραστήρια, υγιής. Να συνεχίσω να έχω όνειρα, στόχους, να δημιουργώ, να αγωνίζομαι για τα πιστεύω μου.
Δεν μ΄αρέσει το μαύρο χρώμα στη ζωή μου. Είμαι τόσο αισιόδοξη, που θέλω να ζω στο γαλάζιο της θάλασσας και του ουρανού, στο φως και στον ήλιο.