«Σήμερα έχουμε μια απώλεια ενός πολύ μεγάλου Έλληνα γιατί δεν είναι απλά ένας συνθέτης, ένας πολύ καλός μουσικός, είναι ένα σημείο αναφοράς», δήλωσε στα Παραπολιτικά 90,1 και στην εκπομπή «Καλοκαιρινά ραντεβού», ο ηθοποιός, Γιάννης Μπέζος, με αφορμή την αναγγελία του θανάτου του Μίκη Θεοδωράκη.

«Είναι ο τελευταίος μιας γενιάς, αυτής της γενιάς του πολέμου και του εμφυλίου ο οποίος είναι ένα σημάδι τι ακριβώς είναι η πατρίδα μας. Αυτοί οι άνθρωποι σηματοδοτούν την έννοια της πατρίδας μας», ανέφερε χαρακτηριστικά.

«Κατά τη γνώμη μου η πατρίδα αυτό είναι δηλαδή ένας άνθρωπος που εκφράζει τις συνήθειές μας, τις αγωνίες μας, τις χαρές μας, τους θρήνους μας, τις ανησυχίες μας μέσα από αυτά τα χρώματα, από αυτές τις μελωδίες και από αυτά τα λόγια αλλά όχι μόνο από αυτά με τη γενικότερη παρουσία τους γιατί ο Μίκης ήταν ένας πάρα πολύ παρεμβατικός και σαρωτικός άνθρωπος», υπογράμμισε ο γνωστός ηθοποιός.

Παράλληλα ο κ. Μπέζος σημείωσε: «Έχουμε χάσει λίγο τα τελευταία χρόνια το μέτρο δηλαδή κατεβάζουμε τον πήχη αντί να τον ανεβάζουμε. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν τον πήχη ψηλά. Ήταν βέβαια άνθρωποι μιας άλλης εποχής, μιας άλλης ανάγκης μια πατρίδα που ανορθωνόταν και της δώσανε νόημα, της δώσανε πνοή, τη σπρώξανε να ανέβει».

«Επειδή πιστεύω ότι αυτούς τους ανθρώπους τους εμπεριέχουμε θέλοντας και μη, είναι τόσο μεγάλα αναστήματα, καλό θα ήταν να είναι παραδείγματα για εμάς και όχι να παραδειγματιζόμαστε από την ανοησία. Ο Μίκης ήταν ένα παράδειγμα μεγάλο ότι η Ελλάδα έχει και μια πιο ακριβή εκδοχή από αυτή που κυκλοφορεί», επισήμανε ο ίδιος.

Ακόμη ο κ. Μπέζος ανέφερε ότι ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν «ο τελευταίος επιζών μιας γενιάς η οποία είδε τα πράγματα διαφορετικά, αντιλαμβανόταν τη ζωή διαφορετικά με μια λεβεντιά, με μια πιο ζωντανή ανάσα και όχι με μιζέρια».

«Καλό θα ήταν να αποχαιρετίσουμε τον Μίκη Θεοδωράκη όχι με μιζέρια, ψευτοθρήνους και ψευτοκλάματα μικρά και άνευ νοήματος αλλά πιο λεβέντικα, με τον τρόπο που του αξίζει που είναι αντίστοιχος στο ανάστημά του και στο διαμέτρημά του και καλό θα είναι αυτοί οι άνθρωποι να είναι παραδείγματα όχι μόνο για την τέχνη αλλά και για τη ζωή. Να αναμετρηθούμε με αυτούς τους ανθρώπους, όχι με τα χαμηλά και τα ανόητα», κατέληξε.