Η µεγάλη στιγµή του Γιώργου Λάνθιµου φαίνεται πως έχει έρθει φέτος, έπειτα από µια ακούραστη 15ετία κινηµατογραφικής δηµιουργίας και ύστερα από 10 ταινίες που ακολουθούν το όνειρό του βήµα βήµα, ταράζοντας τα κινηµατογραφικά νερά τα τελευταία χρόνια. Ο ταλαντούχος Ελληνας σκηνοθέτης είναι έτοιµος στις 10 Μαρτίου να διεκδικήσει 11 βραβεία Οσκαρ (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, ∆ιασκευασµένου Σεναρίου, A' Γυναικείου, Β' Ανδρικού, Μοντάζ, Φωτογραφίας, Μουσικής, Eνδυµατολογίας, Σκηνογραφίας και Κοµµώσεων) στο Dolby Theatre του Λος Αντζελες µε τη νέα του ταινία «Poor Things», η οποία έκανε παγκόσµια πρεµιέρα τον περασµένο Σεπτέµβριο στο Φεστιβάλ Βενετίας, κερδίζοντας τον Χρυσό Λέοντα, αλλά και τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερης Γυναικείας Ερµηνείας στην Κατηγορία Κωµωδία-Μιούζικαλ. Πώς όµως ένας Ελληνας σκηνοθέτης κατάφερε να φτάσει τόσο ψηλά; Πώς δηµιουργήθηκε η ταινία, που ίσως σε λίγους µήνες του χαρίσει παγκόσµια καταξίωση; Ο πιο στενός συνεργάτης του, ο µοντέρ όλων των ταινιών του, Γιώργος Μαυροψαρίδης, αποκαλύπτει σήµερα στην «Απογευµατινή» της Κυριακής τα µυστικά της συνεργασίας τους.

Ιδιος βηµατισµός

«Με τον Λάνθιµο έχουµε κάνει όλες τις ταινίες µαζί, δουλεύοντας πάντα µε τον ίδιο τρόπο. Απλά οι απαιτήσεις είναι διαφορετικές κάθε φορά, όχι λόγω µπάτζετ, όσο λόγω των βηµάτων εξέλιξης που κάνει ο Λάνθιµος. Κάποιος πρέπει να τον ακολουθεί για να έχει τον ίδιο βηµατισµό µαζί του και να εξελίσσεται. Μετά τον ‘‘Κυνόδοντα’’, που απέσπασε κάποια βραβεία και µεγάλη αναγνωρισιµότητα, και µετά την επόµενη ταινία ‘‘Αλπεις’’, διέγνωσε ότι δεν υπήρχε πιθανότητα εξέλιξής του στην Ελλάδα σε αυτό που ήθελε να κάνει. Οπότε ξεκίνησε τα πρώτα βήµατα στο εξωτερικό. Ο ‘‘Αστακός’’ έγινε µε ευρωπαϊκά κεφάλαια από το Ιρλανδικό Κέντρο Κινηµατογράφου και άλλους χρηµατοδότες. Ηταν µια ταινία µε µέτριο µπάτζετ 4 εκατ. ευρώ. Μετά έγινε το ‘‘Ελάφι’’ και ένα ακόµα βήµα έγινε µε την ‘‘Ευνοούµενη’’. Σήµερα η επιτυχία µε το ‘‘Poor Things’’ δεν έγινε ξαφνικά. Εντάσσεται σε µια µακρά πορεία περίπου 15 χρόνων του Λάνθιµου. Είναι εξαιρετική η συνεργασία µας. Είµαστε 25 χρόνια φίλοι και συνεργάτες», αναφέρει.

Το «Poor Things» είναι ταινία επιστηµονικής φαντασίας σε σενάριο του Τόνι ΜακΝαµάρα. Βασίζεται στο µυθιστόρηµα του 1993 «Χαµένα Κορµιά» και πρωταγωνιστεί η Εµα Στόουν µαζί µε τους Μαρκ Ράφαλο, Γουίλεµ Νταφόε, Ράµι Γιούσεφ, Κρίστοφερ Αµποτ και Τζέροντ Καρµάικλ. Η πλοκή ακολουθεί µια νεαρή Βικτοριανή γυναίκα, που αφού αναστήθηκε µετά την αυτοκτονία της, το σκάει µε έναν δικηγόρο και ξεκινά ένα ταξίδι εξερεύνησης του εαυτού της. Κεντρικό θέµα είναι η απελευθέρωση της γυναίκας, µε την Εµα Στόουν να σηµειώνει µια συγκλονιστική ερµηνεία πάνω στην ανάγκη χειραφέτησης της ηρωίδας, που υποδύεται. Σκηνοθετικά ο Γιώργος Λάνθιµος χρησιµοποιεί το χιούµορ για να σχολιάζει την ηθική διγλωσσία και αναπτύσσει µε ιδιαίτερη τρυφερότητα και ενσυναίσθηση τη µεγάλη υπόθεση του να είσαι γυναίκα. Το «Poor Things» συµπεριλαµβάνεται ήδη σε όλες τις λίστες των µεγάλων κινηµατογραφικών περιοδικών και διεθνών κριτικών κινηµατογράφου για τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς.

Ισχυρά κίνητρα, αλλά...

Αν και τα τελευταία χρόνια στη χώρα µας έχουν δοθεί ισχυρά κίνητρα στους κινηµατογραφιστές για τη δηµιουργία µεγάλων ταινιών, ωστόσο αυτή η ταινία δεν θα µπορούσε να γυριστεί στην Ελλάδα. «Η ταινία είναι βρετανική παραγωγή και δηµιουργήθηκε µε ευρωπαϊκά χρήµατα, µε µπάτζετ 35 εκατ. Γυρίστηκε στην Ουγγαρία µε ξένους όλους τους ηθοποιούς, πλην ενός που είναι Ελληνας. Μετά τον ‘‘Κυνόδοντα’’ και τις ‘‘Αλπεις’’ ο Λάνθιµος κάνει ταινίες στο εξωτερικό και όλες έχουν γίνει µε συνθήκες παραγωγής του εξωτερικού. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν υπάρχουν ακόµα οι συνθήκες για τέτοιες ταινίες. Τα µπάτζετ φτάνουν µέχρι τα 250.000 ευρώ. Τα στούντιο της Ουγγαρίας, όπου γυρίστηκε, είναι δύο τεράστια στούντιο από τη σοβιετική περίοδο. Στην Ελλάδα δεν έχουµε ούτε τέτοια στούντιο ούτε τους αντίστοιχους τεχνικούς για να τα επανδρώσουµε. Αν η Ελλάδα άλλαζε τις συνθήκες της παραγωγής και κατάφερνε να προσφέρει όλα αυτά, προφανώς και θα µπορούσαµε να γυρίσουµε ταινίες και εδώ. Γιατί τώρα το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ) δίνει το κίνητρο της 40% επιστροφής του φόρου για να γίνουν ταινίες. Η Ελλάδα έχει πολύ ωραία φυσικά ντεκόρ για να τραβηχτεί µια ταινία, αλλά δεν έχει µεγάλο στούντιο για να τραβηχτεί µια µεγάλη παραγωγή», τονίζει ο κ. Μαυροψαρίδης.

Ο ίδιος νιώθει ιδιαίτερη τιµή που για δεύτερη φορά είναι υποψήφιος για Οσκαρ στην κατηγορία του µοντάζ. «Ναι, είµαι δεύτερη φορά υποψήφιος για Οσκαρ µετά την ‘‘Ευνοούµενη’’. Νιώθω πολύ χαρούµενος γι’ αυτήν τη διάκριση, αλλά και για το γεγονός ότι ο κόσµος έχει αγκαλιάσει τόσο πολύ αυτή την ταινία. Θα πάω στην Αµερική για την τελετή απονοµής των βραβείων και για να βοηθήσω στην προώθηση της ταινίας», καταλήγει.

*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή της Κυριακής»