Πώς μια χρόνια εμμονή «σκαρφαλώνει» στην κορυφή; Η απάντηση δίνεται από την αληθινή ιστορία πίσω από το «Μικρό ταρανδάκι» που, με το «καλημέρα», μπήκε στο top 10 του Netflix. Και έχει ανατριχιάσει όσους ήδη πρόλαβαν να το δουν. Στις 11/4 ντεμπουτάρισε στη δημοφιλέστερη διεθνώς πλατφόρμα το «Baby Reindeer» και αμέσως συγκαταλέχθηκε στα «μπεστ σέλερ» του. Πρόκειται για αληθινή ιστορία, με τον Ρίτσαρντ Γκαντ, τον δημιουργό του, Σκωτσέζο κωμικό και σεναριογράφο, εδώ και ως πρωταγωνιστή. Διηγούμενος το πιο επίπονο κομμάτι της ζωής του, τον βίο αβίωτο που του έκανε μία γυναίκα ονόματι Μάρθα, περιγράφει μια ιστορία με αρρωστημένο πάθος. Και βία που υπέστη ο ίδιος.

Για έξι ολόκληρα χρόνια έγινε ο ζωντανός εφιάλτης του

Ταξιδεύοντάς μας εννέα χρόνια πριν, σε λονδρέζικη παμπ, διηγείται τη γνωριμία του με μια μελαγχολική γυναίκα, που την κέρασε τσάι. Έκτοτε και για έξι ολόκληρα χρόνια έγινε ο ζωντανός εφιάλτης του: του έστειλε 41.071 μέιλ, φωνητικά μηνύματα 350 ωρών, 744 tweets, 46 μηνύματα στο FΒ, 106 σελίδες επιστολών. «Κάθε μέιλ είναι πραγματικό», επισημαίνει ο Γκαντ, προσθέτοντας ότι παρενοχλούσε και ανθρώπους από τον κύκλο του. Και μία τρανς, με την οποία κυκλοφορούσε λίγο προτού πάθει εμμονή μαζί του, προτού γίνει η stalker του. Διηγούμενος την περιπέτεια μαζί της, περιγράφει και πως είναι δώρο άδωρο να καταφύγεις στην Αστυνομία. «Οι νόμοι που αφορούν την παρενόχληση και την κακοποίηση είναι ηλίθιοι. Ψάχνουν για συγκεκριμένα στοιχεία προκειμένου να δράσουν. Δεν λειτουργεί έτσι…», λέει στην «Independent».

Το μεγάλο σουξέ του «Baby Reindeer»

Τελικά το σύστημα, έστω με χρονοκαθυστέρηση, λειτούργησε: επιβλήθηκε κάθειρξη εννέα μηνών και περιοριστικά μέτρα πέντε ετών στη δράστρια. Και το θύμα πρόσθεσε τα «ανάμεικτα συναισθήματα» που ένιωσε, χαρακτηρίζοντας το stalking «ψυχική ασθένεια. Είναι λάθος να μιλάμε για ένα τέρας, αφού νοσεί. Το σύστημα απέτυχε απέναντί της», κατέληξε ο αντισυστημικός καλλιτέχνης. Όσο για το όνομα της μίνι σειράς; Το «Baby Reindeer» προέρχεται από το παρατσούκλι που του είχε δώσει η διώκτριά του. Έγινε επιτυχία ως «στοιχειωτικό», όπως χαρακτηρίστηκε από τον βρετανικό Τύπο, στο Φεστιβάλ Fringe του Εδιμβούργου, για να ξαναμεταφερθεί εν έτει 2019, με εξίσου μεγάλο σουξέ, στο Bush Theatre του Λονδίνου.

*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»