Είδαμε τα "Μικρά, όμορφα πράγματα" με τη Νία Βαρντάλος στο θέατρο Παλλάς
Για λίγες παραστάσεις
Η Νία Βαρντάλος παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο Θέατρο Παλλάς, την παράσταση "Μικρά, όμορφα πράγματα" σε μετάφραση και συν-σκηνοθεσία του Σπύρου Κατσαγάνη
Μια υπέροχη ιστορία κάθαρσης και θάρρους αποτελεί το έργο «Μικρά όμορφα πράγματα» της Νία Βαρντάλος που έχει την ευκαιρία το αθηναϊκό να απολαύσει αυτόν τον καιρό στο θέατρο Παλλάς με τρεις ακόμα ηθοποιούς επί σκηνής. Το «Tiny Beautiful things» είναι η θεατρική διασκευή, που έχει πραγματοποιήσει η Νία Βαρντάλος στο ομώνυμο best seller βιβλίο της Cheryl Strayed, μια συλλογή αληθινών επιστολών, που γράφτηκαν σε μια λογοτεχνική στήλη μεγάλου αμερικάνικου περιοδικού, επιστολές που θα μπορούσε να είχε γράψει ο καθένας μας, και στις οποίες η συγγραφέας Cheryl Strayed απαντά ως «Sugar». Η πρώτη σκηνοθεσία του θεατρικού έγινε από το βραβευμένο με Tony Award σκηνοθέτη Thomas Kail, και της οποίας η αρχική πρεμιέρα πραγματοποιήθηκε στη Νέα Υόρκη, το 2016. Η παράσταση είχε τόσο μεγάλη απήχηση, που στη συνέχεια δημιουργήθηκαν νέες παραγωγές σε όλο τον κόσμο με sold out παραστάσεις σε Φιλιππίνες, Αυστραλία, Κορέα και Μεξικό και σε περισσότερα από 200 θέατρα στις ΗΠΑ. Τώρα η Nia Vardalos παρουσιάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα την παράσταση στα ελληνικά, σε μετάφραση και συν-σκηνοθεσία του Σπύρου Κατσαγάνη, μαζί με ένα ισχυρό cast Ελλήνων ηθοποιών, τους Δημήτρη Παπανικολάου, Δανάη Λουκάκη και Δημήτρη Κίτσο.
Το έργο "Μικρά όμορφα πράγματα"
Η παράσταση είναι απείρως αποκαλυπτική όλων εκείνων των συναισθημάτων που έχουμε όλοι κρυμένα βαθιά μέσα μας. Που είναι εγκλωβισμένα, ανείπωτα, βαρίδια μέσα στην ψυχή μας, αλλά πάντα ψάχνουν να βρουν διέξοδο να βγουν στο φως για να μπορέσουμε να ανακουφιστούμε. Η Nia Vardalos κοιτά τον θεατή στα μάτια και του λέει την αλήθεια του. Χρησιμοποιώντας εξαιρετικά την ελληνική γλώσσα καταθέτει μπρος στα μάτια του μια παράσταση γεμάτη θάρρος που οδηγεί σε μια τεράστια νίκη της αυτογνωσίας και της τακτοποίησης όλων των μπερδεμένων σκέψεων.
Ξετιλύγει τις ανθρώπινες ιστορίες μια-μια αργά και σταθερά σαν να κρατάει έναν φακό που κάθε λίγο στρέφεται σε κάποιον και φωτίζει το πρόβλημα του. Και ο φακός συναντά τους πάντες μέσα στο θέατρο θέλοντας και μη. Το φως πιέζει την κάθε ψυχή να ανοίξει για να μπει. Κάποιοι αρνούνται, κρύβονται. Κάποιοι άλλοι λιώνουν από ανακούφιση. Αφήνουν τα δάκρυα να κάνουν τη δουλειά τους. Να τους λυτρώσουν, να τους καθαρίσουν τον πόνο. Στο τέλος δεν υπάρχει ψυχή που να μην έχει διαφωτιστεί.
Οι επιστολές πέφτουν πάνω στη σκηνή με γδούπο. Μιλούν για την αγάπη, τη θλίψη, τις εμμονές, την σχέση με τους γονείς, την σεξουαλική διαφορετικότητα, την αποδοχή, την απώλεια, τον θάνατο, την αναζήτηση του εαυτού μας. Ο θεατής περιμένει απάντηση για όλα, σαν διψασμένος. Οι σκηνές διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς παύσεις ενδιάμεσα. Η σκηνοθεσία αποπνέει μια ελευθερία καθώς τοποθετεί και τους τέσσερις ηθοποιούς μαζί σε έναν χώρο χωρίς ηλικία, φύλλο, ενθικότητα. Μόνο ψυχή.
Αν και η Cheryl Strayed έγραψε τη στήλη της σε διάστημα δυο ετών,το έργο διαδραματίζεται μέσα σε μια νύχτα. Το σκηνικό είναι το σπίτι της Sugar, ένα σπίτι απλό, καθημερινό, ημιυπόγειο με σκάλες στην αυλή που ανεβαίνουν προς τα πάνω. Δεν έχει τοίχους ανάμεσα στη κουζίνα, το σαλόνι και την τραπεζαρία και έτσι δεν εμποδίζεται η ενέργεια των ηθοποιών που υποδύονται τους επιστολογράφους. Οι τρεις τους χωρίς να έχουν καμιά επαφή μεταξύ τους, συνυπάρχουν, αλληλεπιδρούν αφήνοντας τη θλίψη τους να βρει την επούλωση της. Η κάθε ιστορία περιγράφει και ένα τραύμα και πάει και κάθεται πάνω σε όσους βασανίζονται από το ίδιο τραύμα. Κάνουν τον θεατή να ταυτίζεται. Ωστόσο υπάρχουν και κάποιες ιστορίες χιουμοριστικές ακριβώς για να κρατούν την ισορροπία στο έργο.
Οι τρεις ηθοποιοί αποτελούν έναν σφικτοδεμένο και αρμονικό σύνολο γύρω από την Νία Βαρντάλος.
Ο Δημήτρης Παπανικολάου παίζει ρεαλιστικά και με μεγάλη δραματική δύναμη. Ο μονόλογός του ως πατέρας που έχασε σε τροχαίο τον 22χρονο γιό του έχει εξαιρετικό παλμό, πολύ προσεγμένη ισορροπία αλλά και απόγνωση.
Η Δανάη Λουκάκη δίνει πνοή σε χαρακτήρες πολύ αναγνωρίσιμους από τον θεατή. Διαθέτει εσωτερικότητα στο παίξιμο της. Στον μονόλογο της ως νεαρή που έχασε το μωρό της όταν ήταν 6.5 μηνών έγκυος μεταπηδά εντελώς αβίαστα και αρμονικά στις έντονες τραγικές νότες. Υποδυόμενη και αντρικούς αλλά και γυναικείους ρόλους καταφέρνει να υπηρετήσει ωραία το όραμα του σκηνοθέτη.
Ο Δημήτρης Κίτσος παίζει με μπρίο, νεανικότητα και φρεσκάδα. Θέτει στο έργο πολλά θέματα που απασχολούν τους νέους, όπως οι ερωτικές σχέσεις, η ειλικρίνεια και άλλα ακόμα και συνδέει υπέροχα τα νήματα που έχουν κοπεί στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Το έργο αυτό είναι σαν ένα ποτάμι που ξεχύνεται στον κόσμο για να του ξεπλύνει τον πόνο. Μιλάει βαθιά στην ψυχή, δίνει απαντήσεις χωρίς ίχνος διδακτισμού και διώχνει από το μυαλό μας τον δισταγμό να ζητήσουμε βοήθεια όταν την χρειαζόμαστε. Εκκινεί από την τάση των τελευταίων ετών να συνδυάζεται η ψυχοθεραπεία με την Τέχνη, καθώς τα τελευταία χρόνια το κοινό δείχνει παντοιοτρόπως ότι νιώθει το θέατρο σαν μια αγκαλιά.