Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ) του υπουργείου Πολιτισμού απέριψε τα σχέδια του δήμου Αρταίων για επαναλειτουργία του πρώην Ξενία ως ξενοδοχείου μέσω μακροχρόνιας εκμίσθωσης.

Ο δήμος Αρταίων όμως είναι έντονα δυσαρεστημένος, με τον δήμαρχο Χρήστο Τσιρογιάννη να δηλώνει στον «Τύπο» ότι όταν κοινοποιηθεί η απόφαση, θα «ασκήσει ένδικα μέσα».

«Τίθεται πια ζήτημα δημοκρατίας» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Τσιρογιάννης, υπογραμμίζοντας ότι «αυτό το κτίριο χτίστηκε για ξενοδοχείο».

ΤΟ ΚΤΗΡΙΟ

Το Ξενία Άρτας είναι το μόνο κτίσμα (με εξαίρεση ένα παρεκκλήσι) μέσα στο βυζαντινό κάστρο της πόλης. Το Ξενία χτίστηκε το 1958 από τον γνωστό αρχιτέκτονα Διονύση Ζήβα. Από το 1960 έως το 1993 λειτουργούσε ως ξενοδοχείο. Από το κλείσιμό του μέχρι σήμερα, είναι εγκαταλελειμμένο. Το 2012, το πρώην Ξενία παραχωρήθηκε στον δήμο Αρταίων και το 2014 καταχωρήθηκε στην ακίνητη περιουσία του.

Η ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΑΡΤΑΙΩΝ 

Ο δήμαρχος κ. Τσιρογιάννης επιθυμούσε διακαώς να πάρει άδεια από το Κεντρικό Αρχαιλογικό Συμβούλιο του Υπουργείου Πολιτισμού για να προχωρήσει στην εκμίσθωση του κτηρίου, ώστε να αναστηθεί επιτέλους και μετά από τόσο χρόνια το ιστορικό ξενοδοχελιο. Είχε μάλιστα καταφέρει να πάρει και τη στήριξη πολιτικών προσώπων, κυρίως της ΝΔ, ακόμα και του προέδρου του κόμματος Κυριάκου Μητσοτάκη. Στο «μέτωπο» αυτό συμπαρατάχθηκαν από τον βουλευτή Άρτας της ΝΔ Γιώργο Στύλιο και τον περιφερειάρχη Αλέκο Καχριμάνη μέχρι τον αντιπεριφερειάρχη Άρτας Βασίλη Ψαθά και τον πρόεδρο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Ελλάδας Γιώργο Πατούλη.

Η ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΚΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΥΠΠΟ

Τα μέλη του τοπιικού ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν πως η ιδιωτικοποίηση του ξενοδοχείου θα οδηγήσει εκ των πραγμάτων σε κατάργηση του δημόσιου χαρακτήρα του Κάστρου (όπου επιπλέον το καλοκαίρι γίνονται κάποιες εκδηλώσεις). Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε μια «Πρωτοβουλία Ανοιχτό Κάστρο» αντιπροτείνοντας τη μετατροπή του πρώην Ξενία σε πολιτιστικό πολυχώρο. Η δημοτική αρχή είχε απορρίψει την πρόταση αυτή, θεωρώντας ότι υπάρχει απόθεμα χώρων πολιτισμού στον δήμο Αρταίων και επιμένοντας παράλληλα στην ανάγκη ξενοδοχειακής υποδομής. Αντιπροσωπεία της Πρωτοβουλίας αυτής παραβρέθηκε στη συνεδρίαση του ΚΑΣ, η οποία έγινε την Τετάρτη, για να καταθέσει την πρότασή της, όπως προβλέπεται εξάλλου από τη διαδικασία.

Η ακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού

Με αφορμή δημοσιεύματα του ηλεκτρονικού τύπου σχετικά με την εξέταση από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο πρότασης του Δήμου Αρταίων για την επαναλειτουργία του πρώην Ξενία της Άρτας, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, ενημερώνει για τα ακόλουθα:
Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου εξετάστηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αίτημα του Δήμου Αρταίων για τη χρήση του πρώην «Ξενία» στο Κάστρο της Άρτας ως σύγχρονου ξενοδοχείου. Στη συνεδρίαση παρευρέθηκαν και εξέθεσαν τις απόψεις τους μεταξύ άλλων, ο Δήμαρχος Αρταίων και λοιποί εκπρόσωποι του Δήμου. Η συζήτηση υπήρξε μακρά και αναλύθηκαν όλες οι παράμετροι του θέματος προκειμένου τα μέλη του συμβουλίου να αποκτήσουν πλήρη εικόνα για την επιστημονική τους κρίση. Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, τα μέλη γνωμοδότησαν ότι η λειτουργία ιδιωτικής ξενοδοχειακής εγκατάστασης εντός του κάστρου δεν συνάδει με τον δημόσιο χαρακτήρα του μνημείου καθώς και τον ιστορικό-πολιτιστικό χαρακτήρα του. Ως εκ τούτου τα μέλη γνωμοδότησαν υπέρ της μη επανάχρησης του πρώην ξενοδοχείου «Ξενία» στο Κάστρο της Άρτας. Επίσης, γνωμοδότησαν υπέρ της μη έγκρισης παραχώρησης της πρόσβασης στον εν λόγω χώρο.

Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο είναι το αρχαιότερο συλλογικό όργανο του ελληνικού κράτους με διαρκή λειτουργία από το 1834 έως σήμερα και διατηρεί τον αμιγώς επιστημονικό του χαρακτήρα. Απαρτίζεται από μέλη της ανώτερης ιεραρχίας της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας - εξέχοντα μέλη της επιστημονικής κοινότητας και έγκριτους επιστήμονες στον τομέα της αρχαιολογίας, της ιστορίας, των θετικών επιστημών, της εκπαίδευσης και της τέχνης. Το Συμβούλιο, ως ανεξάρτητο όργανο, γνωμοδοτεί προς τον εκάστοτε Υπουργό Πολιτισμού για θέματα προστασίας και ανάδειξης αρχαιοτήτων. Η συμβολή του στην προάσπιση, ανάδειξη και εν γένει διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς, ως δημόσιου κοινωνικού αγαθού, έχει αποδειχθεί καίρια και καθοριστικής σημασίας διαχρονικά. Το Συμβούλιο γνωμοδοτεί σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας περί της προστασίας των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν.3028/2002). Οι συνεδριάσεις του χαρακτηρίζονται από την αρχή της διαφάνειας της δημόσιας διοίκησης και λειτουργεί σύμφωνα με τον κώδικα διοικητικής διαδικασίας.

 Μ.Κ