Δεν είναι μόνο βαθιά ταλαντούχος, είναι και από εκείνους τους ηθοποιούς και σκηνοθέτες που ξεχωρίζουν σε καθετί που κάνουν.

Φέτος τον Δημήτρη Λιγνάδη τον απολαμβάνουμε να σκηνοθετεί και να πρωταγωνιστεί στο Εθνικό Θέατρο στο «Πέερ Γκυντ», μια παράσταση που ακροβατεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία.

«Το έργο μας αφορά όλους, γιατί είναι η οδύσσεια του "εγώ", δηλαδή το πως ο άνθρωπος πορεύεται με γνώμονα μόνο τον εαυτό του χωρίς καμία ιδέα. Το αδιέξοδο στο οποίο έπεσε ο δυτικός άνθρωπος τα τελευταία χρόνια. Μια πραγματεία για το ψέμα που ζει ο άνθρωπος» λέει ο ηθοποιός.

Είναι δεκάδες τα σημεία που ξεχωρίζει ο ηθοποιός στο έργο, μα έχει ξεχωρίσει περισσότερο τη φράση «Παντού και πάντα, όπου και αν κοιτάξω, η ίδια σκοτεινιά, μέσα και έξω».

«Στις μέρες μας εντοπίζω αυτήν τη σκοτεινιά. Εάν δεν υπάρχει το αληθινό συναίσθημα και η αγάπη, πάντα κάτι θα μας λείπει. Παρότι χαιρόμαστε σε στιγμές, υποβόσκει μια μαυρίλα. Αυτή υπάρχει και στον καλλιτέχνη και ίσως να είναι και αυτό που τον έκανε καλλιτέχνη, κάτι δεν του αρέσει στη ζωή που βλέπει και αποφασίζει, αντί να την ζήσει, να την αποτυπώσει. Μια σκιά που υπάρχει μέσα του» επισημαίνει. Όσο για το αν εντοπίζει τη μαυρίλα και μέσα του…

«Σαφώς. Ξαφνικά νιώθεις κάτι να δαγκώνει την ύπαρξη σου, κάτι δεν σου αρέσει, κάτι σε κάνει να είναι πάντα ανήσυχος. Αλλά πάντα αυτή η πληγή είναι αυτή που μας κάνει να δημιουργούμε».

Τον ρωτώ τι κάνει μια παράσταση επιτυχημένη. «Να είναι ειλικρινής και ουσιαστική. Να μην έχει σάλτσες, κόλπα και εξυπνάδες.

Ο κόσμος πια ζητά κάτι ουσιαστικό, αυτό που τον κάνει πραγματικά να ευχαριστιέται, να νιώθει την "ηδονή" που έλεγε και ο Αριστοτέλης. Δεν έχει να κάνει με το είδος. Και το γκουρμέ φαγητό έχει μια ουσία, και το τζανκ φουντ μπορεί να έχει. Η εποχή μας αρχίζει να επιστρέφει στο "τι" έχει να πει ένας συγγραφέας και όχι στο "πώς"».

Για τον ίδιο επιτυχία είναι η ευτυχία και ευτυχία είναι πολλά… «Όταν ένας μαθητής μου χαμογελά με όσα έχει μάθε, ότι μπορώ να κοιμάμαι ήσυχος χωρίς ερινύες, να αισθάνομαι ότι κάτι έδωσα, ότι έδωσα έναν σπόρο και μου έφεραν πίσω ένα φυτό».

«Σήμερα στα νέα παιδιά λείπει η καλλιέργεια της διάνοιας και της ψυχής. Ο καλλιτέχνης πρέπει να είναι πνευματικό άτομο. Γι αυτό και οι σημερινοί καλλιτέχνες έχουν μικρή διάρκεια, είναι αναλώσιμοι. Βέβαια, πιστεύω πάρα πολύ στη νέα αυτή γενιά ανθρώπων, θεωρώ ότι είναι πολύ καλύτεροι από τη δική μας γενιά, απλώς τους λείπει το βάθος».

Ο Δημήτρης Λιγνάδης αγαπά τους κλασικούς ηθοποιούς και ίνδαλμα του ήταν, είναι και θα είναι  ο Αλέξης Μινωτής. Πάντα φροντίζει να κάνει την αυτοκριτική του και είναι ιδιαίτερα αυστηρός με τον εαυτό του.

«Καθημερινά "αυτομαστιγώνομαι". Σχεδόν τιμωρητικά χρεώνω στον εαυτό μου πάντα την επιλογή. Δική μου η επιλογή, δική μου η ευθύνη. Δεν φταίει το σύστημα, ή οι συνθήκες, ας μην γελιόμαστε».  Δεν βλέπει τηλεόραση, «τη βαριέται», όπως λέει. 

«Μόνο πριν κοιμηθώ την ανοίγω, βάζω τηλεμάρκετινγκ σαν νανούρισμα. Ειδήσεις βλέπω αλλά μόνο από το ίντερνετ».

Όσο για τα social media, «σε μεγάλο βαθμό βοηθάνε τη δουλειά μας, αλλά σε μεγάλο βαθμό τη φτηναίνουν κιόλας. Η πολυφωνία είναι σίγουρα καλό πράγμα αλλά ταυτόχρονα μεγαλώνει τον παρανομαστή του κλάσματος, άρα μικραίνει την αξία του».

Στις κακές του συνήθειες καταλογίζει ότι βαριέται πολύ εύκολα, «μάλλον αυτό σημαίνει ότι βαριέμαι τον εαυτό μου», ότι καπνίζει πολύ και θέλει να το κόψει καθώς επίσης και ότι του αρέσει να τρώει «σαβούρες». Φοβάται πολύ τις αρρώστιες και την κάθε είδους φθορά.            

*Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «Πολιτισμός» της εφημερίδας «Παραπολιτικά», 27/1/2018