Ο Αντώνης Νικοπολίδης υπήρξε από τους σπουδαιότερους τερματοφύλακες του ελληνικού ποδοσφαίρου. Στην πλούσια καριέρα του υπερασπίστηκε με επιτυχία την εστία των «αιώνιων» αντιπάλων και κατέκτησε τίτλους τόσο με τον Παναθηναϊκό όσο και με τον Ολυμπιακό.

Η κορυφαία στιγμή στην καριέρα του, ωστόσο, ήταν με τη φανέλα της Εθνικής. Στην κατάκτηση του Euro 2004 ήταν ο βασικός τερματοφύλακας και εκ των μεγάλων πρωταγωνιστών του θαύματος. Ο «Τζορτζ Κλούνεϊ», όπως τον αποκαλούν λόγω της εμφάνισής του, εδώ και μερικά χρόνια ακολουθεί καριέρα προπονητή και απολαμβάνει την οικογενειακή ζωή με τη σύζυγό του, Βάσω, και τα τρία τους παιδιά.

Σήμερα μιλάει στα «ΠAΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» για τον άθλο στα γήπεδα της Πορτογαλίας, την προσωπική του ζωή, ενώ αποκαλύπτει και τα σχέδιά του για την πολιτική.

Πέρασαν 18 χρόνια από τη μεγάλη επιτυχία του 2004. Τι αναμνήσεις έχεις;

Τέτοια εποχή το μυαλό γυρίζει πίσω, στο 2004, στους αγώνες που κάναμε όλη αυτή την περίοδο, την πορεία που διανύσαμε στα γήπεδα της Πορτογαλίας και φυσικά τις εικόνες και όλα αυτά τα αλησμόνητα συναισθήματα της τεράστιας περηφάνιας που νιώσαμε εμείς και μοιραστήκαμε με τους απανταχού Ελληνες.

Το περίμενες;

Δεν το περίμενα. Ξέραμε όλοι μας ότι είχαμε μια πάρα πολύ καλή ομάδα και ότι θα κάναμε σπουδαία πράγματα στην Πορτογαλία. Αυτή ήταν και η φιλοδοξία μας, αλλά το να πάρουμε το Ευρωπαϊκό ήταν πέρα από τα όνειρά μας.

Σου λείπει το ποδόσφαιρο;

Οχι, δεν μου λείπει. Βλέπω τον εαυτό μου στη θέση του προπονητή και προσπαθώ μέσα από αυτή να δημιουργήσω μια καινούργια καριέρα.

Οι γιοι σου θα ήθελες να γίνουν ποδοσφαιριστές;

Ο ένας μου γιος, ο Γιάννης, που είναι 21, έχει ήδη ξεκινήσει την επαγγελματική του καριέρα στην Αμερική, αγωνιζόμενος στους New York Red Bulls. Εχει διανύσει τέσσερα χρόνια πανεπιστημιακού πρωταθλήματος και είναι πρωταθλητής με την ομάδα του Πανεπιστημίου George Town, από το οποίο αποφοίτησε.

Ο δεύτερος γιος μου, ο Γιώργος, είναι 16 ετών, παίζει σε ακαδημία ποδοσφαίρου και είναι στα πρώτα βήματά του. Η κόρη μου, η Μαρία-Χριστίνα, είναι αθλήτρια του στίβου.

Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή στην καριέρα σου;

Εχοντας παίξει 25 χρόνια επαγγελματικά και ιδίως στις δύο κορυφαίες ομάδες της Ελλάδας, τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό, είχα πολλές καλές και κακές στιγμές. Για εμένα το πιο δύσκολο ήταν να αλλάξω ομάδα. Να πάω, δηλαδή, από τον Παναθηναϊκό στον Ολυμπιακό. Ηταν ένα καθοριστικό βήμα και χρειάστηκα πολλή δύναμη και υποστήριξη για να κάνω αυτή τη μετάβαση.

Με τη σύζυγό σου είστε 23 χρόνια μαζί. Επαιξε ρόλο η υγιής σχέση σας στην καριέρα σου;

Η σχέση μας έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο και στην καριέρα μου όντως. Η ίδια, ως αθλήτρια που ήταν, καταλάβαινε τις απαιτήσεις ενός αθλητή υψηλού επιπέδου και στεκόταν υποστηρικτικά σε κάθε απόφαση, σε κάθε καλή ή κακή στιγμή που είχαμε.

Σου έχουν κάνει ποτέ πρόταση να ασχοληθείς με την πολιτική; Θα ήθελες;

Μου αρέσει η πολιτική, ασχολούμαι με την πολιτική. Παλαιότερα μου είχαν κάνει πρόταση να κατέβω υποψήφιος, αλλά δεν θα μπορούσα να το κάνω. Νομίζω ότι ο αθλητισμός είναι η αγάπη μου και από κει μπορώ να προσφέρω περισσότερα.

Υπάρχει κάποια στιγμή στη ζωή σου που σε συγκλόνισε;

Προσωπικά, τις δύσκολες στιγμές τις αντιμετωπίζω ως μια νέα αρχή. Ο θάνατος του πατέρα μου, που πέθανε 50 χρόνων από καρκίνο, με σημάδεψε πάρα πολύ, αλλά ταυτόχρονα με δυνάμωσε. Με έκανε να αντιμετωπίσω τη ζωή με υπευθυνότητα και ουσιαστικά σηματοδότησε στη ζωή μου το πώς σκέφτομαι και το πώς λειτουργώ.

Σε αποκαλούν ο «Ελληνας Τζορτζ Κλούνεϊ». Πώς σε έχει επηρεάσει αυτό;

Είναι κολακευτικό πρώτα απ’ όλα. Είναι κάτι που ξεκίνησε να ακούγεται στις αρχές του 2000. Παρ’ όλα αυτά, η ζωή μου ήταν πολύ πειθαρχημένη και ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός δεν με επηρέασε.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 9/7