Για την επίδραση του Μάρτον Μπούκοβι στον Ολυμπιακό και στο ελληνικό ποδόσφαιρο γενικότερα, αλλά και για την προσωπικότητα του Ούγγρου προπονητή μίλησε στον «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ FM 90,1» και στην εκπομπή «Μπάλα στα Παραπολιτικά», με στους Γιώργο Μανιάτη και Γιάννη Φραγκουλόπουλο, ο βετεράνος τερματοφύλακας των «ερυθρόλευκων», ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΡΟΝΙΜΙΔΗΣ, ο οποίος αποτέλεσε επιλογή του Μπούκοβι και τερμάτισε την ποδοσφαιρική του καριέρα, όταν αποχώρησε ο τελευταίος από την Ελλάδα το 1967.

Αναλυτικά όσα είπε:

Για τη μεταγραφή του στον Ολυμπιακό, κατόπιν υπόδειξης του Μπούκοβι: «Είχα μικρή αθλητική καριέρα, διότι ένας αδερφός του πατέρα μου, ο οποίος έπαιζε ποδόσφαιρο, πέθανε λόγω γρίπης την εποχή εκείνη. Κι όπως καταλαβαίνετε, οι γονείς μου δεν ήθελαν να ασχοληθώ κι εγώ με το άθλημα. Στα 25 μου χρόνια άρχισα πάλι να παίζω. Για δύο χρόνια αγωνίστηκα στην Α.Ε. Νικαίας, ένα στην Προοδευτική και από ‘κει πήγα στον Ολυμπιακό, όπου έμεινα για δύο χρόνια, προτού σταματήσω το ποδόσφαιρο. Το έκανα, διότι είμαι από τους ανθρώπους που εφαρμόζουν το «ουκ εν τω πολλώ το ευ», παρότι είχα κληθεί και στην Εθνική ομάδα εκείνη την περίοδο… Ο Μπούκοβι ήρθε στην Ελλάδα το 1965, λίγους μήνες προτού αρχίσει το πρωτάθλημα. Παρακολούθησε ορισμένα ματς της Προοδευτικής και με ζήτησε. Εγώ δούλευα ως εκτελωνιστής και όταν με κάλεσε ο πρόεδρος της Προοδευτικής, Ανδρέας Βούλγαρης να συναντηθούμε, νόμιζα ότι με ήθελε κάτι για τη δουλειά. Εκείνος, όμως, μου είπε αμέσως ‘μην κάθεσαι, πας στον Ολυμπιακό. Από σήμερα είσαι ο τερματοφύλακάς του!’. Όπως καταλαβαίνετε, τα έχασα…

Για τους λόγους που ξεχώριζε ο Μπούκοβι: «Πέρα απ’ την αθλητική του ιδιότητα, ήταν μία ανεπανάληπτη προσωπικότητα. Δεν έχω γνωρίσει στη ζωή μου άλλον άνθρωπο σαν εκείνον. Είχε ανυπέρβλητο αυτοσεβασμό. Προτού έρθει στον Ολυμπιακό ήταν ήδη μεγάλο όνομα, καθώς με την Εθνική Ουγγαρίας είχε μεγάλες επιτυχίες. Το κύριο χαρακτηριστικό του ήταν ότι μπορούσε να προνοήσει πράγματα. Το μυαλό του ήταν εκατό χρόνια μπροστά! Δεν συνήθιζε να μιλάει. Παρουσιαζόταν στα αποδυτήρια και από ‘κει που γινόταν χαμός, έπεφτε νεκρική σιγή».

Για τους νεοτερισμούς που έφερε ο Μπούκοβι: «Εφάρμοσε την αέναο κίνηση, το 4-2-4, που ήταν κάτι επαναστατικό για την εποχή. Μην ξεχνάτε ότι ο Μπούκοβι πήρε τον Ολυμπιακό πεσμένο ψυχολογικά και σχετικά χαμηλά στη βαθμολογία. Αυτή την ομάδα την οδήγησε, χάρη στη μεγάλη του προσωπικότητα, ξανά στην κορυφή… Ο Μπούκοβι δεν ήταν αγαπητός μονάχα στον κόσμο του Ολυμπιακού, αλλά σε όλους. Τον τιμούσε όλη η παγκόσμια ποδοσφαιρική κοινότητα».

Για τις αιτίες που έφυγε ο Μπούκοβι: «Είναι εύκολη η εξήγηση. Την περίοδο εκείνη, επί δικτατορίας, αναγκάστηκε ν’ αποχωρήσει. Δεν του είπαν ‘φύγε’, αλλά αντιλαμβανόμενος ότι ήταν ανεπιθύμητος, καθώς οι άνθρωποι της δικτατορίας τον θεωρούσαν κομμουνιστή, αποχώρησε από φιλότιμο. Είναι ίσως ο μόνος που ήρθε με το κοστούμι του στην Ελλάδα κι έφυγε με το παντελόνι του. Δεν αποχώρησε με βιβλιάρια καταθέσεων».

Για τη συνάντηση που είχε μαζί του μετά από χρόνια: «Τον επισκέφτηκα, μαζί με τη σύζυγό μου, στην Ουγγαρία το 1977. Τότε διαπίστωσα ξανά ότι οι Ούγγροι, μετά απ’ τη θρησκεία τους, είχαν τον Μπούκοβι».

Για τους τερματοφύλακες τότε και σήμερα: «Τότε οι τερματοφύλακες έπαιζαν σωστά. Δεν είχατε την τύχη να γνωρίσετε τον Βαλλιάνο, τον Κουρκουβέλα, τον Βουτσαρά. Δε θέλω να θεωρηθεί αιρετικό, αλλά τέτοιοι τερματοφύλακες δεν υπάρχουν πια. Ούτε στην Ελλάδα, ούτε όμως και στο εξωτερικό. Τρεις τερματοφύλακες ξεχωρίζουν σήμερα. Ο Νόιερ, ο Οτσόα και ο Ρομπέρτο του Ολυμπιακού».