Μέρος 1o

Στις 3 Μαΐου η Ελλάδα, σε συνδυασµό µε την επέτειο των 200 ετών από την ανεξαρτησία της, αναλαµβάνει την προεδρία της ΙΗΡΑ, δηλαδή της ∆ιεθνούς Συµµαχίας Μνήµης του Ολοκαυτώµατος. Με την ευκαιρία του γεγονότος, η σελίδα µας αφιερώνει σε δύο συνέχειες ένα άγνωστο γεγονός: την υποδοχή που επιφυλάχθηκε στους επιζώντες Εβραίους του Νταχάου, του Αουσβιτς και του Μπούχενβαλτ από τις χώρες προελεύσεώς τους. Γεγονός που υπήρξε, µαζί µε το Ολοκαύτωµα, ένας επιπλέον λόγος της ανάγκης δηµιουργίας του κράτους του Ισραήλ.

Η αντίδραση στην αντισηµιτική βία στην Ανατολική Ευρώπη υπήρξε δραµατική. Πολλοί επιζήσαντες που είχαν επιστρέψει στην Πολωνία µετά τον πόλεµο ξαναγύριζαν στη Γερµανία επειδή ήταν ασφαλέστεροι στη χώρα όπου αρχικά τους κατεδίωκαν από ό,τι ήταν στην πατρίδα τους. Οι ιστορίες που έλεγαν απέτρεπαν άλλους που σκόπευαν να κάνουν το ίδιο ταξίδι. «Ο,τι κι αν κάνεις, µην επιστρέψεις στην Πολωνία», ήταν η συµβουλή που δόθηκε στον Μίχαελ Ετκιντ. «Οι Πολωνοί σκοτώνουν όλους τους Εβραίους που επιστρέφουν από τα στρατόπεδα». Στον Χάρι Μπάλσαµ είπαν το ίδιο πράγµα: «Είπαν ότι είµαστε παλαβοί να θέλουµε να επιστρέψουµε, αφού σκότωναν ακόµη Εβραίους στην Πολωνία ... Μας είπαν ότι οι Πολωνοί έκαναν ό,τι δεν µπόρεσαν να κάνουν οι Γερµανοί και ότι είχαν σταθεί τυχεροί που βγήκαν ζωντανοί». Ηδη από τον Οκτώβριο του 1945 ο Τζόζεφ Λεβίν της Μεικτής Επιτροπής ∆ιανοµής έγραφε προς τη Νέα Υόρκη: «Ολοι αναφέρουν δολοφονίες και λεηλασίες από τους Πολωνούς και πως οι Εβραίοι θέλουν να φύγουν από την Πολωνία».

Ευτυχώς για πολλούς Πολωνοεβραίους, αλλά και Εβραίους από πολλές άλλες χώρες στην Ανατολική Ευρώπη, είχε οργανωθεί γι’ αυτούς ένα δροµολόγιο διαφυγής. Μετά τον πόλεµο, οµάδες αποφασισµένων Εβραίων είχαν φτιάξει µια οργάνωση, αποκαλούµενη «Μπρίχαχ» («Φυγή»), η οποία είχε αρχίσει να εξασφαλίζει µια ολόκληρη σειρά από ασφαλή σπίτια, µεθόδους µεταφοράς και ανεπίσηµα σηµεία διάβασης των συνόρων στην Πολωνία, την Τσεχοσλοβακία, την Ουγγαρία και τη Ρουµανία. Αρχικά, αποτελούσαν µια πολύ µυστική οργάνωση, που περνούσε κρυφά από τα σύνορα ολόκληρα φορτηγά γεµάτα µε Εβραίους, δωροδοκώντας τους φρουρούς µε χρήµατα και αλκοόλ, αλλά από το 1946 είχε προσλάβει έναν ηµιεπίσηµο χαρακτήρα µεταξύ των κυβερνήσεων της Ανατολικής Ευρώπης. Τον Μάιο του ίδιου έτους ο πρωθυπουργός της Πολωνίας, Εντβαρντ Οσόµπκα-Μοράβσκι, δήλωσε ανοιχτά ότι η κυβέρνησή του δεν θα στεκόταν εµπόδιο στους Εβραίους που επιθυµούσαν να µεταναστεύσουν στην Παλαιστίνη - έναν ισχυρισµό που επανέλαβε µετά το πογκρόµ του Κιέλτσε.

Επειτα από το πογκρόµ, ορίστηκε ένα επίσηµο σηµείο διάβασης των συνόρων, µε διαπραγµατεύσεις ανάµεσα σε έναν από τους διοικητές της εξέγερσης του γκέτο της Βαρσοβίας, του Γιτζάκ «Αντεκ» Ζούκερµαν, και τον Πολωνό υπουργό Αµυνας, Μάριαν Σπιχάλσκι. Αλλοι επιφανείς που σχετίζονταν µε την «Μπρίχαχ» οργάνωσαν παρόµοια µεθοριακά σηµεία διάβασης µε τις ουγγρικές, ρουµανικές και αµερικανικές Αρχές στη Γερµανία και οι Τσέχοι συµφώνησαν να διαθέσουν ειδικά τρένα για τη µεταφορά Εβραίων προσφύγων διά µέσου της χώρας τους. Ο αριθµός των Εβραίων που έφυγαν προς δυσµάς ήταν σηµαντικός, αλλά αυξήθηκε δραµατικά έπειτα από το πογκρόµ του Κιέλτσε.

Τον Μάιο του 1946, η «Μπρίχαχ» οργάνωσε τη φυγή 3.502 ανθρώπων από την Πολωνία. Αυτοί αυξήθηκαν σε περίπου 8.000 τον Ιούνιο. Τον Ιούλιο όµως, έπειτα από το πογκρόµ, ο αριθµός αυτός υπερδιπλασιάστηκε σε 19.000 και µετά σχεδόν διπλασιάστηκε και πάλι σε 35.346 τον Αύγουστο, προτού πέσει στους 12.379 τον Σεπτέµβριο. Στους αριθµούς αυτούς δεν συµπεριλαµβάνονταν οι 10.000-20.000 που έφυγαν από την Πολωνία µε άλλα µέσα, όπως µε το να αφεθούν στα χέρια ιδιωτών κερδοσκόπων και λαθρεµπόρων.

Επιπλέον, η Μεικτή Επιτροπή ∆ιανοµής στην Μπρατισλάβα ανέφερε πως κάπου 14.000 Ουγγροεβραίοι είχαν φύγει µέσω Τσεχοσλοβακίας κατά τους τρεις µήνες µετά το Κιέλτσε. Συνολικά, 90.000 έως 95.000 Εβραίοι πρόσφυγες εικάζεται ότι έφυγαν από την Ανατολική Ευρώπη τον Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέµβριο του 1946. Ο συνολικός αριθµός Εβραίων που έφυγαν προς δυσµάς στα δύο χρόνια έπειτα από το τέλος του πολέµου κυµαίνεται πιθανώς γύρω στους 200.000 από την Πολωνία, 18.000 από την Ουγγαρία, 19.000 από τη Ρουµανία και πιθανώς άλλοι 18.000 από την Τσεχοσλοβακία - αν και οι περισσότεροι από αυτή την τελευταία οµάδα αναγκάστηκαν να φύγουν όχι επειδή ήταν Εβραίοι, αλλά επειδή οι Τσέχοι τούς θεωρούσαν Γερµανούς. Αν συµπεριλάβει κανείς τους περίπου 40.000 Εβραίους που έφυγαν από τις ίδιες χώρες τα έτη 1948-50, φτάνει σε ένα σύνολο σχεδόν 300.000 ανθρώπων που αναγκάστηκαν να εκπατριστούν λόγω αντισηµιτικού διωγµού. Πρόκειται όµως για κάπως συντηρητική εκτίµηση.

Πού πήγαν όλοι αυτοί οι Εβραίοι; Βραχυπρόθεσµα, είχαν σκοπό να πάνε στα στρατόπεδα εκτοπισθέντων ατόµων στη Γερµανία, την Αυστρία και την Ιταλία, αλλά δεν τους διέφευγε η ειρωνεία ότι ήταν αυτές οι πρώην χώρες του Αξονα που τώρα θα τους παρείχαν σωτηρία. Ο µακροπρόθεσµος στόχος τους ήταν να φύγουν τελείως από την ηπειρωτική Ευρώπη. Πολλοί ήθελαν να πάνε στη Βρετανία ή σε µέρη της βρετανικής αυτοκρατορίας. Ακόµη περισσότεροι ήθελαν να πάνε στις Ηνωµένες Πολιτείες, αλλά η πολύ µεγάλη πλειονότητα ήθελε να πάει στην Παλαιστίνη. Γνώριζαν ότι οι σιωνιστές πίεζαν για να υπάρξει ένα εβραϊκό κράτος εκεί και θεωρούσαν πως ένα τέτοιο κράτος θα ήταν το µόνο µέρος όπου θα µπορούσαν ρεαλιστικά να είναι ασφαλείς από τον αντισηµιτισµό.

Σε αυτόν τον στόχο βοηθήθηκαν από κάθε έθνος σχεδόν, εκτός από τη Βρετανία. Οι Σοβιετικοί, που ήταν πανευτυχείς µε την προοπτική να φύγουν οι δικοί τους Εβραίοι από την Ευρώπη, δεν έθεσαν εµπόδια στον δρόµο τους και άνοιξαν τα σύνορά τους για τους Εβραίους - αλλά µόνο γι’ αυτούς. Οι Πολωνοί και οι Ούγγροι έκαναν ό,τι µπορούσαν για να δυσκολέψουν τη ζωή των Εβραίων και τους ενθάρρυναν και πάλι να φύγουν µε όποιο µέσο µπορούσαν. Οι Ρουµάνοι, οι Βούλγαροι, οι Γιουγκοσλάβοι, οι Ιταλοί και οι Γάλλοι παραχώρησαν όλοι λιµάνια στους Εβραίους για να επιβιβαστούν σε πλοία που θα ταξίδευαν προς τους Αγίους Τόπους και σπανίως έκαναν οποιαδήποτε προσπάθεια να τα σταµατήσουν.